Καθώς ο Β΄ Παγκόσμιος είχε ήδη ξεκινήσει, η Ελλάδα είχε εμπλακεί στον ελληνοϊταλικό πόλεμο στην Πίνδο και στα βουνά της Αλβανίας. Οι επιχειρήσεις ήταν νικηφόρες για τον ελληνικό στρατό, ο οποίος είχε προελάσει στην αλβανική ενδοχώρα καταλαμβάνοντας τις πόλεις της Β. Ηπείρου, Κορυτσά, Πόγραδετς, Άγιοι Σαράντα, Χειμάρρα, Αργυρόκαστρο και Κλεισούρα. Ο Μουσολίνι οργάνωσε την εαρινή επίθεση ( επιχείρηση «Πριμαβέρα») εναντίον των Ελλήνων (Μάρτιος 1941), η οποία όμως απέτυχε.
Ο Χίτλερ, σχεδιάζει την επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» εναντίον της Ρωσίας και για να ενισχύσει το σύμμαχο του Μουσολίνι, οργανώνει το σχέδιο «Μαρίτα» που περιλαμβάνει τη γερμανική επίθεση στα Βαλκάνια και συγκεκριμένα στην Ελλάδα και τη Γιουγκοσλαβία.
Έτσι στις 6 Απριλίου 1941, εκδηλώνεται επίθεση κατά μήκος της «Γραμμής Μεταξά» στην Ανατολική Μακεδονία στα οχυρά: Ποποτλίβιτσα (Παπαδοπούλα), Ιστίμπεη (Οχυρό), Κελκαγιά (Σπανή Πέτρα), Αρπαλούκι ( Στήριγμα), Παλιουριώνες, Ρούπελ, Καρατάς, Κάλη, Περσέκ, Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι, Παρταλούσκα, Ντάσαβλη, Λίσσε, Πυραμοειδές, Καστίλλο, Άγιος Νικόλαος, Μπαρτίσεβα και στα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη από δύο σώματα γερμανικού στρατού. Πιο συγκεκριμένα, η 6η Ορεινή Μεραρχία επιτέθηκε περνώντας από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα σε μεμονωμένες ελληνικές θέσεις στο όρος Μπέλες, με αποτέλεσμα πολύ γρήγορα οι Γερμανοί να καταλάβουν τον σιδηροδρομικό σταθμό της Ροδόπολης. Παράλληλα, ο ελληνικός στρατός συμπτύσσεται στην περιοχή Στρυμόνας – λίμνη Κερκίνη. Το οχυρό Ρούπελ δέχεται επίθεση από το 125ο Σύνταγμα Πεζικού, από ένα τάγμα της 5ης Ορεινής Μεραρχίας, από τμήματα πυροβολικού και αεροπλάνων Στούκας, που όμως αποκρούονται από τις ελληνικές δυνάμεις. Στο Κάτω Νευροκόπι, η 72η Μεραρχία προσπάθησε να κατευθυνθεί προς Δράμα και Σέρρες. Στην περιοχή της Θράκης επιτίθεται η 164η Μεραρχία. Οι Γερμανοί περικυκλώνουν το οχυρό Εχίνος, ενώ η 50η Μεραρχία με αεροπορικές δυνάμεις και το πυροβολικό του 30ου Σώματος Στρατού πολιορκούν το οχυρό της Νυμφαίας.
Στις 7 Απριλίου, οι Γερμανοί προελαύνουν στο γιουγκοσλαβικό έδαφος και καταλαμβάνουν τη Στρωμνίτσα. Στις 9 Απριλίου οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τη Θεσσαλονίκη. Οι Έλληνες στρατιώτες αμύνονται γενναία για τρεις ημέρες και αναγκάζονται να παραδοθούν στις 10 Απριλίου. Στη συνέχεια καταλαμβάνεται η Φλώρινα και ο γερμανικός στρατός επιτίθεται στη στενωπό Κλειδίου και ένα τμήμα στρέφεται προς την Καστοριά, στη στενωπό Κλεισούρας. Μία μεραρχία καταλαμβάνει την Κοζάνη, ενώ άλλη τα Γρεβενά και την Καλαμπάκα και κινείται προς τη Λαμία. Το 18ο Ορεινό Τμήμα στρατού καταλαμβάνει τη Βέροια και κατευθύνεται προς τα Τέμπη. Ενώ η 2η Μεραρχία εισβάλλει στη Λάρισα και καταλαμβάνει το αεροδρόμιο.
Στις 12 Απριλίου το πλωτό νοσοκομείο «Αττική» βυθίζεται, έπειτα από βομβαρδισμό γερμανικού αεροπλάνου. Την επόμενη νύχτα, 13 Απριλίου, το αντιτορπιλικό «Βασιλεύς Γεώργιος» δέχεται αεροπορικό βομβαρδισμό που του προξενεί σοβαρές ζημιές, ενώ στις 25 Απριλίου, μετά από νέα επίθεση βυθίζεται. Από τις 21 Απριλίου η γερμανική αεροπορία (Λουβτφάβε) βομβαρδίζει την περιοχή γύρω από την Αθήνα, κυρίως συγκοινωνιακούς κόμβους και πλοία.
Η γερμανική επίθεση καθορίζει και την τύχη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Στις 18 Απριλίου, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Αλέξανδρος Κορυζής αυτοκτονεί, ενώ είχε ήδη αρνηθεί το γερμανικό αίτημα για απομάκρυνση των βρετανικών δυνάμεων από τη χώρα στις 6 Απριλίου. Η γερμανική διακοίνωση ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Η Ελλάς, επιτρέπουσα εις αγγλικάς δυνάμεις να θέσουν και πάλιν πόδα εις Ευρώπην και ούσα το μόνον ευρωπαϊκόν κράτος που έπραξεν τοιούτον τι, ανέλαβε βαρείαν ευθύνην έναντι της Ευρωπαϊκής κοινότητος. Ασφαλώς ο ελληνικός λαός δεν ενέχεται εις την εξέλιξιν αυτήν. Εκ τούτου, είναι ακόμη βαρυτέρα η ευθύνη της ελληνικής κυβερνήσεως εκ της ανευθύνου τοιαύτης πολιτικής της. Ούτω, η ελληνική κυβέρνησις εδημιούργησε μίαν κατάστασιν, προ της οποίας η Γερμανία δε δύναται περαιτέρω να μείνη άπρακτος. Οθεν η κυβέρνησις του Ράιχ έδωσε εις τα στρατεύματά της τη διαταγήν να εκδιώξουν εκ του ελληνικού εδάφους τας βρετανικάς δυνάμεις… Η κυβέρνησις του Ράιχ είναι πεπεισμένη ότι εκδιώκουσα ταχέως εξ Ελλάδος τους παρεισάκτους Αγγλους παρέχει αποφασιστικήν υπηρεσίαν τόσον εις τον ελληνικόν λαόν όσον και εις την ευρωπαϊκήν κοινότητα…»….
Ακολουθεί πολιτική κρίση, ενώ νέος πρωθυπουργός αναλαμβάνει ο Εμμανουήλ Τσουδερός. Ο ελληνικός στρατός με τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου υπογράφει πρωτόκολλο ανακωχής στις 20 Απριλίου πρώτα με τους Γερμανούς στο Βοτονόσι Ιωαννίνων με τους εξής όρους: ο ελληνικός στρατός θα αποσυρόταν εντός δέκα ημερών στην ελληνοαλβανική μεθόριο, ενώ ο ιταλικός δεν θα εισχωρούσε σε ελληνικό έδαφος με τα γερμανικά στρατεύματα να παρεμβάλλονται μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών. Ακόμη, οι Έλληνες στρατιώτες θα αποστρατεύονταν, θα αφοπλίζονταν και έπειτα θα μπορούσαν να γυρίσουν στα σπίτια τους, ενώ οι αξιωματικοί δεν θα θεωρούνταν αιχμάλωτοι πολέμου και θα διατηρούσαν των οπλισμό τους τιμητικώς. Όμως, οι Γερμανοί δεν τήρησαν τους όρους. Την ώρα μάλιστα των διαπραγματεύσεων βομβάρδιζαν τα Ιωάννινα. Όταν ο διοικητής της 12ης Στρατιάς, Βίλχελμ Ζίγκμουντ Βάλτερ Λιστ, έλαβε γνώση του πρωτοκόλλου, αμέσως ζήτησε την αλλαγή των όρων του. Ο Τσολάκογλου αναγκάστηκε να υπογράψει ένα δεύτερο πρωτόκολλο, παραδίδοντας τον στρατό μόνο στην Γερμανική Ανώτατη Διοίκηση και όχι στους Ιταλούς. Στη συνέχεια μετά από παρέμβαση του Μουσολίνι επιτεύχθηκε νέα ανακωχή που περιελάμβανε και την Ιταλία, στις 23 Απριλίου.
Τη μέρα που ο Τσολάκογλου υπέγραφε την οριστική συνθηκολόγηση του στρατού, ο Βασιλιάς Γεώργιος με τον πρωθυπουργό Εμμανουήλ Τσουδερό εγκατέλειπαν τη χώρα. Δυο μέρες πριν, στις 21 Απριλίου, έφυγαν ο Παύλος με τη Φρειδερίκη, ενώ τη νύχτα 22 με 23 Απριλίου «άπαντες οι υπουργοί, ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος και μερικοί κρατικοί επίσημοι και μη λειτουργοί».
Στις 27 Απριλίου οι Γερμανοί μπαίνουν στην Αθήνα και η χώρα θα υποστεί την τριπλή επώδυνη κατοχή των Δυνάμεων του Άξονα για τα επόμενα τρεισήμισι χρόνια.
(Πρώτη δημοσίευση στο schooltime.gr – Απρίλιος 2019)
Αντιγόνη Καρύτσα*
Φιλόλογος