Η εμπιστοσύνη στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο είναι μια έννοια που δεν μας απασχολεί στην καθημερινή μας ζωή, αλλά είναι απαραίτητη τόσο για την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας όσο και για την ομαλή διεξαγωγή των διαφόρων οικονομικών συναλλαγών. Αν και πολλές φορές δεν μπορούμε να την αντιληφθούμε, υπάρχει σε κάθε έκφανση της ατομικής μας ζωής και μάς επιτρέπει να ασχοληθούμε με άλλες δραστηριότητες για τις οποίες διαφορετικά θα έπρεπε να αφιερώσουμε χρόνο και ενέργεια. Ξυπνάμε το πρωί εμπιστευόμενοι την υπηρεσία παροχής ενέργειας ότι θα έχει φροντίσει να έχουμε επάρκεια σε ρεύμα, τον πάροχο κινητής τηλεφωνίας ότι θα μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε με τη δουλειά μας, την αστυνομία για την ασφάλεια της οικίας μας, την κυβέρνηση για την ασφάλεια της χώρας, τις αστικές συγκοινωνίες ότι θα έρθουν στην ώρα τους για να πάμε στη δουλειά μας και… ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Οι σύγχρονες κοινωνίες είναι δομημένες πάνω στην έννοια της εμπιστοσύνης.
Η εμπιστοσύνη όμως έχει διαβαθμίσεις και όρια. Όσο πιο ακριβό ή με ιδιαίτερη για μας σχέση είναι ένα αγαθό, τόσο μεγαλύτερο είναι και το επίπεδο εμπιστοσύνης που πρέπει να υπάρχει ώστε να διαφυλαχθεί η παραμονή του στην κατοχή μας. Για παράδειγμα οι περισσότεροι από μας θα αφήναμε σχετικά εύκολα τον καφέ μας στο τραπέζι για να χαιρετήσουμε κάποιον φίλο μας έξω από το μαγαζί αλλά θα το σκεφτόμασταν δυο και τρεις φορές να κάνουμε το ίδιο αφήνοντας το κινητό μας. Το επίπεδο εμπιστοσύνης που πρέπει να υπάρχει εκτινάσσεται όταν δεν μιλάμε για αντικείμενο αλλά για έμψυχο ον όπως για παράδειγμα το παιδί μας ή τους ηλικιωμένους γονείς μας.
Γιατί όμως εμπιστευόμαστε; Γιατί επιλέγουμε να γίνουμε περισσότερο ευάλωτοι δίνοντας την εμπιστοσύνη μας σε άλλους ανθρώπους ή στις κυβερνήσεις; Ο λόγος είναι απλός: γιατί ζούμε σε οργανωμένες κοινωνίες. Οι κοινωνίες αυτές οδήγησαν το ανθρώπινο γένος στην επιβίωση αφού ακόμα και σε μια ολιγομελή ομάδα είναι πολύ δύσκολο ένα μέλος της να γνωρίζει τα πάντα για την αλιεία, τη γεωργία, τις κατασκευές, την υγεία κ.τ.λ. Το επίπεδο εμπιστοσύνης που δίνουμε στα άλλα μέλη της κοινότητας έχει να κάνει με το πόσο μοναδικό και αναντικατάστατο είναι το αγαθό στο οποίο αναφέρεται. Σίγουρα δίνουμε περισσότερη αξία στα παιδιά μας ή στην υγεία μας απ’ ότι δίνουμε για παράδειγμα σε μια κούπα καφέ ή ένα ανοιχτήρι.
Τα τελευταία χρόνια οι κυβερνήσεις στον δυτικό κόσμο χάνουν συνεχώς την εμπιστοσύνη των πολιτών τους. Αυτό το φαινόμενο που άρχισε να κάνει την εμφάνισή του μετά τα απόνερα της μεγάλης οικονομικής κρίσης του 2006-2009 αποδυνάμωσε τις σχέσεις εμπιστοσύνης που υπήρχαν ανάμεσα στα δύο μέρη. Η κοινή πεποίθηση ότι οι πολιτικές ελίτ προσπάθησαν να σώσουν το τραπεζικό σύστημα σε βάρος των πολιτών τους οδήγησε στη χαλάρωση των σχέσεων μεταξύ τους. Άλλωστε το σύγχρονο διεθνοποιημένο περιβάλλον αποκόβει τον πολίτη από το να έχει μια σφαιρική εικόνα της πολιτικής πραγματικότητας και του αφαιρεί τη δυνατότητα να δει ολόκληρη την εικόνα. Έτσι ο πολίτης δεν μπορεί πάντα να καταλάβει για ποιο λόγο πόροι και στρατιωτικές δυνάμεις μεταφέρονται από τη μια άκρη του κόσμου στην άλλη ή για ποιο λόγο μια οικολογική καταστροφή στη Βραζιλία αυξάνει την τιμή του καφέ στο Βερολίνο. Αυτή την πολυπλοκότητα εκμεταλλεύονται διάφοροι κύκλοι για να πείσουν τους πολίτες ότι οι κυβερνήσεις και το κράτος είναι εχθροί τους. Το επίπεδο εμπιστοσύνης κινείται πια σε ιστορικά χαμηλό και αυτό έχει όπως είναι φυσικό επιδράσεις σε πολλούς τομείς της ζωής μας.
Η διάβρωση αυτή της εμπιστοσύνης έχει πάρει διάφορες μορφές και αρκετές φορές φαίνεται να επηρεάζει ακόμα και την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος. Νωπές είναι ακόμα στον Ελλαδικό χώρο οι μεγάλες συγκεντρώσεις στην πλατεία Συντάγματος που οι πολίτες αμφισβήτησαν ακόμα και τη δομή του ίδιου του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η έλλειψη εμπιστοσύνης μπορεί να εκφραστεί με μια απλή αποχή από τις δημοκρατικές διαδικασίες για την εκλογή κυβέρνησης μέχρι τη γενικευμένη απείθεια των πολιτών στα προτάγματα του κράτους. Η διεθνής πρακτική όμως έχει δείξει ότι οι πολίτες αν και χάνουν συνεχώς την εμπιστοσύνη προς τις κυβερνήσεις τους εξακολουθούν σε μεγάλο ακόμα βαθμό να ακολουθούν τις οδηγίες τους έστω και αναγκαστικά. Έτσι στρέφουν την αντίδρασή τους σε τομείς που θεωρούν ήσσονος σημασίας όπως για παράδειγμα η απογραφή του πληθυσμού ή η έγκαιρη πληρωμή τελών και φόρων ή, δυστυχώς, στην ανάγκη να εμβολιαστούν. Αξίζει να σταθούμε και να αναλύσουμε λίγο παραπάνω το φαινόμενο του αντιεμβολιασμού καθώς η πανδημία του covid -19 που έχει πλήξει την ανθρωπότητα το κάνει εξαιρετικά επίκαιρο και εν δυνάμει επικίνδυνο.
Το επίπεδο εμπιστοσύνης ανάμεσα σε ένα άτομο και την κυβέρνησή του για τα θέματα του εμβολιασμού αποτελεί ένα γρίφο. Εμπιστευόμαστε την κυβέρνηση για την εκπαίδευσή μας, την ασφάλειά μας, την ομαλή διεξαγωγή της οικονομικής μας ζωής αλλά όλο και περισσότερα άτομα δεν εμπιστεύονται τις κυβερνήσεις στο θέμα του εμβολιασμού. Δυστυχώς το αντιεμβολιαστικό κίνημα δεν είναι κάτι καινούριο που συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την covid-19 αλλά υπάρχει εδώ και αρκετά χρόνια. Η βασική εξήγηση αυτού του φαινομένου εδράζει σε οικονομικά κίνητρα και έχει ένα όνομα, φαρμακοβιομηχανίες. Η βιομηχανία φαρμάκου είναι η βιομηχανία με τα περισσότερα κέρδη αφού δεν υπάρχουν υποκατάστατα προϊόντα για τα φάρμακα. Τα κέρδη αυτά εκμεταλλεύονται κάποιοι για να πείσουν τους πολίτες ότι η βιομηχανία φαρμάκου είναι ανήθικη. Οι φήμες για θεραπείες του καρκίνου ή μυστικά ελιξίρια νεότητας στα οποία έχουν πρόσβαση μόνο κάποια άτομα βρίσκονται πλέον σχεδόν παντού. Για τον πολίτη οι κυβερνήσεις είναι ένοχες γιατί καλύπτουν τους φαρμακοβιομήχανους. Η άμεση αντίδραση των πολιτών είναι να αποφεύγουν κάθε είδους εμβόλιο γιατί έχουν πειστεί ότι είναι αχρείαστο. Για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου έχουν προταθεί πολλές λύσεις, με τις κυβερνήσεις το τελευταίο διάστημα να προκρίνουν αυτή της υποχρεωτικότητας. Είναι όμως ο υποχρεωτικός εμβολιασμός η λύση αυτών των προβλημάτων; Η υποχρεωτικότητα διαβρώνει τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των μερών λόγω της ισχυρής δυναμικής που εμφανίζει. Οι κοινωνίες έχουμε έναν κοινό στόχο, την υγεία και την ευημερία, ωστόσο όταν το ένα μέρος προσπαθήσει να διαρρήξει αυτή τη σχέση, η δυναμική αλλάζει. Άμεσο αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής είναι να μειώνεται ακόμα περισσότερο το επίπεδο εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και τον πολίτη.
Την τελευταία δεκαετία παρατηρούμε μια μετατόπιση της δυναμικής λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ενώ τα προηγούμενα χρόνια κάποια άτομα ήταν είτε απομονωμένα είτε μπορούσαν να εκφράσουν τις απόψεις τους σε ένα στενό κύκλο ανθρώπων, με την έκρηξη των μέσων δικτύωσης ξαφνικά απόκτησαν ένα κοινό εκατομμυρίων. Μέσα στο χώρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης το αντιεμβολιαστικό κίνημα βρήκε πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθεί. Τι συνέβη όμως; Γιατί οι απόψεις κάποιον ατόμων, που είτε στερούνται επιστημονικής βάσης είτε δεν μπορούν να ελεγχθούν, υπερτερούν των απόψεων ανθρώπων που είναι ειδικευμένοι πάνω στους τομείς της υγείας; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό έχει να κάνει με τη σχέση εμπιστοσύνης που δομείται ανάμεσα σε άτομα που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους. Αυτό που χαρακτηρίζει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι η ανωνυμία και όχι το να είσαι ειδικός σε κάποιο θέμα για να αναπτύξεις τις απόψεις σου. Αυτό που μετράει είναι ο αριθμός των ατόμων που είναι πρόθυμα να σε ακούσουν, άρα η δυναμική σχέση εμπιστοσύνης που χτίζεται έχει να κάνει με τον αριθμό των ακολούθων ή των likes – followers ανάλογα με το μέσο. Αν και βρισκόμαστε στο μέσο μιας πανδημικής κρίσης και οι περισσότεροι από εμάς έχουμε κάποιον γνωστό ή φίλο που έχει νοσήσει από την covid-19 αυτά τα fake news εξακολουθούν να βρίσκουν τον τρόπο και να επιβιώνουν και να πολλαπλασιάζονται. Οι αντιεμβολιαστές στα πρώτα στάδια της πανδημίας διακινούσαν την άποψη ότι ο ιός δεν υπάρχει και σιγά σιγά έφτασαν να αμφισβητούν τον τρόπο περίθαλψης των ασθενών. Είναι φανερό από τα ποσοστά εμβολιασμού σε όλο τον δυτικό κόσμο πως οι πολίτες εμπιστεύονται ολοένα και λιγότερο τις κυβερνήσεις τους ότι είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την πανδημική κρίση.
Η πανδημία ανέδειξε τις ελλείψεις που υπάρχουν τόσο στην σωστή εκπαίδευση όσο και στη σχέση ατόμων – κυβερνήσεων. Η επόμενη μέρα θα είναι σίγουρα πολύ δύσκολη και θα πρέπει συλλογικά ως κοινωνίες να αποκαταστήσουμε αυτούς τους σπασμένους δεσμούς. Ακραίες φωνές υπάρχουν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν, η ανάπτυξη των κριτικών δεξιοτήτων στις νεαρότερες ηλικίες και η εκπαίδευσή τους στις νέες τεχνολογίες θα βοηθήσει μακροπρόθεσμα στην ανάπτυξη ισχυρών δεσμών εμπιστοσύνης μεταξύ των ατόμων και της ιατρικής κοινότητας και το μήνυμα που θα περνάει ανάμεσά τους θα είναι καθαρό χωρίς θορύβους.
Γρηγόρης Σκάθαρος*
Οικονομολόγος
Δείτε τις τελευταίες ειδήσεις στο Newsroom schooltime.gr – Βρείτε μας στο Google News