Λέγοντας βωμολοχία[1] εννοούμε -όπως οι περισσότεροι τουλάχιστον θα γνωρίζουν- τη βρισιά, την αισχρολογία, το άσεμνο αστείο. Ουσιαστικά, πρόκειται για σύνθετη λέξη και παράγεται από τις λέξεις: «βωμός» και «λόχος». Λόχος, άλλωστε, στην Αρχαία Ελληνική σήμαινε τον τόπο ενέδρας, το καρτέρι θα λέγαμε πιο απλά.
Πώς, όμως, η λέξη «βωμολοχία» συνδέθηκε με κάτι τα άσεμνο που ξεστομίζουμε συνήθως όταν βρισκόμαστε σε κάποια κατάσταση έξαρσης ή και θυμού; Η λέξη, λοιπόν, έχει να κάνει με τις επί του βωμού θυσίες κατά την αρχαιότητα. Κατά τη διάρκεια της θυσίας, πολλοί επαίτες/ζητιάνοι στέκονταν γύρω από τον βωμό, περιμένοντας/καρτερώντας ένα κομμάτι κρέας από το θυσιαζόμενο ζώο, που θα τους προσέφερε ο ιεροφάντης, όντας υπεύθυνος της θυσίας, προκειμένου να κορέσουν την πείνα τους.
Τις περισσότερες φορές, λοιπόν, οι επαίτες απαιτούσαν άμεσα ένα κομμάτι κρέας, κάτι που όμως δεν ήταν σωστό, καθώς το κρέας προοριζόταν για τον θεό, οπότε και έπρεπε υπομονετικά να περιμένουν μέχρι την ολοκλήρωση της τελετής. Κάτι τέτοιο, βέβαια, ήταν αρκετά δύσκολο, καθώς η πείνα είναι κακός σύμβουλος. Έτσι, πολλοί από αυτούς διεκδικούσαν το μερίδιό τους με τρόπο τέτοιο που δεν άρμοζε στον τόπο και τον χρόνο, χυδαιολογώντας, υβρίζοντας, σύροντας τα «εξ αμάξης» σε όποιον ήταν εμπόδιο στον σκοπό τους. Το αποτέλεσμα ήταν να αρχίσει ένας ατελείωτος τσακωμός μεταξύ επαίτη και ιεροφάντη, που πολύ συχνά κατέληγε σε μία ατελείωτη σειρά ύβρεων. Μέσα, λοιπόν, από αυτόν τον μη ευπρεπή διάλογο/στιχομυθία, γεννήθηκε και η λέξη «βωμολοχία», αποτυπώνοντας με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο ένα αστείρευτο σε έμπνευση και κακής ποιότητας λεξιλόγιο που μπορεί να χρησιμοποιήσει οποιοσδήποτε προκειμένου να «στολίσει» κάποιον. Πώς προήλθε, όμως, η φράση «του έσυρε τα εξ αμάξης», που χρησιμοποιούμε προκειμένου να δώσουμε έμφαση στον εν λόγω «στολισμό»;
Οι Αθηναίοι, λοιπόν, ως γνωστόν απέδιδαν ιδιαίτερες τιμές στη θεά Δήμητρα. Μάλιστα, προς τιμή της είχαμε τη μεγάλη πομπή των Ελευσίνιων Μυστηρίων, που ακολουθούσαν μόνο οι «γνήσιοι» Αθηναίοι πολίτες. Όλοι οι υπόλοιποι δεν είχαν αυτό το δικαίωμα, γεγονός που αρκετά συχνά προκαλούσε και τον θυμό τους. Μάλιστα, για τα δεδομένα εκείνης της εποχής, η παρουσία τους απαγορευόταν, καθώς θεωρούσαν ότι κάτι τέτοιο θα μόλυνε τη μεγαλοπρεπή γιορτή.
Αρκετά συχνά, λοιπόν, πολλοί από αυτούς που θεωρούνταν «ανεπιθύμητοι» συγκεντρώνονταν κάτω από τη γέφυρα του Κηφισού και την ώρα που περνούσαν από μπροστά τους οι συμμετέχοντες στην πομπή έβριζαν, χειρονομούσαν και γενικά έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειμένου να «διαπομπεύσουν» όσους προσκυνητές επέστρεφαν περιχαρείς από τα Ελευσίνια Μυστήρια. Οι τελευταίοι, βέβαια, δεν έμεναν με «σταυρωμένα τα χέρια», αλλά πάνω από τις άμαξες, οι οποίες τους μετέφεραν, ανταπέδιδαν όλες αυτές τις βρισιές. Έτσι, όσες βρισιές ξεστόμιζαν όσοι ήταν πάνω στη γέφυρα (οι γεφυριστές) ονομάστηκαν «γεφυρισμοί», οι δε απαντήσεις των πανηγυριωτών που, βρίσκονταν πάνω στα αμάξια: «Τα εξ αμάξης»….
Βιβλιογραφία: “3.000 λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις” του Τάκη Νατσούλη, Εκδόσεις Σμυρνιωτάκη…
[1] Στο λεξικό Liddell-Scott, «βωμολοχώ» σημαίνει περιμένω δίπλα στο βωμό για να κλέψω το κρέας από τις θυσίες, συνακόλουθα επαιτώ, ή ασκώ αγυρτεία. Σύμφωνα με το λεξικό Σουϊδα (Σούδα) «βωμολόχος» είναι «ο κακούργος, ο ασεβής, παρά τους λοχώντας τα εν τοις βωμοίς επιτιθέμενα θύματα, ή τους θύοντας, ίνα αιτήσαντες λάβωσι τι».
Άρης Ιωαννίδης*
Φιλόλογος