Γ. Σεφέρη «Επί ασπαλάθων…» – Γ. Ρίτσου «Ούτε η Μυθολογία»
Με ένα χρόνο διαφορά οι δύο ποιητές γράφουν ποιήματα με το ίδιο ακριβώς θέμα. Μεσούσης της χούντας ψάχνουν τρόπους να γράψουν εναντίον της, αλλά με τρόπο συμβολιστικό, μέσα από τις πηγές της ιστορίας του παρελθόντος να μιλήσουν για το σήμερα. Πρώτος ο Γ. Ρίτσος στις 31 Μαρτίου του 1968 στη Λέρο γράφει το ποίημα αυτό. Ο Ρίτσος δείχνει πολύ απαισιόδοξος για το μέλλον, τα δίχτυα ψαρεύουν στον βούρκο, τα ψάρια είναι μαύρα, κανένα φως, καμιά ελπίδα από πουθενά. Ούτε καν η μέση λύση της Περσεφόνης με το μαγικό ρόδι του Πλούτωνα που την επανέφερε στον κάτω κόσμο, έστω για λίγο, δεν υπάρχει εδώ.
«ούτε η μυθολογία»
Έτσι τελειώνει η μέρα, με περίλαμπρα χρώματα, τόσο όμορφα, δίχως
να συμβεί τίποτα για μας. Οι φρουροί ξεχασμένοι στα φυλάκια.
Μια βάρκα πλέει στα ρηχά, σ’ ένα χρυσό, ρόδινο, ξένο.
Τα δίχτυα μες στο βούρκο να ψαρεύουν μαύρα ψάρια παχιά και γλοιώδη
αντανακλώντας τις λάμψεις του λυκόφωτος. Κι ύστερα, που άναψαν οι λάμπες μπήκαμε μέσα και ανατρέξαμε και πάλι στη Μυθολογία, αναζητώντας
κάποια βαθύτερη συσχέτιση, μια μακρινή, γενική αλληγορία
να πραΰνει τη στενότητα του ατομικού κενού. Δε βρήκαμε τίποτα.
Φτωχά μας φάνηκαν και τα κουκιά του ροδιού κι η Περσεφόνη
μπροστά στη νύχτα που κατέβαινε βαριά και στην απόλυτη απουσία.
Τρία χρόνια μετά, το 1971, ο Γ .Σεφέρης χωρίς να έχει υπόψη του το ποίημα το Γ. Ρίτσου, δεν είχε δημοσιευτεί ακόμα, γράφει το «Επί ασπαλάθων».
Ο Γ. Σεφέρης, σε αντίθεση με τον Γ. Ρίτσο, πιστεύει ότι η τιμωρία τους είναι νομοτελειακή βασιζόμενος σε ένα χωρίο από την πολιτεία του Πλάτωνα, όπου τύραννος είχε την τιμωρία που του άξιζε. Η τιμωρία του τυράννου δίνεται με βίαιη εικόνα, γδέρνεται ζωντανός πάνω στους αγκαθωτούς θάμνους τους ασπάλαθους. Το ποίημα του Γ. Σεφέρη είναι πολιτικό και το μήνυμα είναι αισιόδοξο, προμαντεύει το τέλος της χούντας.
«Επί ασπαλάθων…»
Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη.
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν ακόμη …
Γαλήνη.
– Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού τ’ αυλάκια•
τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς.
Το βράδυ βρήκα την περικοπή:
“Τον έδεσαν χειροπόδαρα” μας λέει
“τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι.
Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
ο Παμφύλιος Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.
31 του Μάρτη 1971
(Πρώτη δημοσίευση στο schooltime.gr – Μάρτιος 2014)
Γιώτα Ιωακειμίδου*
Φιλόλογος