Ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα που γνώρισε η ανθρωπότητα και, ίσως, τελεσίδικα δεν πρόκειται να γνωρίσει άλλο αντάξιό του, συναντάται στη φυσιογνωμία του Αριστοτέλη. Αυτή η ανθρώπινη μορφή με το έργο της, την ευρύτητα του πνεύματός της, την οξύνοια καθώς και το αγνό ενδιαφέρον για τον περιβάλλοντα κόσμο, προδιέγραψε συθέμελα όλη τη φιλοσοφική και επιστημονική πορεία του κόσμου στους μεταγενέστερους αιώνες, μέχρι δύο χιλιάδες και κάτι παραπάνω έτη πριν, τον καιρό που ο Διαφωτισμός γεννήθηκε και βαθμηδόν επεκτάθηκε σ’ όλη την Ευρώπη και την υφήλιο. Πώς θα μπορούσε να πιστέψει κάποιος ότι κατόρθωσε και ασχολήθηκε με όλους τους τότε τομείς της γνώσης και μάλιστα προσέφερε ικανοποιητικές απαντήσεις σε δυσεπίλυτα προβλήματα που ταλάνιζαν, κι ακόμη συνεχίζουν και βασανίζουν την ανθρώπινη σκέψη;
Το έργο του
Το ίδιο το πρόσωπο του Αριστοτέλη αποτελεί μια εξύμνηση προς τη φιλοσοφία και την καθολική σκέψη. Είναι ο πρώτος που επεχείρησε τη σαφή και μονομιάς ολοκληρωμένη πραγμάτευση του νοητικού – λογικού συστήματος του ανθρώπου, προσπάθησε να καθορίσει τις αρχές και τους νόμους που το διέπουν, μελετώντας συστηματικά το πώς σκεφτόμαστε, πώς συνδιαλεγόμαστε με τους άλλους ανθρώπους, περί τίνος θέματος ενώ αναπτύσσουμε την επιχειρηματολογία μας. Τις απόψεις του γι’ αυτά τα θέματα τις συναντούμε στα ακόλουθα έργα: “Αναλυτικά Πρότερα”, “Αναλυτικά Ύστερα”, “Τοπικά”, “Σοφιστικοί Έλεγχοι”, “Περί Ερμηνείας”, “Κατηγορίαι”. Ουσιαστικά, κανείς νοήμων άνθρωπος δε δύναται να παραδεχτεί ότι, όταν μιλά για κάποιο θέμα, δεν κινείται βάσει κάποιας διατυπωθείσας Αριστοτελικής αρχής και κανόνα. Υπήρξε άνθρωπος φυσιοδίφης και φυσιολάτρης, με επαυξημένο ενδιαφέρον για τον περιβάλλοντα κόσμο. Μελέτησε κάθε ζωικό οργανισμό, τις ιδιότητές του, τις συνήθειές του σε κάθε ενδιαίτημα των ζώντων οργανισμών και κατέταξε με συστηματικό τρόπο τις πληροφορίες που συνέλεξε με πολύ κόπο και προσπάθεια. Συνέγραψε μια πραγματεία για τη Φύση (“Φυσικής Ακροάσεως ή Φυσικά”) αποτελούμενη από 8 βιβλία και σ’ αυτή ερευνά τους φυσικούς νόμους που χαρακτηρίζουν τον πραγματικό κόσμο, μια για τη Ρητορική (“Ρητορική”), μια για την τέχνη (“Ποιητική ή περί Ποιητικής”), τα “Μετά τα Φυσικά” ή, όπως τα κατονομάζει ο ίδιος, “Πρώτη Φιλοσοφία”, που ερευνούν τις αρχές της ουσίας επέκεινα του πραγματικού κόσμου, ορίζουν τη φιλοσοφία και το αντικείμενό της -την εξέταση των αληθινών ουσιών- και οδηγούνται στο ον που σήμερα τείνουν οι αριστοτελιστές να αποκαλούν ως “θεό” του Αριστοτέλη -το “πρώτο κινούν ακίνητον”.
Ασχολήθηκε κατεχόμενος από μεγάλο πόθο και επιθυμία με την Ψυχή (“Περί Ψυχής & Μικρά Φυσικά”) και την όρισε ως κινούσα ύπαρξη που συναντάται μέσα μας, η οποία, όμως, πεθαίνει καθώς αποβιώνει το άτομο. Ιδιαίτερη μνεία οφείλουμε να κάνουμε για τα Ηθικά και Πολιτικά του έργα που κατατάσσονται στα πονήματα με πρακτικό χαρακτήρα καθώς παραθέτουν ιδέες και είναι τοιουτοτρόπως ενορχηστρωμένα, ώστε να έχουν άμεση εφαρμογή στον καθημερινό βίο και οδηγούν στην Ευδαιμονία, ατομική και συλλογική, του ανθρώπου/πολίτη. Μέσα σε τέσσερα έργα (“Ηθικά Νικομάχεια”, “Ηθικά Ευδήμεια”, “Ηθικά Μεγάλα” & “Πολιτικά”) ο Αριστοτέλης εγκύπτει πάνω στο δύσκολο έργο του καθορισμού της, ευτυχίας όπως είναι γενικά παραδεκτή ως έννοια, Ευδαιμονίας, όπως την αποκαλεί, που οδηγεί μέσω της κατάκτησης συγκεκριμένων έξεων στην κατοχή της αρετής και αυτή εν συνεχεία στο πολύτιμο αυτό Αγαθό που μεταμορφώνει και εξωραΐζει τον βίο μας. Αφενός, πραγματεύεται την Ευδαιμονία ως ατομικό αλλά και, αφετέρου, ως πολιτικό απόκτημα αφού είναι απαραίτητη και για την ύπαρξη των πόλεων, ενός ζωντανού οργανισμού που βοηθά όχι μονάχα στην επιβίωση και στη διαιώνιση της ύπαρξης, αλλά και στην καλυτέρευση, την ολόπλευρη ανάπτυξή μας ως όντα, ζώα πολιτικά.
Η φιλοσοφία του
Ο Αριστοτέλης είναι ένας άνθρωπος που λάτρεψε και αγάπησε τη ζωή και τον κόσμο που τον περιέβαλλε. Έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για κάθε μυστήριο της Φύσης, για κάθε άλλον ζωντανό οργανισμό που συνυπήρχε μαζί του, για το θαύμα της ύπαρξης. Εξύμνησε τη δύναμη που αυτή έχει σε τούτο τον κόσμο και προσπάθησε συστηματικά να τη μελετήσει και να την εξηγήσει. Ήταν περίεργος για τα πάντα και σ’ αυτή του την περιέργεια βασίστηκε η γνώση του για ολόκληρο το δημιούργημα που ονομάζεται «κόσμος». Θεμελιώδης αρχή για τον ίδιο αποτελούσε η πεποίθησή του ότι, πίσω από κάθε ύπαρξη υπάρχει ένας ανώτερος σκοπός, φυσικά ανώτερος για το ίδιο το υπάρχον όν, που αποκαλείται «τέλος» του. Υπάρχει γιατί οφείλει να εκπληρώσει έναν καθορισμένο από τη Φύση σκοπό, που οδηγεί στην τελειότερη κατάστασή του. Ο σκοπός αυτός υπάρχει δυνάμει, ως ιδέα, αλλά αποκτά αξία όταν πραγματοποιείται ενεργεία, κατά τη διαδικασία της εντελέχειας, της έμπρακτης προσπάθειας πραγμάτωσης και επίτευξης του σκοπού. Αυτή η τελεολογία διαποτίζει όλο το σύστημά του και συναντάται παντού, σε κάθε επιστημονικό τομέα με τον οποίο καταπιάνεται. Στην Ηθική, τέλος για τον άνθρωπο είναι η απόκτηση της αρετής, της κάθε επιμέρους αρετής που οδηγεί στην Ευδαιμονία, άριστο τέλος για κάθε άνθρωπο, αντικείμενο επιλογής απ’ όλους τ’ οποίο προσιδιάζει σ’ όλους. Η μεσότητα, η δικαιοσύνη, η φρόνηση, η σοφία, η ηδονή, η φιλία, η επιμονή και η αντοχή απέναντι στα πάθη και η κατοχή της κάθε επιμέρους έξης που οδηγεί σ’ αυτές τις αρετές, είναι στοιχεία ενός διευρυμένου συνόλου αφιερωμένο στην προσέγγιση του αγαθού που ονομάζεται Ευδαιμονία. Η τελευταία διαθέτει και μια πολιτική διάσταση που κατακτάται μέσω της αυτάρκειας (αντιστοιχεί με την κάθε επιμέρους αρετή στην Ηθική του πραγμάτευση) σε κάθε κλάδο. Και οι δυο εκφάνσεις του ύψιστου αυτού Αγαθού, οδηγούν στην ολοκλήρωση και τελειοποίηση του ανθρώπου. Πέρα από τον άνθρωπο, όλα τα όντα διαθέτουν έναν συγκεκριμένο σκοπό που οφείλουν να πραγματώσουν, όμως, τα ζώα και τα φυτά το κάνουν ενστικτωδώς αφού δε διαθέτουν την ανώτερη λειτουργία που χαρακτηρίζει και ξεχωρίζει τον άνθρωπο η οποία δεν είναι άλλη από το λογικό μέρος της ψυχής του, εκτός από το θρεπτικό και το επιθυμητικό μέρος. Άλλωστε, «η φύσις ουδέν ποιεί μάτην», όπως επανειλημμένως διατείνεται ο Αριστοτέλης.
Πίσω από όλους αυτούς τους επιμέρους σκοπούς, διαβλέπει ένα ύψιστο τέλος για όλες τις φυσικές υπάρξεις, όμως, είναι πλήρως πραγματικός κυρίως στη σφαίρα του μεταφυσικού. Αυτός ο ανώτερος σκοπός δεν είναι άλλος από το «πρώτον κινούν ακίνητον» που δεν εμφανίζεται μόνο ως οντολογική και κοσμολογική αρχή ενός εξελικτικού συστήματος στο οποίο κινεί χωρίς το ίδιο να κινείται, αλλά ο Αριστοτέλης το κατονομάζει και ως «θεό» σε κάποια χωρία, αναγνωρίζοντας και μια θεολογική αντίληψη που εισρέει στις νοητικές του ατραπούς. Αποτελεί το ίδιο νόηση του εαυτού («νόησις νοήσεως νόησις») αφού ως εξέχουσα ύπαρξη, οφείλει να «μεταλαμβάνει» μόνο το άριστο και αυτό είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Αυτές οι σκέψεις είναι οι πιο συγκλονιστικές για τη φιλοσοφική σκέψη και αποτελούν την έκφραση, δια μέσω του λόγου, δυσσύλληπτων λογικών παρατηρήσεων που εξηγούν με τρόπο, ίσως όχι επιθυμητώς εναργή, την ανωτερότητα της μίας και μοναδικής αρχής για κάθε όν μες στο σύμπαν. Γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικός και αναγκαίος ο Αριστοτέλης για την ευρύτητα της ανθρώπινης σκέψης, εφόσον ένας τέτοιος σκοπός είναι επί του παρόντος επιθυμητός και βρίσκεται στην προτεραιότητα και στο προσκήνιο των πνευματικών αναζητήσεων του κάθε ατόμου. Έφθασε εκεί που κανείς δε πίστευε ότι τέτοια μονοπάτια ήταν δυνατόν να προσεγγιστούν και μάλιστα με τέτοια μεθοδικότητα, η οποία διακατείχε τον Αριστοτέλη ως προς την επιστημονική και διανοητική του συγκρότηση, και πέτυχε το ακατόρθωτο.
Η μετ’ έπειτα επιρροή του
Ο Αριστοτέλης επηρέασε ανεξίτηλα όλη τη φιλοσοφική σκέψη που ακολούθησε, αν και ανακαλύφθηκε και μελετήθηκε σχετικά αργά. Τα έργα του δεν απέσπασαν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των ερευνητών και των μελετητών της αρχαιότητας καθώς η φιλοσοφική σκέψη είχε στιγματιστεί από το πρόσωπο του Πλάτωνα και τον ιδεαλισμό του. Ωστόσο, υπήρξαν και μερικοί υπομνηματιστές του μεγάλου φιλοσόφου όπως λ.χ. ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, ο Ιωάννης ο Φιλόπονος κ.ά. Μεγάλης αποδοχής και εκτίμησης έτυχε το πρόσωπό του όταν τον ανακάλυψαν οι Άραβες και διέδωσαν τα κείμενά του σ’ ολόκληρο τον τότε γνωστό κόσμο. Τους συνεπήραν θαυμαστώς και ασχολήθηκαν πολύ, παρ’ όλο που παρερμήνευσαν εν μέρει τη διδασκαλία και τις ιδέες του. Έπειτα, εκθειάστηκε σε όλο του το μεγαλείο από τους φιλοσόφους του Διαφωτισμού και ιδιαίτερα για την Ηθική και τις Φυσικές του απόψεις οι οποίες θεσπίστηκαν ως θεμέλια των επιστημών του ανθρώπου και του κόσμου. Συνεχίζει και επηρεάζει ακόμη και σήμερα με το πολυσχιδές και πολυποίκιλο έργο του, η μελέτη του οποίου προσφέρει λύσεις στα μεγάλα προβλήματα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπη η ανθρωπότητα και στα οποία επίμοχθα κοπιάζει ν’ απαντήσει ικανοποιητικά. Ίσως, βέβαια, να μη μπορεί να δώσει λύσεις στέρεες και αΐδιες ή και εσωτερικά αντιφατικές, πιθανόν εξωπραγματικές, αλλά πάντοτε η ενασχόληση με το έργο του, αποτελεί ένα σημείο αναφοράς για την ανθρώπινη φιλοσοφική σκέψη και την ανέλιξή της στο διάβα των αιώνων.
Γιατί είναι επίκαιρος
Ο Αριστοτέλης δεν είναι επίκαιρος μόνο για το βάθος της αντίληψης που είχε για την πραγματικότητα, αλλά και επειδή προτείνει λύσεις σε ακανθώδη προβλήματα του παρόντος μας. Ζητήματα ηθικής επιλύθηκαν με άριστο τρόπο και αυτό γιατί ο ίδιος πίστευε ότι, εάν πράγματι επιθυμείς την ευτυχία σου, μπορείς να εφαρμόσεις τον τρόπο βάσει του οποίου πρόκειται να την κατορθώσεις. Ιδίως σε τέτοιους χαλεπούς καιρούς, σε εποχές ανατροπής, εισαγωγής και ενστερνισμού νέων, ρηξικέλευθων αντιλήψεων για τη ζωή, που οδηγούν σε υιοθέτηση ωφελιμιστικών νοοτροπιών συμφέροντος και κοπιαστικής αναζήτησης οποιασδήποτε προσοχής προς οικοδόμηση ενός πολυπόθητου «φαίνεσθαι» και μιας εικόνας που προωθεί και ξεπουλά ευτελώς τον εαυτό μας στο βωμό μια πρόσκαιρης και παροδικής επιτυχίας/αναγώρισης, ο μεγάλος φιλόσοφος, με τη διεισδυτικότητα του πνεύματός του, ίσταται ως φάρος που υποδεικνύει τη σωστή οδό, για κάθε περίσταση που συναντάται και ανακύπτει ως εμπόδιο επί της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι η λογική που θα μας οδηγήσει στην αλήθεια και όχι τα συναισθήματα, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι τα αντιληπτικά ερεθίσματα της κάθε αίσθησης είναι εσφαλμένα, απλώς χρειάζονται τον κατάλληλο «ηθμό» που θα οδηγήσει στην εξαγωγή ορθών συμπερασμάτων. Οικοδόμησε ένα οικονομικό μοντέλο για τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης που επικρατούσε στην αρχαία πόλη-κράτος, όρισε τον άνθρωπο ως ον άρρηκτα συνδεδεμένο με το σύνολό στο οποίο εκ φύσεως βρίσκεται και ενυπάρχει, έστρεψε το ενδιαφέρον του στον άνθρωπο, στη φύση, ακόμη και πέραν της φύσεως. Δείχνει ενδιαφέρον γιατί θεωρεί πως όλοι μπορούμε να φιλοσοφούμε αφού έχουμε τα εργαλεία για να το πραγματοποιήσουμε. Αληθώς, είναι ο άνθρωπος που ανόρθωσε σ’ όλη του την εργογραφία την ανθρώπινη νόηση, της απέδωσε τη κορυφή του βάθρου και διατράνωσε τη δυναμικότητα και την ισχύ της. Παραδέχτηκε ότι είναι το σπουδαιότερο χαρακτηριστικό που μας διαφοροποιεί από τα ζώα και το συνέδεσε με την ικανότητα της ελεύθερης επιλογής και σαφώς, με την αποδέσμευσή μας από οπισθοδρομικές δεισιδαιμονίες, προκαταλήψεις και μυθολογικά αφηγήματα που διατείνονται ότι εξηγούν τα πράγματα, όμως, με εμφανώς αντιεπιστημονικό τρόπο που υποβαθμίζει την ανωτερότητα του ορθού λόγου.
Μην ορρωδείτε προ ουδενός. Κάθε οφελής αλλαγή είναι στο χέρι μας, περισσότερο από ποτέ.
Αντώνης Δάγγας*
Προπτυχιακός φοιτητής τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών
e-mail: [email protected]