Ο μεγάλος πρωταγωνιστής της μεγάλης πλατείας είναι η πολυπολιτισμική και πολύπαθη Θεσσαλονίκη του μεσοπολέμου, της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου. Μια πόλη σκηνικό σημαντικών ιστορικών συμβάντων, εξεγέρσεων, και εγκλημάτων. Παράλληλα, υπήρξε τόπος υποδοχής προσφύγων μετά τη μικρασιατική, και διάφορες άλλες καταστροφές που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν.
Αναπόφευκτα επομένως, το ατομικό πεπρωμένο των ηρώων συνυφαίνεται, με τη μοίρα της κοινότητας, ο μύθος δηλαδή διαπλέκεται με την Ιστορία. Και ο συγγραφέας καταφέρνει να συνθέσει ένα μυθιστόρημα τοιχογραφία της γενέθλιας πόλης κατά τη διάρκεια μιας ταραγμένης και άκρως ενδιαφέρουσας ιστορικής περιόδου. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρόκειται για μια ηθογραφία με άφθονο φολκλόρ αλλά για μια πρωτοποριακή, για την εποχή της, μετανεωτερική αφήγηση. Θα μπορούσαμε επίσης να χαρακτηρίσουμε το μυθιστόρημα του Νίκου Μπακόλα ως μια ιστορική μεταμυθοπλασία. Μια μεταμοντέρνα δηλαδή εκδοχή του ιστορικού μυθιστορήματος που αξιοποιεί την νεωτερική γραφή (ποιητικός ρεαλισμός, εσωτερικός μονόλογος, σπάσιμο του ευθύγραμμου αφηγηματικού χρόνου, ροή της συνείδησης κλπ), αλλά και την εξελίσσει εμπλουτίζοντάς την με μετανεωτερικά στοιχεία (εγκιβωτισμός, διακειμενικότητα, αυτοαναφορικότητα κλπ).
Δομικά το μυθιστόρημα χωρίζεται σε κεφάλαια που τιτλοφορούνται με τα ονόματα των βασικών χαρακτήρων (Φωτής, Χρήστος, Αγγέλα και Γιάννης) αλλά και των επιγόνων τους (Άγγελος και Αντιγόνη) και μας εξιστορούν τα πάθη και τα παθήματα, το βίο και την πολιτεία τους:
Ο περιπλανώμενος και πλανώμενος, πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης Φώτης που ανάμεσα στις άλλες περιπέτειες του θα παντρευτεί την εβραιοπούλα Ματίνα-Βικτώρια, θα αποκτήσουν, εν συνεχεία, έναν γιο τον Άγγελο. Αυτός θα ζήσει για λίγο σαν μαχαραγιάς στο Μπερούτ (Βηρυτό), και ύστερα από πολλές περιπέτειες θα πνιγεί σ΄ ένα ναυάγιο, κάπου στη Μάγχη.
Ο φτωχός πλην τίμιος, αριστερών πεποιθήσεων, δημοσιογράφος Χρήστος θα παλεύει μια ζωή να ζήσει την οικογένεια του, χωρίς να καταφέρει ποτέ να γίνει πρώτη πένα. Φοβισμένος και ταλαίπωρος προλετάριος, φτωχός πλην τίμιος που δεν θα σπάσει ποτέ τις αλυσίδες του συμμετέχοντας ενεργά στο ιστορικό γίγνεσθαι.
Η μικρασιάτισσα προσφυγοπούλα Αγγέλα που για να επιβιώσει γίνεται πρώτα παραδουλεύτρα, γενικών καθηκόντων, ενός πλούσιου και εκκεντρικού γέρου και ύστερα λαϊκή τραγουδίστρια (οπότε και θα συνεργαστεί με κάποιον Βασίλη εκ Θεσσαλίας, που μάλλον πρόκειται για τον Τσιτσάνη) και θα καταλήξει σύζυγος βιομηχάνου.
Ο Γιάννης, με λανθάνουσες ομοφυλοφιλικές και αιμομικτικές τάσεις, αφού ζήσει μια έκλυτη και άστατη ζωή στα χαμαιτυπεία και στα καφέ σαντάν, θα αναλάβει τα ηνία της πατρικής περιουσίας και θα γίνει ένας σημαντικός οικονομικός παράγοντας της χώρας.
Ο Άγγελος είναι ατίθασος αλλά συναισθηματικός, ένα τρυφερό αγρίμι που μοιάζει και δεν μοιάζει με τον πατέρα του. Θα το σκάσει με την Αντιγόνη (την κόρη του Χρήστου) για να ζήσουν μια περιπέτεια, αλλά και να ξεφύγουν απ’ τη ζοφερή ατμόσφαιρα του εμφυλίου. Η φυγή τους ωστόσο θα λήξει άδοξα με τη δολοφονία της Αντιγόνης από παρακρατικούς.
Παρεμβάλλονται επίσης κεφάλαια που τιτλοφορούνται μέσοι χρόνοι και λειτουργούν ως μια κατοπτρική, παράλληλη αφήγηση που σχολιάζει και συμπληρώνει τον κεντρικό μύθο.
Ο λόγος είναι μακροπερίοδος, μια συνεχόμενη παράταξη προτάσεων με τρόπο που θυμίζει λαϊκά αναγνώσματα (ληστρικά μυθιστορήματα, παραμύθια), λογοτεχνία του φανταστικού, και εκκλησιαστικά κείμενα (και είπε ο Τάδε…). Η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη, αλλά η υποτιθέμενη αντικειμενικότητα του αδιευκρίνιστου αφηγητή, διασαλεύεται από την υποκειμενική οπτική των βασικών χαρακτήρων του μυθιστορήματος.
Ενώ ξετυλίγει το κουβάρι των ιστοριών τους, ο συγγραφέας επισυνάπτει σημειώσεις που μας αποκαλύπτουν πως η όποια ομοιότητα με πράγματα και πρόσωπα δεν είναι συμπτωματική, αλλά φανερώνει εμπρόθετη διαδικασία σύνδεσης του μυθιστορηματικού υλικού με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής καθώς επίσης και με στοιχεία της αυτοβιογραφίας του συγγραφέα. Έχουμε δηλαδή μια διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο μυθιστορηματικό, το αυτοβιογραφικό και το ιστορικό στοιχείο και μια συνεχόμενη παραπομπή στον τρόπο κατασκευής της αφήγησης (άλλο ένα ίδιον της μετανεωτερικής γραφής).
Παράλληλα, στην αφήγηση παρεισφρέουν ποιητικοί και φιλοσοφικοί στοχασμοί, μακροσκελείς περιγραφές, χρονικές και υφολογικές εναλλαγές που αν και επιβραδύνουν την εξέλιξη της πλοκής, απαιτώντας την συνεχή επαγρύπνηση του αναγνώστη, ταυτόχρονα την εμπλουτίζουν μετατρέποντας το μυθιστόρημα σε ένα πολυεπίπεδο και απαιτητικό ανάγνωσμα.
(H Μεγάλη Πλατεία του Νίκου Μπακόλα κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις Κέδρος)
Εικ. Απόσπασμα φωτογραφίας του Τύπος Θεσσαλονίκης