Η πολιτεία που προτείνει ο Αριστοτέλης ως το ιδανικό[1] πολίτευμα αποτελεί ένα «μικτό» πολίτευμα ολιγαρχικών και δημοκρατικών θεσμών και στοιχείων, όπως ξεκάθαρα αναφέρει ο φιλόσοφος στο IV βιβλίο των πολιτικών, «Γιατί, με απλά λόγια η πολιτεία είναι μείξη ολιγαρχίας και δημοκρατίας»[2]. Ο Αριστοτέλης θεωρεί την πολιτεία του ως αστασίαστο πολίτευμα, αφού όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Α.Κ. Μπαγιόνας στο σύγγραμμά του «Ελευθερία και Δουλεία στον Αριστοτέλη», η πολιτεία χαρακτηρίζεται από ευελιξία πράγμα που την βοηθά στην ουσία να «σώζεται» ευκολότερα από ενδεχόμενες στάσεις σε σχέση με τα υπόλοιπα πολιτεύματα[3].                                       

Η ευελιξία αυτή της πολιτείας διακρίνεται εύκολα με τον τρόπο που επιτυγχάνει την αποφυγή της φθοράς της όταν έχει τάση προς το πολίτευμα της Δημοκρατίας ή όταν έχει τάση προς το πολίτευμα της Ολιγαρχίας. Όταν, λοιπόν, η Πολιτεία τείνει να γίνει δημοκρατία ή έστω να υιοθετήσει πολλούς δημοκρατικούς[4] θεσμούς, τότε οι «μέσοι» πολίτες δύνανται να δεχτούν ολιγαρχικούς θεσμούς. Αν από την άλλη πλευρά η Πολιτεία τείνει να γίνει Ολιγαρχία ή να υιοθετεί περισσότερους ολιγαρχικούς θεσμούς, τότε οι μέσοι πολίτες μπορούν να αποδεχτούν κάποιους δημοκρατικούς θεσμούς ώστε να εξισορροπήσουν την πολιτική κατάσταση.

Όπως γίνεται ευρύτερα αντιληπτό, ο Αριστοτέλης δείχνει την ευελιξία του πολιτεύματος της Πολιτείας μέσω μίας θεωρίας που βασίζεται στην αντιστάθμιση των ολιγαρχικών και των δημοκρατικών θεσμών. Αν και η θεωρία του Σταγειρίτη φιλοσόφου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί από πολλούς μελετητές κατά κάποιο τρόπο συντηρητική[5], πρέπει να σίγουρα να αποδοθεί στη πολιτική σκέψη του Αριστοτέλη, η μεγάλη νηφαλιότητα και η ενδελεχής πολιτική ανάλυση που επιδεικνύει. Προεκτείνοντας την πολιτική οπτική γωνία του Αριστοτέλη θα ήταν δόκιμο να λεχθεί ότι η ανάλυση του είναι εμφανώς επηρεασμένη από την θεωρία της μεσότητας, όπως την έχουμε γνωρίσει από τα Ηθικά Νικομάχεια.

Στο ιδανικό πολίτευμα του Αριστοτέλη κύριο πόλο σταθερότητας και «δικαιοσύνης» διαδραματίζουν οι «μέσοι» πολίτες, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από έναν έμμετρο πλούτο και μια λογική ελευθερία[6]. Οι μέσοι πολίτες μπορούν να θεωρηθούν κατά κάποιο τρόπο ενάρετοι αφού δεν είναι «πονηροί» όπως οι φτωχότεροι αλλά δεν είναι και αλαζόνες όπως οι πλουσιότεροι. Σε αυτό το σημείο διακρίνεται στην πράξη η σύνδεση πολιτικής και ηθικής φιλοσοφίας. Ο «μέσος» πολίτης για τον Αριστοτέλη έχει επιτύχει την κατάκτηση της μεσότητας, συνεπώς όπως προτάσσει η ηθική του φιλοσοφία, αυτός ο πολίτης μπορεί να οδηγηθεί στην αρετή και στην συνέχεια στην ευδαιμονία ή οποία ταυτίζεται με την ίδια την ευδαιμονία της πόλης και έτσι επιτυγχάνεται ο τελικός σκοπός που δεν είναι απλά η επιβίωση αλλά μία καλή ζωή[7]

Στο πλαίσιο μίας ανάλυσης φυσικο-μαθηματικής φύσεως, ο Αριστοτέλης φαίνεται να πιστεύει, ότι τα αίτια της φθοράς τόσο του δημοκρατικού πολιτεύματος αλλά όσο και του ολιγαρχικού «αλληλοεξουδετερώνονται» με την μίξη τους, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός αστασίαστου πολιτεύματος, αυτού της Πολιτείας.

__________________________________

[1] Η έννοια εδώ του ιδανικού πολιτεύματος δεν έχει την ίδια σημασία με αυτή που έχει στην Πολιτεία του Πλάτωνα. Χρησιμοποιείται ο συγκεκριμένος επιθετικός προσδιορισμός για να υποδείξει το πολίτευμα που θεωρεί ο Αριστοτέλης ως το καλύτερο σε σχέση με άλλα. Δεν πρόκειται για ένα πολίτευμα αποκομμένο από την ιστορική πραγματικότητα, αλλά για μία προσπάθεια εφαρμογής και συγκερασμού στοιχείων από ήδη υπάρχοντα πολιτεύματα με στόχο το καλύτερο εφικτό πολίτευμα.

[2] Πολιτικά, Δ, 1293b, 33,34.

[3] Aύγουστος-Κωσταντίνος Μπαγιόνας, Ελευθερία και Δουλεία στον Αριστοτέλη, Εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2003, σ.164.

[4] Υπενθυμίζεται ότι ο επιθετικός προσδιορισμός «δημοκρατικός» χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της πολιτικής φιλοσοφίας του Αριστοτέλη και σύμφωνα με τον δική του ταξινόμηση των ειδών πολιτευμάτων.

[5] Συντηρητική κατά τα σύγχρονα πολιτικά δεδομένα, κατά την γνώμη μας όμως μία τέτοια κριτική δεν μπορεί να είναι αντιπροσωπευτική, αφού πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και το ιστορικό πλαίσιο των θεωριών και φυσικά είναι αδιανόητο η ένταξη οποιασδήποτε θεωρίας σε σύγχρονα πλαίσια σκέψης χωρίς τον πλήρη εντοπισμό των ιδιαιτεροτήτων των εποχών.

[6] Μία ελευθερία σε πλαίσιο λογικής και μεσότητας χωρίς τάσεις ασυδοσίας.

[7] Ως καλή ζωή δεν ορίζεται μία υλιστική πολυτελής ζωή αλλά μία ζωή που θα διασφαλίζει την ευδαιμονία, το μέτρο και την ομορφιά κατά το αρχαίο ελληνικό πρότυπο του καλού και του αγαθού.

Μέρκατας Γιώργος*
Φιλόλογος, ΜSC Συστηματικής Φιλοσοφίας

© schooltime.gr