Ο Αύγουστος, ο τρίτος και θερμότερος μήνας του καλοκαιριού, λουσμένος με το φως του ήλιου και του ολόγιομου φεγγαριού, της πανσελήνου που τόσο έχει υμνηθεί, αλλά και του έναστρου ουρανού έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των Ελλήνων λογοτεχνών. Άμεσα συνυφασμένος με την αφόρητη ζέστη, τις διακοπές, τη θάλασσα, τον έρωτα αλλά και τη θρησκευτική μας παράδοση αποτέλεσε πηγή θαυμασμού και μέσο εξωτερίκευσης των συναισθημάτων τους.
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γράφει το διήγημά του «Ρεμβασμός του Δεκαπενταύγουστου» που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1906 στο περιοδικό Παναθήναια. Στο αγαπημένο του νησί τη Σκιάθο, βρίσκεται το εκκλησάκι της Παναγίας της Πρέκλας. Στο προαύλιο της μικρής εκκλησίας υπάρχει μια μικρή καλύβα, όπου ζει σαν καλόγηρος ο Φραγκούλης Κ. Φραγκούλας, πρώην άρχοντας που αναπολεί τις καλές και κακές στιγμές της ζωής του με αφορμή την Κοίμηση της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου , μιας από τις πιο σημαντικές εορτές της ορθόδοξης εκκλησίας. Με το γνωστό αληθινό, αυθεντικό ύφος και τη ζωντάνια του λόγου του μέσω της νοσταλγίας μας περιγράφει το χώρο του ναΐσκου αναλυτικά: «Το εκκλησίδιον ήτο ευπρεπέστατον, ωραία στολισμένον και είχε και καλάς εικόνας – και μάλιστα την φερώνυμον, την γλυκείαν Παναγίαν την Πρέκλαν – σκαλιστόν χρυσωμένον τέμπλον, πολυέλαιον και μανουάλια ορειχάλκινα, κανδήλια αργυρά». Δεν περιορίζεται όμως μόνο στις εξωτερικές περιγραφές• γνωστός για την ψυχογραφική του δυνατότητα στέκει στο «ρεμβασμό» του πρωταγωνιστή του. Βαθιά συντηρητικός, μεγαλωμένος με τις ελληνορθόδοξες αξίες ο Παπαδιαμάντης γνωρίζει και τις πιο μύχιες σκέψεις του Φραγκούλα, βιώνει τον πόνο και την θλίψη του λόγω του θανάτου της θυγατέρας του , μεταφέροντάς τες αυτούσιες στην αναγνώστη. Δε μένει όμως μόνο εκεί, αλλά μας οδηγεί στην υπέρβαση του θανάτου μέσω της χριστιανικής πίστης. Αλλά και το «Όνειρο στο κύμα» τον Αύγουστο διαδραματίζεται: «Ήτον τον Αύγουστον μήνα… Την ώραν εκείνην είχε βασιλέψει ο ήλιος, και το φεγγάρι σχεδόν ολόγεμον ήρχισε να λάμπη χαμηλά, ως δύο καλαμιές υψηλότερα από τα βουνά της αντικρινής νήσου. Ο βράχος ο δικός μου έτεινε προς βορράν, και πέραν από τον άλλον κάβον προς δυσμάς, αριστερά μου, έβλεπα μίαν πτυχήν από την πορφύραν του ήλιου, που είχε βασιλέψει…».
Ο Αύγουστος λειτουργεί ως πηγή έμπνευσης και για έναν άλλον πολύ σημαντικό λογοτέχνη, το Νίκο Καζαντζάκη. Στο έργο του «Αναφορά στον Γκρέκο», που κυκλοφόρησε μετά το θάνατό του το 1961 και έχει αυτοβιογραφικό χαρακτήρα γράφει: «Ο Αύγουστος ήταν για μένα, όταν ήμουν παιδί, κι είναι ακόμα, ο πιο αγαπημένος μου μήνας• αυτός φέρνει, μαθές, τα σταφύλια και τα σύκα, τα πεπόνια, τα καρπούζια• τον ονομάτισα Άγιον Αύγουστο• αυτός ο προστάτης μου, έλεγα, σε αυτόν θα κάνω την προσευκή μου• όταν θέλω τίποτα, από αυτόν θα το ζητώ, κι αυτός θα το ζητήσει από το Θεό, κι ο Θεός θα μου το δώσει. Και μια φορά πήρα νερομπογιές και τον ζωγράφισα: Έμοιαζε πολύ του παππού μου του χωριάτη• τα ίδια κόκκινα μάγουλα, το ίδιο φαρδύ χαμόγελο, μα ήταν ξυπόλυτος μέσα σ’ ένα πατητήρι και πατούσε σταφύλια, και τα πόδια του ως τα γόνατα κι ως πάνω στα μεριά τα ‘χα ζωγραφίσει κόκκινα από το μούστο• κι είχα στεφανώσει το κεφάλι του με κληματόφυλλα.[ ] Τον Αύγουστο ξάπλωναν και στους οψιγιάδες τα σταφύλια, να τα ξεράνει ο ήλιος να γίνουν σταφίδα. Μια χρονιά είχαμε πάει στο αμπέλι μας και μέναμε στο εξοχικό μας σπιτάκι• ο αγέρας μύριζε, η γης καίγουνταν, τα τζιτζίκια καίγουνταν κι αυτά, σα να κάθουνταν απάνω σε κάρβουνα αναμμένα». Ο Καζαντζάκης με έντονες τις μνήμες και τα βιώματά του από τα παιδικά του χρόνια στην Κρήτη περιγράφει με τον ιδιαίτερο τρόπο του τις καιρικές συνθήκες και τις χαρακτηριστικές καλλιέργειες του Αυγούστου.
Ο ίδιος μήνας όμως συγκινεί ιδιαίτερα και τον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη στο ποίημά του «Μακρυά»: «Δέρμα σαν καμωμένο από γιασεμί…Εκείνη του Αυγούστου – Αύγουστος ήταν; – η βραδιά… Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια∙ ήσαν, θαρρώ, μαβιά…
Α ναί, μαβιά∙ ένα σαπφείρινο μαβί». Ο Καβάφης καταγράφει μια από τις πρώτες του ερωτικές μνήμες με συνοπτικό τρόπο συνδυάζοντας στο μυαλό του τον Αύγουστο με τον έρωτα και την ερωτική επιθυμία.
Ο Οδυσσέας Ελύτης, αφιερώνει στο μήνα το ομώνυμο ποίημά του «Ο Αύγουστος», που συμπεριλήφθηκε στη συλλογή του «Τα Ρω του Έρωτα». Αλλά και σε πολλά άλλα ποιήματά του πολύ συχνές είναι οι αναφορές στις οπτικές και ηχητικές εικόνες του Αυγούστου: είναι ο «έρημος Αύγουστος», με το φως του φεγγαριού, με το μελτέμια, με τις μυρωδιές του, που ξεχύνεται σαν ποταμός στις πεδιάδες, που φυσά ο άνεμος της Παναγίας, με τα ηλιοτρόπια, τα τζιτζίκια, τους γρύλους, τις κάμπιες, τους κρόκους, τους αχινούς, τα καρπούζια, τον έρωτα…: «Αύγουστε μήνα, μήνα και Θεέ σε σένα ορκιζόμαστε πάλι του χρόνου να μας βρεις στο βράχο να φιλιόμαστε…»
Αλλά και ο Γιάννης Ρίτσος γράφει δύο ποιήματα με το ίδιο θέμα: το «Μεσημέρι Αυγούστου» και τον «Αύγουστο». Η θάλασσα, το λίχνισμα των σταχυών, τα αμπέλια, τα σάπια ροδάκινα, τα τζιτζίκια, τα ηλιοκαμένα σώματα στοιχειοθετούν τη μοναδικότητα του Αυγούστου για τον ποιητή.
Ο Αύγουστος με τις υπέροχες ομορφιές και γεύσεις του, υλικές και πνευματικές τροφοδοτεί και χαρίζει τη ζωογόνο πνοή του στους λογοτέχνες αλλά και στους αναγνώστες τους.
Πρώτη δημοσίευση: Αύγουστος 2014
Αντιγόνη Καρύτσα*
Φιλόλογος