Η εκκένωση της Αθήνας από τα γερμανικά στρατεύματα πραγματοποιήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1944 και θεωρείται ως επίσημη λήξη της κατοχικής περιόδου.
Την ιστορική εκείνη ημέρα, ο αθηναϊκός λαός παρακολούθησε την κατάθεση στεφάνου από τον επικεφαλής των αποχωρούντων Γερμανών μαζί με τον κατοχικό (διορισμένο) δήμαρχο στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη. Όταν οι Γερμανοί εγκατέλειψαν το χώρο της Πλατείας Συντάγματος, το πλήθος ποδοπάτησε το στεφάνι και στη συνέχεια εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξέσπασαν σε αλαλαγμούς χαράς, γιορτάζοντας τη μεγάλη στιγμή που περίμεναν να έλθει τριάμισι ολόκληρα χρόνια.
Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες όπου υπήρξε μαζική άνευ δίκης τιμωρία των δοσίλογων, στην Αθήνα επικράτησε τάξη και ησυχία. Όπως πιστοποιεί και έγγραφο της βρετανικής Force 133 τη νύχτα της 12ης Οκτωβρίου: “Απόλυτη ησυχία παντού. Καμία ταραχή και οι δρόμοι σχεδόν άδειοι. Ο ΕΛΑΣ και άλλα όργανα περιπολούν με τάξη”.
Το ευρύτερο πλαίσιο
Μετά τη συμμαχική Απόβαση στη Νορμανδία στις 6 Ιουνίου του 1944 και ενώ ο Κόκκινος Στρατός επέλαυνε προς τα Βαλκάνια είχε καταστεί σε όλους σαφές ότι η απελευθέρωση της Ελλάδας από τα ναζιστικά στρατεύματα Κατοχής δεν θα αργούσε. Βάσει των συμφωνιών της Καζέρτας και του Λιβάνου οι ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση είχαν έλθει σε κατ’ αρχήν συμφωνία για το χειρισμό της κατάστασης μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Για το σκοπό αυτό έφτασαν μυστικά στο αεροδρόμιο της Νεράιδας ο υπουργός Θεμιστοκλής Τσάτσος, ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ Γιάννης Ζέβγος, ο στρατηγός Παυσανίας Κατσώτας και ο ταγματάρχης Οδυσσέας Παπαμαντέλος, προκειμένου να συντονίσουν τις απαιτούμενες ενέργειες για την ομαλή ανάληψη της εξουσίας.
Στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων πραγματοποιήθηκαν δυο κύριες συναντήσεις. Η πρώτη έλαβε χώρα στο Ψυχικό μεταξύ του επικεφαλής των γερμανικών δυνάμεων στρατηγού της αεροπορίας Χέλμουτ Φέλμι και του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Η γερμανική πλευρά υποσχέθηκε να απέχει από δολιοφθορές κατά των βασικών υποδομών της Αθήνας, όπως το φράγμα της λίμνης του Μαραθώνα, με αντάλλαγμα την ανεμπόδιστη αποχώρηση των μονάδων τους. Προς επίρρωση της συμφωνίας ο Φέλμι δημοσίευσε στον «Ημερήσιο Τύπο» (τη μοναδική εφημερίδα που κυκλοφορούσε στην Αθήνα εκείνη την εποχή) της 20ης Σεπτεμβρίου 1944 μια ανακοίνωση όπου διαβεβαίωνε τους Αθηναίους πως καμία πράξη δολιοφθοράς επρόκειτο να πραγματοποιηθεί εκ μέρους των γερμανικών στρατευμάτων, με την αυστηρή όμως προϋπόθεση-ειδοποίηση να μην ενοχληθούν. Ωστόσο, πριν λάβουν την εντολή εκκένωσης της πρωτεύουσας, οι S-S προχώρησαν στην εκτέλεση 72 Ελλήνων πατριωτών στο Δαφνί, ενώ εξόντωσαν και την ομάδα των συνεργατών τους διερμηνέων, προκειμένου να μην αποκαλυφθούν λεπτομέρειες των εγκληματικών τους πράξεων.
Σιωπηρή συμφωνία
Τη συμφωνία μεταξύ των Γερμανών και των ελληνικών αρχών αποδέχτηκαν σιωπηρά τόσο οι Βρετανοί όσο και το ΕΑΜ με την ΠΕΕΑ. Στις 8 Οκτωβρίου το ΚΚΕ εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία αποδεχόταν πλήρως το σχέδιο που είχε συμφωνηθεί, προκρίνοντας την εθνική ομοψυχία.
Η αποχώρηση
Το πρωί (8:00 π.μ.) της 12ης Οκτωβρίου 1944 ο στρατηγός Φέλμι συνοδευόμενος από το δήμαρχο Αθηναίων Γεωργάτο κατέθεσε ένα στεφάνι στον Άγνωστο Στρατιώτη, ενώ ήδη οι μηχανοκίνητες φάλαγγες των Γερμανών εγκατέλειπαν από νωρίς την Αθήνα διαμέσου της Ιεράς Οδού. Στις 9:15 π.μ. η γερμανική φρουρά της Ακρόπολης προχώρησε στην υποστολή της ναζιστικής σημαίας έπειτα από συνολικά 1.624 μέρες κατοχής (ή 3,5 έτη, που μεσολάβησαν από τον Απρίλιο του 1941 έως εκείνη την ημέρα) και ένας στρατιώτης τύλιξε βιαστικά το σύμβολο της κατοχής και αποχώρησε από τον Ιερό Βράχο. Ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ ΕΛΑΣ και Ελλήνων εργατών με τους ναζί δολιοφθορείς, που απέτρεψαν την καταστροφή του εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στο Κερατσίνι. Από την άλλη, σημαντικό τμήμα του λιμανιού του Πειραιά ανατινάχτηκε από τους αποχωρούντες Γερμανούς.
(Με πληροφορίες από τη wikipedia, άδεια χρήσης: Creative Commons.)
Διαβάστε ακόμα: