Οι Έλληνες πριν από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. φαντάζονταν τον Εύξεινο Πόντο ως Ωκεανό, όπου υπήρχε το βασίλειο των νεκρών και το χάος. Αυτή η αντίληψη προκαλούσε το δέος και τον τρόμο τους για την περιοχή. Όταν αρχίζουν οι εγκαταστάσεις τους εκεί στο τελευταίο τέταρτο του 7ου αιώνα, ανακάλυψαν και αξιοποίησαν τις βόρειες και ανατολικές ακτές.
Στην περιοχή κατοικούσαν νομαδικοί ή ημινομαδικοί λαοί ποικίλης εθνικής προέλευσης: Παφλαγόνες, Καππαδόκες, Ιβαρηνοί, Μυσοί, Δρίλες, Χάλυβες, Μόσοι, Μακρωνες, Κόλχοι, Τζάνοι κ.ά.
Πρώτη χρονολογικά αποικία που ιδρύθηκε στον Πόντο ήταν η Σινώπη. Σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές την πόλη ίδρυσε ο Θεσσαλός Αυτόλυκος, σύντροφος του Ηρακλή κατά την Αργοναυτική εκστρατεία, σύμφωνα με αυτή την εκδοχή επομένως οι άποικοι έφτασαν πριν την ομηρική εποχή.
Κατ΄ άλλη παράδοση η Σινώπη ιδρύθηκε από τον Αβρόδοντα ή ΄Αβρο, ο οποίος καταγόταν από τη Μίλητο. Οι αρχαίες πηγές συμφωνούν ότι την ίδρυσαν οι Μιλήσιοι. Η Σινώπη ιδρύθηκε περίπου στα μέσα του 7ου αιώνα π.Χ. εικάζεται ότι έτος ίδρυσης είναι το 632/631. Η αρχαιολογική σκαπάνη δεν έφερε ακόμα κτίσματα της εποχής εκείνης, παρά μόνον κεραμικά σκεύη, αφού μέχρι το 1998 λειτουργούσαν εκεί οι φυλακές υψίστης ασφαλείας της Τουρκίας.
Βασικός λόγος της ίδρυσης των αποικιών στην περιοχή εκείνη ήταν η ύπαρξη με μεταλλεία αργυρού και σιδήρου. Κτίστηκε σε μια περιοχή που είχε πολλά φυσικά πλεονεκτήματα. Το λιμάνι προστατευόταν από τους ισχυρούς βόρειους ανέμους που έπνεαν στην περιοχή. Η πόλη βρισκόταν στη στενή λωρίδα που συνέδεε το βραχώδες ακρωτήριο Πηδάλιο με την χερσόνησο Συριάδα και είχε δυο κόλπους, το βόρειο και το νότιο, το οποίο ήταν και το κύριο λιμάνι της πόλης. Σύμφωνα με τον Στράβωνα και τον Πολύβιο οι άποικοι εκμεταλλεύτηκαν τα φυσικά λιμάνια που σχηματίζονταν εκεί και έχτισαν την Σινώπη σε αυτόν τον ισθμό.
Τα βουνά την προστάτευαν από εχθρικές εισβολές στα νότια και τέλος την περιέβαλλαν γόνιμα εδάφη κατάλληλα να θρέψουν τον πληθυσμό της.
Στα μέσα του 5ου αιώνα π. Χ. διαθέτει έναν ισχυρό στόλο, ο οποίος της εξασφαλίζει την κυριαρχία σε όλη την περιοχή. Πληροφορίες για την πόλη έχουμε από τους αρχαίους Στράβωνα και Πολύβιο. Ο Στράβων αναφέρεται στα ισχυρά τείχη της Σινώπης, το μεγαλοπρεπές γυμνάσιο, την αγορά και τα προπύλαια. Ενώ ο Πολύβιος κάνει λόγο για την ανέγερση αμυντικών εγκαταστάσεων και τον εξοπλισμό της από τους Ρόδιους με καταπέλτες προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις του Μιθριδάτη του Γ΄ (3ος αιώνας π. Χ. ).
Μεγάλο πρόβλημα ήταν η έλλειψη πόσιμου νερού και το γεγονός ότι ήταν αποκομμένη από την περιφέρεια. Η πόλη είχε μεγάλη ευμάρεια από τα κέρδη που της απέφερε το λιμάνι της. Είχε εμπορικές σχέσεις με την Ρόδο, Δήλο και έπαιζε το ρόλο λιμανιού της Καππαδοκίας. Οι χερσαίοι δρόμοι την ένωναν με την Ανατολή, τη Δύση και τον δρόμο του μεταξιού.
Η Σινώπη διατηρούσε σχέσεις με την Αθήνα. Όπως γνωρίζουμε από τις αρχαίες πηγές το 430 π. Χ. ο Περικλής και ο Λάμαχος ανέτρεψαν τον τύραννο της Σινώπης Τιμησίλαο, αφού έπλευσαν εκεί με μεγάλη ναυτική δύναμη. Λίγο αργότερα ο Περικλής έστειλε εκεί 400 Αθηναίους έποικους, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στα σπίτια των φίλων του τυράννου και πήραν και τις περιουσίες τους (Πλούταρχος, Περικλής 20). Αυτό καταδεικνύεται και από τις αρχαιολογικές ανασκαφές, καθώς πολλές επιτύμβιες στήλες φανερώνουν την αθηναϊκή καταγωγή των νεκρών.
Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, η Σινώπη ίδρυσε την Τραπεζούντα, τα Κοτύωρα και την Κερασούντα. Οι πόλεις αυτές πλήρωναν φόρο υποτελείας στη Σινώπη με αντάλλαγμα την προστασία τους από εξωτερικές απειλές.
Τα περιορισμένα αρχαιολογικά ευρήματα δεν μας επιτρέπουν να έχουμε σαφείς πληροφορίες για τους αιώνες 4ο και 3ο π.Χ. κάποια νομίσματα που βρέθηκαν με την μορφή του Δατάμη, σατράπη της Καππαδοκίας, μας δίνουν πληροφορίες για την επίθεση του Δατάμη εναντίον της Σινώπης.
Στα 220 π. Χ. επεχείρησε να την ενσωματώσει στο Βασίλειο του Πόντου ο Μιθριδάτης ο Β΄. Δεν τα κατάφερε όμως, γιατί τους βοήθησαν οι Ρόδιοι προσφέροντάς τους μεγάλη οικονομική βοήθεια και αμυντικό εξοπλισμό. Τελικά την πόλη κατέκτησε ο Φαρνάκης Α΄ το 183 π. Χ. και η Σινώπη έγινε η πρωτεύουσα των Μιθριδατών, όπου και γεννήθηκε ο Μιθριδάτης ο Στ΄ ο Ευπάτωρ.
Το 70 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Λούκουλλος πολιορκεί την πόλη, την καταλαμβάνει και της παραχωρεί την αυτονομία της με διοικητή τον Φαρνάκη. Το 47 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας επανίδρυσε την πόλη ως ρωμαϊκή αποικία με την ονομασία Colonia Julia Felix Sinope. Στα ρωμαϊκά χρόνια είχε οικονομική ευμάρεια, όπως καταδεικνύεται από το χτίσιμο υδρευτικών καναλιών, τα οποία έφεραν καθαρό νερό στην πόλη από απόσταση 25 χιλιομέτρων.
Η οικονομική ευμάρεια της Σινώπης προερχόταν από την αλιεία, την υλοτομία και το εμπόριο. Οι Σινωπείς ήταν αλιείς, ναυπηγούσαν ψαράδικα πλοία, έφτιαχναν δίχτυα, πάστωναν και συσκεύαζαν ψάρια. Σύμφωνα με τον Αιλιανό (στο έργο του Aelianii de natura animalium), ψάρευαν τόνο και κεφάλους, που απέφεραν πολλά κέρδη.
Η περιοχή της Σινώπης καλυπτόταν από πυκνά δάση με έλατα, σφεντάμια και βελανιδιές. Σύμφωνα με πληροφορίες που αντλούμε από τον Θεόφραστο με ξυλεία από τα δάση αυτά ναυπηγούνταν πολλά από τα πλοία της αρχαιότητας ήδη από τα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Ο Πόντιος γεωγράφος Στράβων μας πληροφορεί ότι στην περιοχή καλλιεργούνταν πολλά ελαιόδεντρα και είναι πολύ πιθανόν να εμπορεύονταν λάδι οι Σινωπείς, γεγονός που επιβεβαιώνεται από πλήθος σινωπικών αμφορέων που βρέθηκαν στις βόρειες και δυτικές ακτές του Πόντου.
Το μονοπώλιο της περίφημης «σινωπικής βαφής» τους απέφερε επίσης πολύ μεγάλα κέρδη. Ήταν μια κόκκινη βαφή που τη χρησιμοποιούσαν στη ζωγραφική, στα σχέδια και την ιατρική. Ο Robert (Robert, L.,Noms Indigènes dans l’Asie–Mineure Greco–romaine 1er partie Paris 1963) σελ. 182.) αναφέρει ότι ο σινωπικός κρόκος εξαγόταν από τη Σινώπη ως το 1855.
Πριν την έλευση του χριστιανού υπήρχε στην περιοχή θρησκευτικός συγκρητισμός, δηλαδή λατρεύονταν οι θεοί του ελληνικού δωδεκάθεου, αλλά στα χρόνια των Μιθριδατών, οι οποίοι έλκουν την καταγωγή τους στην Περσία, λατρεύονται και οι περσικές θεότητες, όπως ο Σέραπις και η Ίσις. Ο ιστορικός Τάκιτος αναφέρει ότι υπήρχε στη Σινώπη ιερό προς τιμήν του θεού Σεράπιδος και της Ίσιδος, οι ανασκαφές έφεραν στο φως το ιερό αυτό, αν και δεν είναι τόσο λαμπρό, όπως αναφέρει ο Τάκιτος.
Στα κατοπινά χρόνια η Σινώπη συνέχισε την ιστορική της παρουσία στον Πόντο σαν επαρχία πια του Βυζαντίου.
Γιώτα Ιωακειμίδου*
Φιλόλογος