Η ανάγκη της επικοινωνίας είναι σύμφυτη με τον άνθρωπο από την εμφάνισή του πάνω στη γη. Από τους ημεροδρόμους στην Αρχαία Ελλάδα φτάσαμε σήμερα στο διαδίκτυο και από τις επιστολές στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.
Οι Σαήδες του Πόντου είχαν κοινά χαρακτηριστικά με τους ημεροδρόμους της αρχαίας Ελλάδας. Οι ημεροδρόμοι ήταν έφιπποι αφενός, αλλά και πολύ έμπιστοι στο να μεταφέρουν μηνύματα, επιστολές και να αναγγέλλουν σημαντικά γεγονότα, όπως ο Φειδιππίδης, ο οποίος ανήγγειλε στους Αθηναίους τη νίκη του Μαραθώνα.
Στον Πόντο υπήρχαν οι Σαήδες, ιδιωτικοί ταχυδρόμοι. Η λέξη είναι αραβική, sais=ιπποκόμος, και στη συνέχεια η λέξη πήρε τη σημασία του εξ επαγγέλματος κομιστή επιστολών. Ο Σαής ήταν άτομο εμπιστοσύνης, τίμιος, γιατί εκτός από επιστολές μετέφερε προσωπικά μηνύματα και χρήματα.
Ήταν ο κρίκος που ένωνε τους ξενιτεμένους με τις οικογένειες τους. Κάποιες φορές συνόδευε τις συζύγους και τις μητέρες των ξενιτεμένων στα πολυήμερα ταξίδια τους, ως ένα πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης τους.
Με την οργάνωση των ταχυδρομείων το επάγγελμα του Σαή εξέλιπε κατά τον 10 αιώνα μΧ. Ήδη από τον 6ο αιώνα, όπως μας πληροφορεί ο Προκόπιος, το ταχυδρομείο γινόταν με τα γρήγορα άλογα, τα κουντούρας (με κοντή, κομμένη ουρά, για να τρέχουν καλύτερα).
Επιστολές δεν μπορούσαν να γράψουν όλοι, παρά μόνον όσοι ήξεραν γράμματα, συνήθως ο παπάς και ο δάσκαλος.
Οι επιστολές γράφονταν στην Ποντιακή και είχαν ένα συγκεκριμένο τυπικό. «’ύειας και χαιρετίας απ΄εμέν τη μάνα σ΄ την Θοδώρα σ’ εσε ΄ν τον γιον τον Αλέξιον. Χαιρετούνε σε πα ούλ’ οι συγγενοί και οι φίλ. Και ακολουθούσε μακρύς κατάλογος ονομάτων.
Όταν ο επιστολογράφος ήταν ο ξενιτεμένος έστελνε χαιρετίσματα σε όλους τους συγγενείς και φίλους ονομαστικά σύμφωνα με την ηλικία τους και τον βαθμό της συγγένειας. Έκλεινε συνήθως με τη φράση: «χαιρετίσματα απ΄ εμέν τον γιο σ’ τον Γιωρίκα σ΄εσέν τον κύρη μ΄ τον Πανίκα και φιλώ το ζερβόν το χέρ΄ι-σ και το ποδάριρ-ι-ς και γυρεύω την ευχήν σ’ . Όταν απευθυνόταν στη σύζυγό του «χαιρετίας απ΄ εμέν τον σύζυγόν σου Δημήτριον σ΄ εσε΄ν την σύζυγό μου Πηλώνη».
Με την ίδρυση σχολείων στις αρχές του 20ου αιώνα άρχισαν να βάζουν μέσα και νεοελληνικά. π.χ. «Αν ερωτάς δι’ εμένα μάθε ότι είμαι καλά και καλή αντάμωσιν να έχομεν με τη βοήθεια της Υπεραγίας Θεοτόκου».
Όταν άρχισε να μπαίνει στα σχολεία η καθαρεύουσα και ο λόγος των λογίων, τότε έχουμε τα εξής δείγματα: «Υπτίοις χερσίν εγενόμεθα κάτοχοι της επιστολής ταύτης…». Ο πατέρας πια αποκαλείται φιλοστοργότατος και τα παιδιά προσφιλέστατα.
Δεν λείπουν και τα κωμικά και τα ευτράπελα, όταν αγράμματες γυναίκες απαιτούν από τον δάσκαλο να γραφτεί η επιστολή στην καθαρεύουσα, αλλά όταν τη διαβάζει ο δάσκαλος για την επικύρωση, δεν την αναγνωρίζουν και διαμαρτύρονται.
Θα παραθέσω την επιστολή του μελλοθάνατου, καταδικασμένου από τα δικαστήρια της ανεξαρτησίας, Αλέξανδρου Ακριτίδη, εργοστασιάρχη Τραπεζούντας, λίγο πριν απαγχονιστεί από τους Τούρκους:
«Αγαπητή μου σύζυγε Κλειώ. Σήμερα εκάναμεν λειτουργίαν και κοινωνήσαμεν όλοι μας, 150 τον αριθμόν. Καθ ημέραν ανά εξήντα τον αριθμόν απαγχονίζουν, αύριο είναι η δική μου η σειρά. Πόσες φορές σήμερα έκλαψα αλλά πού ωφελεί; Όταν θα ακούσης το λυπηρόν γεγονός να μην χαλάση ο κόσμος, έτσι ήτον πεπρωμένον, τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν. Ας βλέπω να κανονίσης ολα όπως ξέρης εσύ. Ο αγαπητός μου Θόδωρος ας αναλαμβάνη πατρικά καθήκοντα, και να μην αδικήση κανέναν, τα παιδιά τον Γέργον, να τελειώση το σχολείο και να γίνη καλός πολίτης. Τον Γιάννην ας τον έχη μαζί του στη δουλειά, τα μικρά τον Παναγιώτην να τον στείλης στο σχολείον, την Βαλεντίνην να την μάθης ραπτικήν. Την Φωφών να μην χωρίζεσαι ενόσω ζής. Ο αγαπητός Στάθιος ας διεκπεραιώση τα υποθέσεις μου δωρεάν και ας έχει την ευχήν μου. Ο Πάπα Συμεών ας με μνημονεύση ενόσω ζή, να μη κάνης σαρανταλείτουργον, μνημόσυνον, να δώσεις 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μέριμναν, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον.
Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδερφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι μου.
Αντίο σας, βαίνω προς τον πατέρα μου και συγχωρήσατέ με.
Αλέξανδρος Ακριτίδης
Γιώτα Ιωακειμίδου*
Φιλόλογος