Τώνια Τσαρούχα

Της Τώνιας Τσαρούχα

O άλτε κόκερ (όπως είναι ο παλιόγερος στα γίντις), σαρκολάτρης μαριονετίστας, Μίκι Σάμπαθ, θυμίζει προγενέστερους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες του Ροθ. Με το άσεμνο θέατρο των δακτύλων του αμφισβητεί, σατιρίζει και αποκαθηλώνει το αμερικανικό ειδύλλιο της ανεξάντλητης ευμάρειας και της ανεμπόδιστης προσωπικής ανάπτυξης.

Όπως και άλλοι διαφθορείς του «Ρόθιου» σύμπαντος παρενοχλεί επαρχιακά νυμφίδια, αλλά και σεβάσμιες δέσποινες της προοδευτικής μπουρζουαζίας και διαπλάθει σεξουαλικά την Κροάτισσα ερωμένη του. Η Ντρένκα λειτουργεί ως συνέταιρος και συνωμότης του στο πανηδονιστικό όραμα του για τη ζωή. Και γι’ αυτό μετά το θάνατο της αναφωνεί ως άλλος Φλωμπέρ: «Η Ντρένκα είναι εγώ. Είμαι η Ντρένκα».

Ο Ροθ έχει κατηγορηθεί ως μισογύνης και υπάρχουν πλείστα αποσπάσματα στο βιβλίο που ρίχνουν νερό στο μύλο των κατηγόρων του. Ο αντισημιτισμός είναι τo έτερο ανθρώπινο στίγμα που του προσάπτουν. Παρομοίως και το alter ego του, Ο Σάμπαθ, είναι εκφραστής σεξιστικών και γενικότερα unpolitically correct απόψεων. Έτσι, όταν κάποιος ρωτάει τον Σαμπάθ αν του αρέσουν τα ανέκδοτα που δεν μιλάνε και πολύ κολακευτικά για τις γυναίκες, εκείνος τον διαβεβαιώνει πως μόνο αυτά του αρέσουν…

Επιπλέον, στο βιβλίο καταφέρεται με την ανελέητη, κι ωστόσο πάντα ραφιναρισμένη του σάτιρα, όχι μόνο ενάντια στους Εβραίους αλλά και στους Γιαπωνέζους. Στην περίπτωση όμως αυτή, το όποιο φυλετικό μίσος απορρέει απ’ το ανεπούλωτο τραύμα της απώλειας του αδερφού του κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Συγχρόνως είναι και μια μορφή εναντίωσης στον υποκριτικό, πολιτικό ορθολογισμό των εύπορων, προοδευτικών, αλλά εν τέλει κομφορμιστών Αμερικανών.

Στην πραγματικότητα ο Σάμπαθ είναι ένα πολυπλόκαμο συνονθύλευμα αντιφάσεων και εσωτερικών συγκρούσεων, ίδιον κάθε άξιου λόγου μυθιστορηματικού χαρακτήρα. Από τη μία είναι φορέας σεξιστικού λόγου, κι απ’ την άλλη εκφράζει τον ειλικρινή θαυμασμό του μπροστά σε γυναίκες που τον συναρπάζουν με την ευφυΐα ή τον αισθησιασμό τους.

Αξίζει επίσης να αναφερθεί η επίσκεψη στο εβραϊκό κοιμητήριο, που στην ουσία είναι μια απότιση φόρου τιμής, μιας κυριολεκτικά επιστροφή στις ρίζες του. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να προπληρώσει τον προσωπικό του τάφο προκειμένου να θαφτεί ανάμεσα τους, αμέσως μετά απ’ την επικείμενη αυτοχειρία του, πράγμα που την τελευταία στιγμή μετανιώνει.

Η καταληκτική φράση: «Πού να πάει; όλα όσα μισούσε βρίσκονται εδώ» καταρρίπτει όλες της κατηγορίες που του έχουν προσάψει. Είναι η φράση με την οποία ο Σάμπαθ δικαιολογεί τη βασική αιτία που αποτρέπει την αυτοκτονία του. Ό,τι μισεί, ή μάλλον ό,τι αγαπάει να μισεί, είναι που τον κάνει να θέλει να παραμείνει θυελλωδώς ζωντανός. Έτσι θα συνεχίσει την άσεμνη χρήση των πρησμένων απ’ την αρθρίτιδα πλέον δακτύλων του, ως μια μορφή διαμαρτυρίας και εναντίωσης στον καθωσπρεπισμό και στην καταπίεση αλλά και ως ξόρκι απέναντι στη φθορά και στο θάνατο.

Το μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ «Το θέατρο του Σαμπάθ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση του Ανδρέα Β. Βαχλιώτη και επιμέλεια της Κατερίνας Σχινά

Τώνια Τσαρούχα*

Ακολουθήστε την επίσημη σελίδα μας στο facebook schooltime για να βλέπετε τις σημαντικότερες ειδήσεις στη ροή του schooltime.gr

Ακολουθήστε μας στο facebook