Λέγεται ότι η ιστορία ενός λαού και η γλώσσα του είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Οι ιστορικές περίοδοι και οι περιπέτειες κάθε λαού αντικατοπτρίζονται και στην ιστορία του και στη γλώσσα του.
Η Ποντιακή Διάλεκτος είναι το γλωσσικό όργανο των πρώτων αποίκων του Πόντου, των Ιώνων της Μιλήτου, οι οποίοι ίδρυσαν τη Σινώπη. Αυτή ιδρύει τα Κοτύωρα, Κερασούντα, Τραπεζούντα και άλλες πόλεις. Οι άποικοι ήρθαν σε επαφή με γηγενείς λαούς, τους οποίους είτε κατέστρεψαν είτε εξελλήνισαν. Έμειναν όμως ως απομεινάρια στην Ποντιακή Διάλεκτο κάποιες από τις λέξεις των λαών αυτών.
Η Διάλεκτος διαμορφώθηκε κατά βάση στη διάρκεια της ελληνιστικής εποχής, περίοδο κατά την οποία ο Πόντος γνωρίζει μεγάλη οικονομική ανάπτυξη με κέντρο την Τραπεζούντα. Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο έχει μια σχετική αυτονομία, με αποτέλεσμα η γλώσσα να διατηρηθεί αλώβητη από τις γλωσσικές επιδράσεις της λατινικής, η οποία ήταν το επίσημο γλωσσικό όργανο της αυτοκρατορίας. Τα δάνεια από τη λατινική είναι σχετικά μικρά, μόλις το 5% των ξένων λέξεων της Ποντιακής Διαλέκτου.
Στα χρόνια του Βυζαντίου παίρνει την οριστική της μορφή. Οι κάτοικοι εκχριστιανίζονται, αλλά αυτοπροσδιορίζονται ως Ρωμαίοι ή Ορωμαίοι. Ο όρος Ρωμαίος όμως ήταν δηλωτικός του υπηκόου της Ρωμαϊκής αυτοκρατορία, δεν δήλωνε εθνική ταυτότητα.
Ξεκομμένοι καθώς ζουν από τον υπόλοιπο ελληνικό κορμό, δεν παρακολουθεί η γλώσσα τους τις εξελίξεις των υπολοίπων Ελλήνων. Στα χρόνια του Βυζαντίου ζουν επίσης ξεκομμένοι από την μητρόπολη της Κωνσταντινούπολης. Ακολουθούν στη συνέχεια οι δυο αιώνες των Μεγαλοκομνηνών και της αυτοκρατορίας του Πόντου. Είναι μια περίοδος οικονομικής ακμής και ανάπτυξης εμπορικών σχέσεων με τους Βενετούς, από τους οποίος δέχονται ελάχιστα γλωσσικά δάνεια.
Τέλος, ακολουθεί η τουρκική κατάκτηση και ο εκτεταμένος γλωσσικός δανεισμός από την τουρκική γλώσσα. Η περίοδος αυτή επηρεάζει αρκετά την Ποντιακή Διάλεκτο, πολύ περισσότερο από κάθε άλλη περίοδο. Παρόλο τον εκτεταμένο δανεισμό λέξεων από την τουρκική γλώσσα, αυτό δεν επηρέασε καθόλου τη δομική της σύσταση, δηλαδή δεν έθιξε τις λειτουργικές δομές της, παρά μόνον περιθωριακά στοιχεία της. Αυτό είναι εμφανές σε φωνολογικό επίπεδο (είναι το ίδιο με αυτό της κοινής νεοελληνικής), στο μορφολογικό επίπεδο (η κλίση των μερών του λόγου είναι ίδιο με αυτό της ελληνικής). Στο συντακτικό μέρος έχουμε μεν επί μέρους επιδράσεις της τουρκικής, αλλά η σύνταξη είναι αυτή της νέας ελληνικής, όπως και των άλλων διαλέκτων.
Αναμφίβολα η επίδραση της τουρκικής στο λεξιλόγιο της Ποντιακής Διαλέκτου είναι μεν εκτεταμένη, αλλά δεν άλλαξε τη μορφή της. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι τουρκικές λέξεις «εξελληνίζονται», δηλαδή εντάσσονται στο κλητικό σύστημα της Ποντιακής και σχηματίζονται πολλά παράγωγα με ελληνικές καταλήξεις.
Η Ποντιακή Διάλεκτος κατάφερε να διατηρήσει αλώβητη τη φυσιογνωμία της και είχε όλους εκείνους τους εσωτερικούς μηχανισμούς να εντάξει μορφολογικά όλες τις ξένες λέξεις στο δικό της κλητικό σύστημα.
Η Ποντιακή Διάλεκτος μιλιόταν στα νότια παράλια του Ευξείνου Πόντου, από την Ινέπολη ως τη Ριζούντα και την Κολχίδα. Στο εσωτερικό της Μ. Ασίας μιλιόταν στις περιοχές νότια της Τραπεζούντας, Γεμουρά, Ματσούκα, Σάντα, Κρώμνη, Χαλδία (περιοχής Αργυρούπολης), Χερίαινα. Ποντιακά μιλούσαν και στις περιοχές των μεταλλωρύχων, Ακνταγ Μαντέν, Μπουλγάρ-μαντέν, Άργανα και αλλού.
Μιλιόταν σε μια γεωγραφική περιοχή πολύ εκτεταμένη και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να διαμορφωθούν τα διάφορα ιδιώματα. Η δημιουργία των ιδιωμάτων οφείλεται στο γεγονός ότι δεν είχαν επαφές και επικοινωνία, εξαιτίας και της διαμόρφωσης του εδάφους με τα πολλά βουνά και τα μεγάλα ποτάμια.
Μετά την ανταλλαγή, η Ποντιακή Διάλεκτος δεν έχει πια γεωγραφική έννοια. Οι Πόντιοι εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Μακεδονία και αναμείχτηκαν μεταξύ τους, αλλά και με άλλους πρόσφυγες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει η διάλεκτος κάτω από την επίδραση των νέων συνθηκών, αλλά και την ολομέτωπη επίθεση της νέας ελληνικής.
Οι αλλαγές αυτές συνίστανται σε γλωσσικό επίπεδο, εγκαταλείφθηκαν πολλές λέξεις, σε επίπεδο σύνταξης και φωνητικής.
Όσον αφορά τα ιδιώματα που αυτά μιλιούνταν στον ελλαδικό χώρο, αφομοιώθηκαν από την κοινή νεοελληνική της εκπαίδευσης και των μέσων επικοινωνίας, χωρίς αυτό όμως να αποκλείει τον τοπικό διαλεκτικό χρωματισμό, κυρίως σε ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας.
Αν εξαιρέσουμε την Κύπρο, όπου η διάλεκτος είναι ζώσα στην καθημερινή ζωή τους, στον ελλαδικό χώρο βλέπουμε να κυριαρχεί η κοινή νεοελληνική, η οποία είναι διαλεκτικά χρωματισμένη σε νησιά όπως η Κρήτη.
Το μέλλον της ποντιακής φαίνεται αισιόδοξο, αν λάβουμε υπόψη μας το μεγάλο ενδιαφέρον των νεώτερων γενιών να τη μελετήσουν και να τη μιλήσουν. Η Ποντιακή Διάλεκτος ως στοιχείο ταυτότητας βρίσκει θα έλεγα πρόσφορο έδαφος στις μέρες μας σε νεώτερες γενιές, τρίτης και τέταρτης γενιάς.
Τη μεγάλη αυτή στροφή έχω την τύχη να την διαπιστώσω ως εκπαιδεύτρια της Ποντιακής Διαλέκτου. Λένε πως μια γλώσσα ή διάλεκτος πεθαίνει, όταν δεν υπάρχουν ζωντανοί ομιλητές. Ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ποντίων Εκπαιδευτικών με μια πολύ δυνατή ομάδα εκπαιδεύει κάθε χρόνο και καθιστά ενεργούς ομιλητές εκατοντάδες ανθρώπους. Ίσως τελικά δεν διαψευστεί αυτό που είπε ο Ι. Παμπούκης «Η Ποντιακή δεν έχει το κουράγιο να πεθάνει». Αντιστεκόμαστε λοιπόν στη φθορά του χρόνου όσο μπορούμε και ελπίζω ότι η διάλεκτος μας δεν θα χαθεί στα χέρια της γενιάς μου, της τρίτης γενιάς στην οποία ανήκω και η ποντιακή είναι η μητρική μου.
Γιώτα Ιωακειμίδου*
Φιλόλογος