Στην ποντιακή διάλεκτο η ομίχλη λέγεται δείσα, από το ομηρικό ρήμα δεύω=βρέχω, υγραίνω. Η ποντιακή από την ομηρική λέξη κάνει οικογένεια λέξεων: δεισώνω, δείσωμα, δεισοφώλ, δεισωτός, δεισοτόπ κ.α. Όταν η ομίχλη δεν είχε υγρασία λεγόταν ξηροδείσα.

Στην ποντιακή λαογραφία η δείσα ήταν μια ανύπαντρη κόρη (γαλούχ=ανύπαντρη) και για να εκδικηθεί τους άντρες κατουρούσε τα γένια τους. Η δείσα εξαφανιζόταν μόνον όταν ένα μικρό παιδί πρωτικάρ γύριζε τα γυμνά πισινά του τραγουδώντας:

«Δείσα, δεισόκωλε, κι εφτακαβελαρόκωλε

Εξύεν το ζουμάρ-ι-σ,εκάγαν τα παιδία σ΄

Σ- εφτά ραχία οπίς΄κι άλλο πλάν.

Το ουράνιο τόξο το λέγανε γύργυλλας, ολοστρόγγυλος. Παράγεται από το γύργυρος <γυρός, με επανάληψη της αρχικής συλλαβής και ανάπτυξη ενός συνδετικού συμφώνου (του ρ) ανάμεσα στις δυο συλλαβές.

 Η εμφάνιση του γύργυλα ήταν η εγγύηση του θεού ότι δεν θα γίνει κατακλυσμός. Η εμφάνισή του ήταν πηγή χαράς κυρίως για τα παιδιά.Το έλεγαν και «Τη Παναΐας το ζωνάρ». Ακόμη υπήρχε η δοξασία ότι όποια γυναίκα περνούσε κάτω από τον γύργυλα, θα γινόταν άντρας.

Ο φέγγον ήταν το φεγγάρι. Η αρχαία λέξη είναι φέγγος και σημαίνει το φως. Σε άλλα μέρη του Πόντου ήταν ο φεγγάρης ή ο φέγγαρον.Φεγγαροπρόσωπος ήταν η όμορφη γυναίκα με ολοστρόγγυλο πρόσωπο. Φεγγογέννεμαν, η νέα σελήνη και φεγγόκομμαν η χάση του φεγγαριού. Η έκλειψη της σελήνης ήταν κακό σημάδι και πυροβολούσαν για να λευτερώσουν τη σελήνη, «ο φέγγον επιάστεν» έλεγαν. Όταν έβλεπαν το «φεγγανογέννεμαν» (νέο φεγγάρι), έπιαναν χρυσά νομίσματα και έλεγαν: «όπως γομούται ο φέγγον, να γομούνταν και τα χέρε μ χρυσά λίρας». Αν το καινούριο φεγγάρι ήταν ολόρθο, πίστευαν ότι όλο τον μήνα θα έχει καλό καιρό. Αν ήταν πλαγιασμένο θα είχε κακοκαιρία εκείνο τον μήνα.

Τους κομήτες τους έλεγαν «άστρον με ουδάρ». Πίστευαν ότι η εμφάνισή τους προμηνούσε πόλεμο. Υπήρχε η δοξασία ότι «Η Πόλ όνταν θα επαίρκουτον εξέβεν αίκον άστρον», (Όταν πάρθηκε η Πόλη τέτοιο άστρο βγήκε).

Ο ήλιος είναι ο ήλον ο ήλες. Οι παράγωγες λέξεις είναι πολλές και κάποιες από αυτές πολύ πρωτότυπες.To ρήμα ηλέζω από το αρχαίο ηλιάζω σημαίνει εκθέτω στον ήλιο. Ηλέα ήταν το σκοινί πάνω στο οποίο άπλωναν τα ρούχα στον ήλιο για να στεγνώσουν, σε άλλα μέρη λεγόταν λινέα από το λατινικό linea=σκοινί. Για την Ανατολή υπήρχαν οι εκφράσεις ο ήλον επήρεν, ο ήλεν εξέβεν ένα γουλάτς (αυτό το έλεγε η γιαγιά μου, γουλάτς η απόσταση των δυο χεριών ανοιγμένα και τεντωμένα). Ο ήλον εξέβεν σην τσιπαν ατ΄, το έλεγαν για όσους παρακοιμόντουσαν. Μετά το μεσημέρι έλεγαν ο ήλον εκατακεφαλέεν (πήρε την κατιούσα). Και μια ποιητική έκφραση για το ηλιοβασίλεμα «ο ήλον δει και παίρ», ψυχομαχεί η μέρα. Ενώ για το φεγγάρι λέμε εκατακιφαλέεν ο φέγγον και εβούτεσεν.

Για το φεγγάρι υπάρχουν πολλές ιδιωματικές εκφράσεις: «εγέντον άμον το πελόν τον φέγγον», έγινε σαν το παλιό το φεγγάρι.Το λέμε ειρωνικά για κάποιον που ξέπεσε,στραπατσαρίστηκε. «Το φέγγον υλάζ», γαυγίζει στο φεγγάρι, δηλαδή ματαιοπονεί. Κάτι αντίστοιχο με το «φωνή βοώντος εν τη ερήμω».

Γιώτα Ιωακειμίδου*
Φιλόλογος

Προτείνουμε:

 Αν θέλετε να ενημερώνεστε μέσω fb για όλες τις νέες αναρτήσεις, ακολουθήστε τη σελίδα μας επιλέγοντας τον σύνδεσμο: schooltime

© schooltime.gr – Αρθρογραφία Facebook •Twitter •Google+