Της Χαράς Αναστασοπούλου
Λογοπαθολόγου-Λογοθεραπεύτριας
Είναι γεγονός ότι ο τραυλισμός αποτελεί μια διαταραχή ροής του προφορικού λόγου στον άνθρωπο ανεξαρτήτως ηλικίας, με την πρώτη του εμφάνιση κυρίως στην παιδική ηλικία. Κατά τον τραυλισμό έχουμε ανωμαλία της ροής του λόγου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά όπως επαναλήψεις (ήχων, συλλαβών, λέξεων ή φράσεων), επιμηκύνσεις ήχων (sound prolongations), μπλοκαρίσματα (blocks), παρεμβολές (interjections), και αναθεωρήσεις (revisions), οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν το ρυθμό της ομιλίας. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά μπορεί να συνοδεύονται από σωματική ένταση, αρνητικές αντιδράσεις, δευτερογενείς συμπεριφορές, αποφυγή ήχων, λέξεων, ή ακόμα αποφυγή συμμετοχής σε συνομιλία. Μια άλλη διαταραχή ροής της ομιλίας χαρακτηρίζεται από την αντιληπτή ταχεία ή ακανόνιστου ρυθμού ομιλίας, η οποία οδηγεί σε διαταραχή της επικοινωνίας (cluttering).
Τα συμπτώματα των διαταραχών ροής του λόγου γίνονται εύκολα αντιληπτά, αρκεί να γίνει σωστή παρατήρηση και καταγραφή των χαρακτηριστικών τους. Η έγκαιρη αξιολόγηση και διάγνωση, καθώς και οι πληροφορίες που θα δοθούν από τους γονείς ή άλλους ειδικούς, θα βοηθήσουν σε μεγάλο βαθμό στο να ανιχνευθούν σωστά τα συμπτώματα, το είδος και η βαρύτητα της διαταραχής. Το λογοπαθολογικό ιστορικό θα αποτελέσει πολύτιμο εργαλείο που θα βοηθήσει αρκετά το λογοθεραπευτή να προσεγγίσει πολύπλευρα το πρόβλημα.
Τα συμπτώματα της διαταραχής συνοψίζονται ως εξής:
Α. Διακοπές στην κανονική ροή (ευχέρεια) ομιλίας (ακατάλληλα για την ηλικία του ατόμου):
- επαναλήψεων ήχων, επαναλήψεων συλλαβών
- παρατάσεις ήχου
- επιφωνήματα
- «σπάσιμο» λέξεων (π.χ. διαλείμματα στο εσωτερικό της λέξης)
- ηχητικό ή σιωπηλό μπλοκάρισμα
- περιφράσεις (υποκαταστάσεις λέξεων για να αποφύγουν προκλητικές λέξεις)
- οι λέξεις σχηματίζονται συνοδευόμενες από σωματική ένταση
- μονοσύλλαβες ή επαναλήψεις ολόκληρης λέξης
Β. Διακοπές στη ροή ομιλίας με τρόπο που δυσχεραίνεται η ακαδημαϊκή ή επαγγελματική ολοκλήρωση ή η κοινωνική επικοινωνία.
Η έναρξη στην παιδική ηλικία των δυσρυθμιών ομιλίας παραμένει ως η πιο συχνή, με το 5% να προσβάλλονται παιδιά και 80-90% αυτών να εμφανίζουν τα συμπτώματα στην ηλικία των 6 ετών. Περίπου 75% αυτών των ατόμων γίνονται καλά χωρίς βοήθεια μέχρι την ηλικία των 16 ετών, διαφορετικά συνεχίζουν με τις δυσρυθμίες ως ενήλικες.
Η συγκεκριμένη διαταραχή επικοινωνίας έχει τεράστια συναισθηματική επίδραση και καθοριστικό ρόλο στην καθημερινή ζωή του ατόμου που τη βιώνει. Ζει με το φόβο να μιλήσει, ή καλύτερα ότι δεν θα μπορέσει να μιλήσει δημόσια μπροστά σε ένα άγνωστο πλήθος ή σε ένα περιβάλλον εργασίας, ή σε οποιαδήποτε κοινωνική εκδήλωση.
Τα παιδιά γίνονται εύκολα θύματα εκφοβισμού από τους ίδιους τους συμμαθητές τους, για τον τρόπο της ομιλίας τους . Χωρίς την ύπαρξη θετικού μηχανισμού αντιμετώπισης, τα άτομα αυτά μπορεί να επηρεαστούν ακόμα και στην επιλογή της σταδιοδρομίας τους, ή τη θέση τους στην κοινότητα. Μπορούν επίσης να εκδηλώσουν επιθετικότητα, ως αποτέλεσμα της δυσκολίας τους εκφράσουν την οργή τους ανοιχτά .
Πολλοί με διαταραχή στο ρυθμό ομιλίας από την παιδική ηλικία εμφανίζονται γενικά πιο επιρρεπείς στην κατάθλιψη, η οποία μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες εάν δεν αντιμετωπιστεί γρήγορα και σωστά. Τα παιδιά, ως αποτέλεσμα μπορεί να έχουν κακές επιδόσεις στο σχολείο λόγω του ότι δεν μπορούν να εκφραστούν στην τάξη, να λειτουργήσουν καλά σε ομάδες και να κάνουν ό,τι αναμένεται ακαδημαϊκά. Ως ενήλικες μπορεί να έχουν δύσκολες στιγμές που κατέχουν διευθυντικές και ηγετικές θέσεις που περιλαμβάνουν εμφανίζουν δυσκολίες όχι μόνο σε δημόσιους χώρους, αλλά ακόμη και στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, οικογενειακές σχέσεις, π.χ. στο γάμο.
Η αντιμετώπιση των παιδιών όσο και των ενηλίκων με τραυλισμό εξαρτάται από τη φύση και το μέγεθος της σοβαρότητας του προβλήματος καθώς και από τα αίτια της διαταραχής τα οποία θεωρούνται υπεύθυνα για την εκδήλωση του τραυλισμού. Υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία από θεραπείες που είναι διαθέσιμες, χωρίς όμως να μπορεί να προταθεί κάποια ως ιδιαίτερα αποτελεσματική έναντι κάποιας άλλης.
Οι διάφορες στρατηγικές που υπάρχουν μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της συχνότητας και τη σοβαρότητα των δυσρυθμιών. Ωστόσο, δεν μπορούν να προσφέρουν κάτι από μόνα τους τα εργαλεία χωρίς πρώτα να εξεταστούν και να ενσωματωθούν οι στόχοι μέσα στο πρόγραμμα. Η θεραπεία για τις διαταραχές ροής δεν είναι εύκολη – δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε πραγματικά την αιτία, ωστόσο επιχειρούμε να επέμβουμε στην παραγωγή της ομιλίας χρησιμοποιώντας: τον έλεγχο του μυαλού / στάση, την αλλαγή των προτύπων ομιλίας (κλινικά αποδεδειγμένο ως αποτελεσματική), αλλαγή των προτύπων αναπνοής (πιο ευεργετικό για ασθενείς που αποκτούν βραχνή φωνή εξαιτίας των δυσρυθμιών), και τη διδασκαλία χαλάρωσης των αρθρωτών.
Η έγκαιρη διάγνωση, η αποδοχή, η εμπιστοσύνη, ο σεβασμός, η επιμονή και επιμονή μαζί με την ομαδική συνεργασία είναι τα απαραίτητα συστατικά ενός επιτυχημένου θεραπευτικού προγράμματος.
Χαρά Αναστασοπούλου*
Λογοπαθολόγος-Λογοθεραπεύτρια