Γιώτα Ιωακειμίδου

Της Γιώτας Ιωακειμίδου

Καταρχήν πρόκειται για διάλεκτο και όχι για γλώσσα. Η ελληνική γλώσσα δεν διαφοροποιήθηκε τόσο πολύ, ώστε να διασπαστεί σε γλώσσες, όπως έγινε με τη Λατινική, από την οποία προήλθαν οι λατινογενείς γλώσσες, ιταλικά, γαλλικά, ισπανικά, πορτογαλικά, ρουμάνικα κ.ά.

Η διαφορά πάλι ανάμεσα στη διάλεκτο και το ιδίωμα είναι η εξής: η διάλεκτος διαφέρει σημαντικά από την κοινή ομιλούμενη γλώσσα, ενώ το ιδίωμα διαφέρει πολύ λιγότερο. Διάλεκτοι ήταν τα ποντιακά, κατωιταλικά, τσακώνικα, καππαδοκικά, ενώ ιδιώματα πελοποννησιακά, ηπειρωτικά, χιώτικα, θεσσαλικά κ.ά.

Η Ποντιακή θα ήταν γλώσσα στην περίπτωση που οι διαφορές της από την κοινή νεοελληνική σε επίπεδο φωνολογίας, μορφολογίας, σύνταξης και λεξιλογίου θα ήταν πολύ βαθιές και εκτεταμένες.

Βεβαίως, οι διάλεκτοι δεν είναι κατώτερες από μια γλώσσα, μια διάλεκτος μπορεί να γίνει κοινή καθομιλουμένη γλώσσα κάτω από ορισμένες ιστορικές συνθήκες. Αυτό συνέβη με τη λατινική, το γλωσσικό ιδίωμα των κατοίκων του Λατίου, αυτό συνέβη και με την κοινή νεοελληνική, η οποία βασίζεται στο πελοποννησιακό ιδίωμα.

Τον πρώτο αποικισμό του Πόντου κατά τον 8ο αιώνα π.Χ. έκαναν οι Μιλήσιοι ιδρύοντας αρχικά τη Σινώπη και στη συνέχεια τα Κοτύωρα, Κερασούντα, Τραπεζούντα κ.ά. Η γλώσσα των πρώτων αποίκων ήταν η ιωνική διάλεκτος. Συντηρητική καθώς είναι η κοινωνία κρατά τη γλώσσα, η οποία παίρνει την οριστική της μορφή στα χρόνια της πρώιμης Ρωμαϊκής κατάκτησης και διαμορφώνεται από την επίδραση της ελληνιστικής κοινής.

Οι Ρωμαίοι άφησαν κάποια αυτονομία στις πόλεις του Πόντου με αποτέλεσμα να διατηρηθεί η γλώσσα με μικρές επιδράσεις από τη Λατινική. Με τον εκχριστιανισμό τους κάτω από την διοίκηση του βυζαντινού κράτους η γλώσσα που μιλάνε παίρνει πια την οριστική της μορφή.

Αποκομμένοι καθώς είναι από τον υπόλοιπο ελλαδικό κορμό διατηρούν δομές και λεξιλόγιο που χάνονται στις άλλες περιοχές λόγω της εξέλιξης της γλώσσας. Στα χρόνια του κράτους των Κομνηνών δέχονται μικρές επιρροές στο γλωσσικό τους όργανο από τους Φράγκους, με τους οποίους έχουν στενές εμπορικές σχέσεις, καθώς το λιμάνι της Τραπεζούντας είναι κόμβος για το εμπόριο Ανατολής-Δύσης.

Τέλος ερχόμαστε στην τουρκική κατάκτηση. Οι λεξιλογικές εισροές ήταν αρκετά εκτεταμένες. Αντίστοιχες εισροές είχαμε και στην Ελλάδα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όμως μετά την απελευθέρωση επιχειρήθηκε σε εκτεταμένη κλίμακα ο εξελληνισμός της γλώσσας και η αποβολή των τουρκικών λέξεων. Παρόλα αυτά οι επιρροές αυτές δεν αλλοίωσαν την δομική σύσταση της Ποντιακής. Δεν επηρέασαν τα δομικά της στοιχεία, παρά μόνον περιθωριακά στοιχεία της, η ποσότητα δεν επηρέασα την ποιότητα. Αυτό συνέβη, επειδή η Ποντιακή Διάλεκτος αφομοίωσε, εξελλήνισε και ενέταξε στο κλητικό και παραγωγικό της σύστημα τις τουρκικές λέξεις. Έτσι λόγου χάρη η τουρκική λέξη beslemek = τρέφω πέρασε στην ποντιακή με κατάληξη – εύω, πεσλεεύω, αρτουρεύω = αυξάνω, περισεύω (artimak), τολανεύω = περιφέρομαι (dolanmak), γαπατουρεύω = καλύπτω (kapamak), γουρεύω = στήνω (kurmak), γαβουρεύω = τηγανίζω (kaurmak) και πολλές άλλες ακολουθώντας όλες το ελληνικό κλητικό σύστημα, όπως το γυρεύω.

Η ποντιακή έχει και αυτή πολλά ιδιώματα. Αυτό οφείλεται στη μεγάλη γεωγραφική περιοχή όπου μιλιόταν η Διάλεκτος από την Ινέπολη μέχρι Ριζούντα και σε μεγάλο βάθος της ενδοχώρας. Όλες αυτές οι περιοχές δεν είχαν επικοινωνία λόγω των αποστάσεων και των συνθηκών που επικρατούσαν. Έτσι διαμορφώθηκαν τοπικά ιδιώματα.

Τα ιδιώματα αυτά είναι τα εξής κατά τον Άνθιμο Α. Παπαδόπουλο:

Το ιδίωμα της Ινεπόλεως

Αυτό μιλιόταν στον Δυτικό Πόντο και είχε υποστεί μεγάλη επίδραση της κοινής νεοελληνικής. Χαρακτηριστικό του ιδιώματος η άρνηση δεν, ενώ στα άλλα ιδιώματα έχουμε το ουκί<’κι’<‘κ’, ουτσ’.

Αμισού

Πρόκειται για μεικτό γλωσσικό ιδίωμα Ελλήνων, που προερχόταν από την Καππαδοκία, την Κωνσταντινούπολη, την Οινόη, τη Χαλδία και άλλα μέρη του Πόντου.

Οινόης

Διαφέρει από τα άλλα ιδιώματα, υπερτονίζεται το τελικό ν ακόμα και σε ουσιαστικά αρσενικού γένους, όπως ο κριτήν, ο Νικόλαν, ο πεντικόν; κ.ά.

Κερασούντος Το ιδίωμα διατηρεί το τελικό ν, αλλά και τα άτονα φωνήεντα ι, υ

Όφεως και Σουρμένων

Στο ιδίωμα αυτό αποβάλλονται το τελικό ν και τα άτονα ι. υ, π.χ. ο άρκο, ο πάππο, ο λύκο

Τραπεζούντος, Ματσούκας, Σάντας και Χαλδίας

Στο ιδίωμα αυτό μιλούσαν τα 9/10 σχεδόν του πληθυσμού των Ελλήνων του Πόντου. Σ’ αυτό είναι συχνή η συγκοπή φωνηέντων, όπως: Αντώντς, ανεφέλτς, κ.ά. Εμφανίζεται σε πολλές λέξεις φθόγγος, που δηλώνεται με το γερμανικό umlaut: όπως έρ, πουδάρ, χωράφ κλπ. Τα θηλυκά ουσιαστικά έχουν κατάληξη –ε αντί –η, π.χ. νύφε αντί νύφη.

Ο Δ. Τομπαΐδης, που ασχολήθηκε εκτενώς με την Ποντιακή Διάλεκτο, κατατάσσει τα ιδιώματα ως εξής:

α. Τραπεζούντας, Ματσούκας, Σάντας και Χαλδίας. Ήταν η πολυπληθέστερη διαλεκτική ομάδα κατά τον Α. Α. Παπαδόπουλο.

β. Το ιδίωμα Όφη και των Σουρμένων

γ. Το ιδίωμα Κερασούντος και Τρίπολης

δ. Το ιδίωμα της Οινόης

ε. Το ιδίωμα της Αμισού

στ. Το ιδίωμα της Ινέπολης

Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης στη Νεοελληνική Γραμματική του (σ.288) τα κατατάσσει ως εξής:

Οινουντιακά: Οινόη, Άνω Αμισός, Σινώπη, Ινέπολη, με έντονες επιδράσεις από την κοινή νεοελληνική

Τραπεζουντιακά: Τραπεζούντα, Σούρμενα, Όφη, Ριζέ, Λιβερά, Ματσούκα, Τρίπολη, Κερασούντα

Χαλδιώτικα: Αργυρούπολη, Σάντα, Κρώμνη, Πουλαντζάκι, Ορντού, Σερίενα, Νικόπολη, Τουρψί, Σεμπίν Καραχισάρ και νότιες αποικίες μεταλλωρύχων, με μεγαλύτερες επιδράσεις από την τουρκική.

Ως μικρότερα ιδιώματα μπορούν να αναφερθούν των Κοτυώρων, της Σινώπης, της Νικόπολης κ.ά.

Τα κριτήριά του όμως, δεν είναι τόσο γλωσσολογικά, όσο γεωγραφικά.

Κάποιοι ανεβάζουν τα ιδιώματα της Ποντιακής Διαλέκτου στον αριθμό εκατό. Ο αριθμός αυτός μοιάζει αυθαίρετος, μια και οι ελαχιστότατες διαφορές ανάμεσα σε κάποιες λέξεις δεν μπορούν να σχηματίσουν και αυτοτελές ιδίωμα.

Η Ποντιακή Διάλεκτος, όπως είναι φυσικό επακόλουθο, έχει υποστεί την έντονη επίδραση της νεοελληνικής διαλέκτου στη μητροπολιτική Ελλάδα.

Γιώτα Ιωακειμίδου*
Φιλόλογος

Ακολουθήστε την επίσημη σελίδα μας στο facebook schooltime για να βλέπετε τις σημαντικότερες ειδήσεις στη ροή του schooltime.gr

Ακολουθήστε μας στο facebook