Ο Αριστοτέλης ασκεί κριτική σε διάφορα σημεία της Πολιτείας του Πλάτωνα και ιδιαίτερα όσον αφορά την ενότητα της πόλης, την έννοια της κοινοκτημοσύνης αλλά και την παιδεία. Η έννοια της ενότητας κατά τον Αριστοτέλη δεν μπορεί να αποτελέσει αυτοσκοπό για την πόλη. Η πόλη για τον Αριστοτέλη αποτελείται από ένα πλήθος πολιτών, το οποίο συγκροτείται από διάφορες μονάδες, οι οποίες έχουν διαφορετικές δυνατότητες και δεξιότητες[1]. Η καθολική ενότητα της πόλης θα οδηγούσε στην μετατροπή της πόλης σε «οικία» και στη συνέχεια την «οικία» σε «άτομο»[2]. Στο συγκεκριμένο, λοιπόν σημείο φαίνεται ότι ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι η απόλυτη ενότητα θα οδηγήσει την πόλη σε μία αντίστροφη πορεία και στην ουσία θα χάσει την «φύση» της και τον σκοπό της που είναι η ευδαιμονία.
Η κριτική, όμως που ασκείται από τον Αριστοτέλη, πρέπει να αναφερθεί ότι δεν είναι απόλυτα δίκαιη. Είναι προφανές ότι στο έργο του ο Πλάτωνας ακόμα και αν κάνει αναφορά στην ενότητα της πολιτείας (που οδηγεί στην δικαιοσύνη), δεν αγνοεί ότι η πόλη αποτελείται από άτομα που εμφανώς διαφέρουν οντολογικά, τα οποία ασκούν το καθένα από αυτά το έργο που τους αναλογεί, σύμφωνα με την οικειοπραγία.
Η ενότητα για την οποία μιλά ο Πλάτωνας είναι ένα είδος αρμονίας που οδηγεί στην δικαιοσύνη και δεν επηρεάζει διόλου τον πλουραλισμό της Πολιτείας και ως προς τις τάξεις αλλά και ως προς τον καταμερισμό της εργασίας. Συμπερασματικά λοιπόν δύναται να ειπωθεί ότι σε αυτό το σημείο έχουμε κατά κάποιο τρόπο μία παρερμηνεία από τον Αριστοτέλη.
Στη συνέχεια πρέπει να γίνει αναφορά στην αντίθεση του Αριστοτέλη με την έννοια της κοινοκτημοσύνης και την υπεράσπιση της ατομικής ιδιοκτησίας. Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι η κοινοκτημοσύνη στην τάξη των φυλάκων συνεισφέρει στην ενότητα της πόλης, ενώ η ατομική ιδιοκτησία δημιουργεί εντάσεις και έριδες που γεννούν δυσαρμονία. Σε αυτή την θέση ο Αριστοτέλης βρίσκεται ενάντιος και επιχειρηματολογεί με σκοπό να πείσει για τα αρνητικά στοιχεία της κοινοκτημοσύνης και τα θετικά της ατομικής ιδιοκτησίας.
Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η κοινοκτημοσύνη οδηγεί σε αμέλεια των πραγμάτων από τους πολίτες, αφού όπως υποστηρίζει οι άνθρωποι νοιάζονται λιγότερο για κάτι που είναι κοινό και ανήκει σε όλους, ενώ φροντίζουν με επιμέλεια τα πράγματα που είναι δικά τους με τα οποία έχουν πιο άμεση σχέση. Ο φιλόσοφος αντιλαμβάνεται ενδελεχώς το θέμα και πιθανότατα ο προβληματισμός του βρίσκει πολλά ερείσματα, ιδιαίτερα στη σύγχρονη εποχή.
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτή την αντίληψη ο Αριστοτέλης φτάνει στο σημείο να υποστηρίζει έναντι της κοινοκτημοσύνης την ατομική ιδιοκτησία. Βέβαια θα ήταν πολύ λανθασμένη κίνηση για έναν μελετητή να συνδέσει τον Αριστοτέλη άμεσα με την ιδέας της ατομικής ιδιοκτησίας όπως εμφανίζεται στη νεότερη και σύγχρονη ιστορία. Ο Αριστοτέλης δεν στηρίζει την ατομική ιδιοκτησία στο πλαίσιο μίας ατομιστικής αντίληψης, αλλά μπορεί να την συλλάβει μόνο στο πλαίσιο ενός ηθικού σκοπού.
Ο ρεαλιστής φιλόσοφος πιστεύει ότι η ενότητα της πολιτείας δεν θα κριθεί από την αλλαγή του τρόπου χρήσης και ιδιοκτησίας των αγαθών αλλά μέσω της κατάλληλης παιδείας, της φιλοσοφίας και των νόμων. Και σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί ότι ο Αριστοτέλης παρερμηνεύει τον Πλάτωνα αφού είναι εμφανές, ότι ο Πλάτωνας μέσω της κοινοκτημοσύνης προσπαθεί να προστατέψει τους πολίτες από διχογνωμίες και γενικότερα καταστάσεις που προκαλεί το κυνήγι των υλικών αγαθών, ενώ για την παιδεία φυσικά και δεν διαφέρει σε σχέση με τον Αριστοτέλη αφού η έννοια της διατρέχει όλο το έργο του[3].
Όπως έχει παρατηρηθεί η κριτική του Αριστοτέλη μέχρι σε αυτό το σημείο δεν ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματική καθώς χαρακτηρίζεται από παρερμηνείες. Ο Αριστοτέλης όμως είναι πολύ πιο αποτελεσματικός όταν αναφέρεται στις παραλείψεις που έχει η πλατωνική θεωρία στην Πολιτεία. Σημαντική παράλειψη που εντοπίζει ο Αριστοτέλης είναι ότι ο Πλάτωνας αναφέρεται στην Πολιτεία για την κοινοκτημοσύνη αλλά δεν εμπερικλείει το σύνολο των πολιτών, παρά μόνο την τάξη των φυλάκων. Το γεγονός αυτό φυσικά δημιουργεί κατά τη αριστοτελική αντίληψη διάφορα προβλήματα.
Σε μία πρώτη ανάλυση γεννάται το ερώτημα σε σχέση με το καθεστώς που θα ισχύει για τους υπόλοιπους πολίτες, οι οποίοι δεν ανήκουν στην τάξη των φυλάκων και φυσικά αποτελούν την πλειοψηφία της πολιτείας. Ο Πλάτωνας αν και δίνει λεπτομέρειες για την τάξη των φυλάκων και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα πρέπει να πορεύονται δεν είναι καθόλου κατατοπιστικός σε σχέση με αυτούς που ασκούν τα υπόλοιπα επαγγέλματα της πόλης. Δεν γίνεται λοιπόν σαφές, αν η έννοια της κοινοκτημοσύνης ακόμα και σε επίπεδο γυναικών και παιδιών[4], ισχύει για όλους ή αν δεν ισχύει τι προτείνεται για τους υπόλοιπους. Σημαντικό είναι επίσης να αναφερθεί ότι οι γεωργοί πιθανότατα δεν εντάσσονται σε αυτό το σύστημα της κοινοκτημοσύνης πράγμα που κατά τον Αριστοτέλη είναι φυσικό να σημαίνει την διάσπαση της ενότητας. Είναι προφανές ότι ο Αριστοτέλης δεν μπορεί να δεχτεί μία υποτιθέμενη ενότητα της πολιτείας, η οποία κατακερματίζεται κατά το δοκούν.
Μία ακόμα σημαντική παράλειψη που εντοπίζει ο Αριστοτέλης είναι η μη αναφορά του Πλάτωνα στην παιδεία των γεωργών και στο πλαίσιο το οποίο πρέπει να ζουν, δηλαδή τους νόμους που πρέπει να ισχύουν για αυτούς. Ενώ ο Πλάτωνας κάνει μία εκτενή αναφορά στην παιδεία των φυλάκων δεν ασχολείται καθόλου με την παιδεία της κατώτερης τάξης αφήνοντας μεγάλο πεδίο για κριτική. Η κριτική μπορεί να «κατηγορήσει» για απλή αμέλεια τον φιλόσοφο ή ακόμα και για εσκεμμένη στάση, δηλαδή ότι ο Πλάτωνας αδιαφορεί για το κατώτερο στρώμα της κοινωνίας. Εν κατακλείδι πρέπει να σημειωθεί ότι ο Αριστοτέλης αντιπαραβάλλει ακόμα μία παράλειψη. Ο Πλάτωνας αφαιρεί κάθε έννοια ευδαιμονίας από την τάξη των φυλάκων, γεγονός που για τον Αριστοτέλη αντιτίθεται με την έννοια της ενότητας, της δικαιοσύνης και γενικότερα της ευδαιμονίας. Ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι η πόλη δεν μπορεί να φτάσει στην ευδαιμονία αν ακόμα και ένα μέρος της απέχει από αυτή. Βλέπει τα μέρη της κοινωνίας αλληλένδετα και όχι απομονωμένα το ένα από το άλλο.
Συμπερασματικά, φαίνεται ότι ο Αριστοτέλης ασχολείται με πολύ σοβαρό τρόπο με την Πολιτεία του Πλάτωνα, γεγονός που καταδεικνύει ότι το συγκεκριμένο έργο δεν τον αφήνει αδιάφορο. Η αριστοτελική κριτική δείχνει τις διαφορές των απόψεων των δύο φιλοσόφων αλλά και τη εμφανή συνέχιση της ροής της αρχαίας πολιτικής φιλοσοφίας.
Η κριτική αυτή δεν αποτελεί μία στείρα αντιπαράθεση αλλά μία διαλεκτική σύγκρουση δημιουργίας.
Μέρκατας Γιώργος*
Φιλόλογος, ΜSC Συστηματικής Φιλοσοφίας
________________________________________________
[1] Γιάννης Πλάγγεσης, Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2010, σ.207.
[2] Δημήτριος Ι. Παπαδής, Αριστοτέλης, Πολιτικά, Εισαγωγή, Εκδόσεις ΖΗΤΡΟΣ, Τόμος 1, σελ.178.
[3] Γιάννης Πλάγγεσης, Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2010, σ.210.
[4] Πολιτικά, Β, 1264a, 13-17.