Χιλιάδες Έλληνες κατοικούσαν στον Πόντο από την αρχαιότητα και η παρουσία τους στην περιοχή χρονολογείται από την εποχή του Χαλκού. Ελληνικοί πληθυσμοί έρχονται στον Πόντο από την Ελλάδα και την Ιωνία και ιδρύουν ελληνικές αποικίες όπως η Σινώπη και η Τραπεζούντα. Μάλιστα, τον 6ο αιώνα π.Χ. υπήρχαν εβδομήντα πέντε ελληνικές αποικίες στον Πόντο. Η μεγάλη οικονομική ανάπτυξη της περιοχής συνεχίστηκε και στα βυζαντινά χρόνια, μετά τη διάδοση του χριστιανισμού. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους, το 1204, ιδρύθηκε η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, η οποία υπήρξε και σημαντικό πολιτιστικό κέντρο.
Η οθωμανική κατάκτηση, μετά την πτώση της Πόλης το 1453 και της Τραπεζούντας το 1461, υπήρξε ιδιαίτερα σκληρή για τους κατοίκους του Πόντου. Γνώρισαν διώξεις, εγκατέλειψαν τα σπίτια τους, πολλοί σκοτώθηκαν ενώ άλλοι οδηγήθηκαν στον εξισλαμισμό προκειμένου να επιβιώσουν, ενώ στην περιοχή πολλοί αναγκάστηκαν να γίνουν και κρυπτοχριστιανοί.
Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι και την επανάσταση του 1821. Μετά την παραχώρηση του Χάτι Σερίφ (1831) και του Χάτι Χουμαγιούν (1856) οι συνθήκες βελτιώθηκαν και ο Πόντος γνωρίζει νέα οικονομική, πνευματική και πολιτιστική άνθηση. Πόλεις όπως η Σινώπη, η Αμισός, η Αμάσεια, η Κερασούντα, η Τραπεζούντα, η Οδησσός, τα Κοτύωρα κ.α. έσφυζαν από το ελληνικό στοιχείο και διαδραμάτιζαν καθοριστικό ρόλο στην οικονομία της περιοχής. Στα νεότερα χρόνια την ελληνική παρουσία μαρτυρούσαν οι εκκλησίες, τα σχολεία, τα ιδρύματα, οι λέσχες. Πολύ γνωστό ήταν το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας. Παράλληλα κυκλοφορούσαν ελληνικές εφημερίδες και περιοδικά και εκδίδονταν ελληνικά βιβλία στα τυπογραφεία. Έτσι, οι Έλληνες του Πόντου, αρκετά μακριά από την Ελλάδα και τα μικρασιατικά παράλια, αποτελούσαν αναπόσπαστο τμήμα της περιοχής, πρωταγωνιστώντας στην οικονομική και πολιτιστική ζωή του τόπου, διατηρώντας ταυτόχρονα το ελληνικό εθνικό φρόνημα, την ελληνική γλώσσα και τη χριστιανική θρησκεία.
Η προσπάθεια εξόντωσης του ελληνικού στοιχείου ξεκίνησε με την επανάσταση των Νεότουρκων, το 1908, που παρά τις φιλελεύθερες διακηρύξεις τους για ισότητα και ισονομία, εκδήλωσαν ξεκάθαρα τις εθνικιστικές τους επιδιώξεις. Πήρε όμως μεγαλύτερες διαστάσεις με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου το 1914. Καθώς ήταν εμφανής η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θα έπρεπε να εκκαθαριστεί η Ανατολία από τους χριστιανικούς πληθυσμούς (1/3 του συνόλου των κατοίκων) ενώ στη θέση τους έπρεπε να μεταφερθούν μουσουλμάνοι από τα Βαλκάνια, για να ιδρυθεί η «νέα Τουρκία» η οποία θα στηριζόταν στα εξής: ένα κράτος, ένα έθνος, μια γλώσσα μια θρησκεία.
Οι Τούρκοι, στo πλαίσιo του Α΄ Παγκοσμίου, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα τη στρατιωτική ασφάλεια, ξεκινούν τη μεταφορά των χριστιανών του Πόντου στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, με την επιστράτευση όλων από 15 έως 45 ετών και την αποστολή τους στα Τάγματα Εργασίας (αμελέ ταμπουρού). Παράλληλα, αμφισβήτησαν το δικαίωμα των Ελλήνων να ασκούν ελεύθερα τα επαγγέλματά τους και επιπλέον απαγόρευσαν στους μουσουλμάνους να συνεργάζονται επαγγελματικά με τους Έλληνες με την ποινή της τιμωρίας από τις στρατιωτικές αρχές. Άτακτες τουρκικές ορδές επιτίθονταν στα ελληνικά χωριά κλέβοντας, φονεύοντας, αρπάζοντας και κακοποιώντας νέα κορίτσια, λεηλατώντας τα σπίτια και καίγοντας τους οικισμούς.
Πολλοί Πόντιοι αντιδρώντας στην καταπίεση, κατέφυγαν στα βουνά ως αντάρτες ενώ άλλοι εγκατέλειπαν τα παράλια μαζί με τα γυναικόπαιδα , ακολουθώντας τον «λευκό θάνατο», τις ατέλειωτες, βασανιστικές πορείες μέσα σε αντίξοες συνθήκες, στην πείνα, τις κακουχίες και τη δίψα.. Οι διωγμοί και οι εκτοπίσεις συνεχίζονταν και το 1916, όταν ο ρωσικός στρατός μπήκε στην Τραπεζούντα. Οι διώξεις εντάθηκαν με την έκδοση διατάγματος, τον Δεκέμβριο του 1916, που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών από 18 ως 40 ετών και τη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, κάνοντας την αρχή από την Αμισό και την Μπάφρα. Πάρα πολλές χιλιάδες Πόντιοι εξορίστηκαν, άλλοι στράφηκαν στον αντάρτικο αγώνα ενώ πολλοί μετανάστευσαν στη Ρωσία.
Μετά την συνθηκολόγηση της Ρωσίας το 1918 και την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων αυξήθηκαν οι ανελέητες διώξεις σε βάρος των Ποντίων. Μάλιστα ο μισός τουλάχιστον ελληνικός πληθυσμός ακολούθησε τα ρωσικά στρατεύματα που οπισθοχωρούσαν εξαιτίας της τουρκικής απειλής. Το 1919, η εξαγγελία του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Γουίντροου Ουίλσον για την αυτοδιάθεση των λαών, οδήγησε τους Πόντιους να αγωνιστούν για τη δημιουργία μιας αυτόνομης Ποντιακής Δημοκρατίας. Από τους Έλληνες του Πόντου ξεχωρίζουν ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος και ο μητροπολίτης Αμάσειας Γερμανός Καραβαγγέλης . Όμως, ο ερχομός του Κεμάλ Ατατούρκ στην περιοχή τον Μάιο του 1919 οδηγεί σε έξαρση το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα, ενώ αναλαμβάνουν ενεργό δράση οι άτακτες ομάδες (τσέτες) εναντίον των χριστιανών. Πιο συγκεκριμένα, στις 19 Μαΐου ο Κεμάλ αποβιβάζεται στη Σαμψούντα κηρύττοντας τη δεύτερη φάση των διωγμών κατά του ελληνικού στοιχείου. Στα τέλη Μαΐου, ο Κεμάλ αναθέτει στον Τοπάλ Οσμάν τη διενέργεια μαζικών επιχειρήσεων σε βάρος των χριστιανικών πληθυσμών. Γίνονται εκτοπίσεις του ελληνικού στοιχείου και σφαγές στη Σαμψούντα αλλά και σε άλλες πόλεις, ενώ το 1920 πυρπολείται η πόλη Μπάφρα και 6.000 Έλληνες πεθαίνουν. Παράλληλα οργανώνονται «Δικαστήρια Ανεξαρτησίας» στην Αμάσεια και σε άλλες πόλεις όπου καταδικάζονται σε θάνατο οι τοπικοί άρχοντες αλλά και οι πνευματικοί άνθρωποι. Παρά την αντίσταση, μέχρι το καλοκαίρι του 1922 ο Κεμάλ προχωρά ανενόχλητος στη σταδιακή εξόντωση του ποντιακού ελληνισμού. Πόλεις και χωριά λεηλατήθηκαν και κάηκαν, οι κάτοικοι σφαγιάστηκαν, ατιμάστηκαν και εξορίστηκαν. Τον Οκτώβριο του 1922, ο Ατατούρκ συμφωνεί να μεταφερθούν οι Έλληνες του Πόντου με τουρκικά καράβια στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί με ελληνικά πλοία στην Ελλάδα, ενώ το 1924 ο χριστιανικός πληθυσμός του Πόντου θα συμπεριληφθεί στην ελληνοτουρκική σύμβαση για την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Υπολογίζεται ότι την περίοδο 1915-1923 στον Πόντο βρήκαν τραγικό θάνατο 353 χιλιάδες άνθρωποι, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα ζούσαν 700-750 χιλιάδες. Όσοι ξέφυγαν κατέφυγαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία και στην Ελλάδα, κυρίως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη αλλά και σε πόλεις της Βόρειας Ελλάδας.
Ο Κεμάλ Ατατούρκ, στην τουρκική εθνοσυνέλευση της 13ης Αυγούστου το 1923, αναφέρει χαρούμενος : «Επιτέλους, ξεριζώσαμε τους Έλληνες από τον Πόντο». Η ελληνική Βουλή το 1994 ανακήρυξε την 19η Μαΐου ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στον Μικρασιατικό Πόντο» , εστιάζοντας στη συστηματική προσπάθεια εκκαθάρισης των Ελλήνων από την περιοχή. Ο Ποντιακός Ελληνισμός γνώρισε συνεχείς διωγμούς, σφαγές, ξεριζωμούς και προσπάθειες για το βίαιο εξισλαμισμό και εκτουρκισμό του, με αποκορύφωμα τη γενοκτονία εις βάρος του.
Αντιγόνη Καρύτσα*
Φιλόλογος