Η Περσία, το σημερινό Ιράν, εκτείνεται σε μια περιοχή της νοτιοδυτικής Ασίας και ανήκει στις χώρες της Μέσης Ανατολής. Το Ιράν κατοικούνταν κυρίως από Σιίτες μουσουλμάνους, ενώ η γεωστρατηγική θέση και τα πλούσια κοιτάσματα του υπεδάφους του σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο το κατέστησαν αξιόλογη δύναμη μεταξύ των αραβικών κρατών και υπολογίσιμη δύναμη για τη Δύση.
Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής επενέβαιναν στα εσωτερικά του Ιράν, προκαλώντας εντάσεις. Το 1941, ο σάχης (αυτοκράτορας) Ρεζά Σαχ παραιτείται υπέρ του γιου του Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί, ενώ το 1951 πρωθυπουργός εκλέγεται ο Μοχάμεντ Μοσαντέκ. Από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της πολιτικής θητείας του θεωρείται η εθνικοποίηση της πετρελαϊκής βιομηχανίας του Ιράν. Παράλληλα, η Μεγάλη Βρετανία επέβαλε εμπορικό αποκλεισμό στη χώρα και οι ΗΠΑ οργάνωσαν την επιχείρηση «Αίας» για την ανατροπή του Μοσαντέκ το 1953. Μετά την επιτυχημένη έκβαση του πραξικοπήματος, ο σάχης επέδειξε μεγάλο αυταρχισμό και ενίσχυσε τον έλεγχο της χώρας, ακολουθώντας φιλοδυτική πολιτική. Οι ΗΠΑ θεωρούσαν ότι μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τη χώρα ως αντίβαρο στην επέκταση της Σοβιετικής Ένωσης.
Την επόμενη δεκαετία, το 1963 ο Ρεζά Παχλαβί υιοθετεί τη «Λευκή επανάσταση», δηλαδή ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, χωρίς όμως ουσιαστικές αλλαγές προς όφελος των πολιτών αλλά κυρίως την ισχυροποίηση της εξουσίας του με την ταυτόχρονη αποδυνάμωση των αντιπάλων του. Από το 1962, ο Αγιατολάχ (τίτλος ιεράρχη σιιτών) Ρουχολάχ Μουσαβί (εμπνευσμένος από το Θεό) Χομεϊνί, αρχίζει να αμφισβητεί ανοιχτά τις ενέργειες του σάχη. Όταν εκδόθηκε κυβερνητική τροπολογία που ήθελε να αποβάλλει τον θρησκευτικό όρκο των εκλεγμένων στο Κοράνι, συσπείρωσε γύρω του και άλλους θρησκευτικούς ηγέτες. Το 1964, ήρθε σε ανοιχτή σύγκρουση με τον σάχη λόγω της αντίθεσής του στην εξέλιξη του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού και της αγροτικής μεταρρύθμισης με αποτέλεσμα τη σύλληψη και την εξορία του στο γειτονικό Ιράκ, απ’ όπου θα συνεχίσει την αντιπολιτευτική του δράση.
Κατά την επόμενη δεκαετία, το Ιράν αναδείχτηκε σε σημαντική οικονομική και στρατιωτική δύναμη του παγκόσμιου στερεώματος. Όμως ο σάχης εφαρμόζοντας ένα ριψοκίνδυνο πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης χωρίς να υπολογίζει σωστά τα δεδομένα και την υπάρχουσα κατάσταση στο κράτος του, αναγκάστηκε να ακολουθήσει αντιλαϊκή πολιτική λιτότητας με απότομη αύξηση των τιμών και των δημοσίων δαπανών, επικράτηση της διαφθοράς και εμφάνιση αγεφύρωτων κοινωνικών αντιθέσεων. Όπως ήταν φυσικό, ξέσπασε έντονη λαϊκή δυσαρέσκεια και κοινωνικός αναβρασμός. Τότε αναπτύχθηκαν δύο αντάρτικες οργανώσεις: οι Μουτζαχεντίν και οι Φενταγίν, οι οποίες πίστευαν στη χρησιμότητα του ένοπλου αγώνα ως μέσο κινητοποίησης του λαού.
Τον Ιανουάριο του 1978, οργανώθηκαν σφοδρές διαδηλώσεις εναντίον του Ρεζά Παχλαβί με αρκετά θύματα διαδηλωτές, ενώ το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου εντάθηκαν οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και εκδηλώθηκαν και εμπρησμοί από φανατικούς ισλαμιστές που όμως αποδόθηκαν στο καθεστώς. Όλα αυτά είχαν ως συνέπεια την παλλαϊκή εξέγερση και την κήρυξη απεργιών, όπως η απεργία των εργατών στα πετρέλαια και η Γενική Απεργία. Το καθεστώς του σάχη έπνεε τα λοίσθια και τον Ιανουάριο του 1979 ο Ρεζά Παχλαβί και η οικογένειά του εγκατέλειψαν το Ιράν παραδίδοντας την εξουσία στον Χομεϊνί, ο οποίος επέστρεψε μετά από 15 χρόνια εξορίας. Με το δημοψήφισμα του Μαρτίου του 1979, το Ιράν ανακηρύχθηκε Ισλαμική δημοκρατία και εγκρίθηκε νέο Σύνταγμα. Την εξουσία θα είχε ο Αγιατολάχ Χομεϊνί, ο ηγέτης της επανάστασης.
Πολύ γρήγορα ο Χομεϊνί, θα ακολουθήσει παρόμοια πολιτική με τον σάχη: βίαιες καταστολές όλων των συγκεντρώσεων εναντίον του, εκτελέσεις πολιτικών αντιπάλων και διαφωνούντων με ταυτόχρονη θεμελίωση του θεοκρατικού συστήματος, μετατρέποντας την Ιρανική επανάσταση σε ισλαμική. Κατά τη διακυβέρνηση του κράτους εφάρμοζε πλήρως το Κοράνι και η εξουσία είχε περάσει στα χέρια του κλήρου. Εφαρμόστηκαν σκληρά μέτρα: οι γυναίκες έπρεπε να φοράνε το ισλαμικό ένδυμα, μαντήλα ή τσαντόρ, απαγορεύτηκε η δυτική μουσική και το αλκοόλ, η καταδίκη σε θάνατο διαφωνούντων όπως ο συγγραφέας Σαλμάν Ρουσντί για το έργο του «Σατανικοί στίχοι», απαγορεύονταν η κριτική του Ισλάμ από τα ΜΜΕ κ.α.
Ο Χομεϊνί ακολούθησε αντιδυτική πολιτική, θεωρώντας τόσο τις ΗΠΑ όσο και τη Σοβιετική Ένωση ως απειλή στο νέο ισλαμικό κράτος. Οι σχέσεις του Ιράν με τις ΗΠΑ, δυσχεράνθηκαν όταν στις 4 Νοεμβρίου 1979, ισλαμιστές φοιτητές, φανατικοί οπαδοί του Χομεϊνί, κατέλαβαν την αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη. Παρόλο που κάποιοι όμηροι απελευθερώθηκαν αμέσως, 52 άνθρωποι παρέμειναν αιχμάλωτοι για 444 ημέρες. Όταν το Σεπτέμβριο του 1980, το Ιράκ με τον Σαντάμ Χουσεΐν επιτέθηκε στο Ιράν, ο ιρανικός λαός θα στηρίξει τον ηγέτη του. Ο πόλεμος του Περσικού κόλπου θα διαρκέσει 8 χρόνια, ενώ ο Χομεϊνί θα αρνηθεί την ειρήνευση αναμένοντας την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν. Το 1986 ξέσπασε το σκάνδαλο Ιran-gate, όπου αποκαλύφθηκε πως η κυβέρνηση Ρόναλντ Ρήγκαν των ΗΠΑ πωλούσε όπλα στο Ιράν πιστεύοντας πώς έπρεπε να παίξει τον ρόλο του χωροφύλακα στον Κόλπο. Ο Χομεϊνί παρέμεινε πολιτικός και θρησκευτικός ηγέτης του θεοκρατικού κράτους του Ιράν έως το 1989 που πέθανε.
Αντιγόνη Καρύτσα*
Φιλόλογος