Ενδεικτικές απαντήσεις (Β) στα θέματα της Ιστορίας Προσανατολισμού 2016
ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ
ΘΕΜΑ Α1:
α. Κόμμα του Θεοτόκη (σελ. 92): [ Από τα αντιβενιζελικά κόμματα, πιο αδιάλλακτα ήταν τα κόμματα του Δημητρίου Ράλλη και του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, ενώ το κόμμα του Γ. Θεοτόκη ήταν το πιο διαλλακτικό. Συγκεκριμένα…] Το κόμμα του Γ. Θεοτόκη ήταν το πιο μετριοπαθές από τα άλλα δύο συντηρητικά αντιβενιζελικά κόμματα και ζητούσε να διορθώσει αυτά που θεωρούσε λάθη των Φιλελευθέρων. Συμφωνούσε με την πάση θυσία αύξηση των εξοπλισμών και ζητούσε φορολογικές ελαφρύνσεις για τους μικροεισοδηματίες. Από το κίνημα στο Γουδί έως τη συνταγματική του 1915, μεταξύ των αντιβενιζελικών κομμάτων το θεοτοκικό κόμμα είχε τη μεγαλύτερη εκλογική βάση, και έτσι αποτέλεσε τον πυρήνα των αντιβενιζελικών.
β. Προσωρινή Κυβέρνησις της Κρήτης (1905) (σελ. 213-214): (Στο μεταξύ) Σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα μετά την έκρηξή της, η επανάσταση του Θερίσου, είχε αποκτήσει ισχυρά ερείσματα σε όλη την Κρήτη. Οργανώθηκε «Προσωρινή Κυβέρνησις της Κρήτης» στο Θέρισο, με πρόεδρο τον Ελευθέριο Βενιζέλο και υπουργούς τους Κωνσταντίνο Φούμη και Κωνσταντίνο Μάνο. Προέβη στην έκδοση γραμματίων για εσωτερικό δάνειο 100.000 δραχμών, οργάνωσε υπηρεσίες οικονομικών, συγκοινωνιών και διοίκησης, τύπωσε γραμματόσημα κι εξέδιδε την εφημερίδα Το Θέρισο. (Μάλιστα, η χωροφυλακή, που υποστήριζε τον Πρίγκιπα, δεν ήταν σε θέση να ελέγχει τα πράγματα, καθώς μάλιστα πολλοί χωροφύλακες αυτομόλησαν προς τους επαναστάτες.)
γ. Μικτή Επιτροπή Ανταλλαγής (σελ. 152): Ιδρύθηκε με βάση το άρθρο 11 της Σύμβασης της Λοζάνη το 1923, με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Την αποτελούσαν έντεκα μέλη (4 Έλληνες, 4 Τούρκοι και 3 μέλη – πολίτες ουδέτερων κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο κρατών), με αρμοδιότητα τον καθορισμό του τρόπου μεταναστεύσεως των πληθυσμών και της εκτίμησης της ακίνητης περιουσίας των ανταλλαξίμων.
ΘΕΜΑ Α2:
α. Σωστό
β. Λάθος
γ. Λάθος
δ. Λάθος
ε. Σωστό
ΘΕΜΑ Β1: (σελ. 142-143) « Η επιστροφή των προσφύγων στη Μ. Ασία … δρόμο της προσφυγιάς»
ΘΕΜΑ Β2: (σελ. 157) « Την αστική αποκατάσταση … εύρεση εργασίας [προαιρετική εισαγωγή]. Η αστική στέγαση … επέκταση λιμανιών κ.ά.).»
ΟΜΑΔΑ ΔΕΥΤΕΡΗ
ΘΕΜΑ Γ1:
Μετά τα γεγονότα που οδήγησαν στην έξωση του βασιλιά Όθωνα, προκηρύχτηκαν εκλογές, προκειμένου να αναδειχθούν αντιπρόσωποι της Εθνοσυνέλευσης, οι οποίοι θα έφερναν εις πέρας την ψήφιση του νέου συντάγματος. Δύο ολόκληρα χρόνια χρειάστηκαν για να ψηφιστεί το νέο σύνταγμα. Δύο χρόνια έντασης, κυβερνητικής αστάθειας κι εμφυλίου πολέμου. Τελικά, ως πολίτευμα ορίστηκε η βασιλευόμενη δημοκρατία, στη θέση της συνταγματικής μοναρχίας, γεγονός που σήμανε τον περιορισμό των εξουσιών του βασιλιά και την παραχώρηση σημαντικών εξουσιών στο λαό, ενισχύοντας ταυτόχρονα τον κοινοβουλευτισμό στην Ελλάδα. [προαιρετική εισαγωγή]
α. Παρά την έντονη αντίδραση του βασιλιά Γεωργίου Α’ , η Εθνοσυνέλευση επέβαλε την αρχή να προέρχεται η κυβέρνηση από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αυτό που δεν ορίστηκε με σαφήνεια, διότι θεωρήθηκε αυτονόητο, ήταν ότι ο βασιλιάς όφειλε να δώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε βουλευτή του κόμματος που είχε την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της Βουλής. Ο Γεώργιος εκμεταλλεύτηκε αυτήν την ασάφεια, για να διορίζει κυβερνήσεις της αρεσκείας του. Σύμφωνα και με στοιχεία που εξάγουμε από το κείμενο Α, που αποτελεί απόσπασμα από την «Ιστορία του Νέου Ελληνισμού» του Ν. Μαρωνίτη, ο Χαρίλαος Τρικούπης ήταν αυτός που εξαπέλυσε ένα δριμύ πολιτικό κατηγορώ εναντίον του «οργίου» της εκλογικής νοθείας, κατά τη διάρκεια των εκλογών στις 29 Ιουνίου 1874. Συγκεκριμένα, στην εφημερίδα Καιροί τυπώνει το άρθρο του «Τις πταίει», με το οποίο επιτίθεται κατά του θρόνου, κρίνοντας ότι ο βασιλιάς και οι άνθρωποί του είναι υπεύθυνοι για την παρατεταμένη πολιτική κρίση που βρίσκεται ο τόπος. Στο πρόσωπο του βασιλιά, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, συγκεντρώθηκε ολόκληρη η εξουσία, ως αποτέλεσμα ουσιαστικά της διαστροφής των συνταγματικών θεσμών.
β. Το κλίμα πολιτικής αστάθειας διήρκησε μέχρι το 1875, οπότε και ψηφίστηκε η αρχή της δεδηλωμένης. Στον Χαρίλαο Τρικούπη τον νέο τότε πολιτικό ανήκε η ιδέα, ο οποίος υποστήριξε δημόσια ότι μόνη λύση στο πρόβλημα της πολιτικής αστάθειας ήταν η συγκρότηση δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας, σύμφωνα με το πρότυπο της Αγγλίας, όπως επιβεβαιώνεται και στο κείμενο Α’. Ο Τρικούπης ολοκληρώνει την πολιτική του τοποθέτηση στο άρθρο του «Τις πταίει», με τη διαπίστωση ότι η «μόνη θεραπεία της νόσου» δεν ήταν άλλη από το σχηματισμό κυβέρνησης πλειοψηφίας, η οποία σε συνάρτηση με το δικομματικό σύστημα που προαναφέρθηκε, θα απομακρύνει στο μέλλον το έθνος από την προοπτική μιας επανάστασης, που κρίνει ιδιαίτερα λανθασμένη και ριψοκίνδυνη. Οποιαδήποτε άλλη εκδοχή αποδοκιμάστηκε από τον ίδιο, καθώς θα επέρριπτε το βάρος των ευθυνών στο λαό ή στα πολιτικά κόμματα. Εξάλλου, το δίλημμα της «υποταγή εις την αυθαιρεσίαν ή της επαναστάσεως» για τον Τρικούπη ήταν πλέον ορατό, κρίνοντας ότι οι πολιτικοί ήταν αρκετά ανίκανοι να εναντιωθούν στο βασιλιά και συγκεκριμένα στον αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης που ακολουθούσε το στέμμα, ενώ υπήρχαν και αρκετοί που τάσσονταν ανεπιφύλακτα υπέρ της αυταρχικότητας του βασιλιά.
Για να καταστεί, επομένως, αυτό δυνατόν, έπρεπε ο βασιλιάς να αναθέτει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης μόνο σε πολιτικό, ο οποίος σαφώς είχε τη «δεδηλωμένη» εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας των βουλευτών. Αυτό θα στερούσε από τα κόμματα μειοψηφίας τη δυνατότητα να σχηματίζουν κυβέρνηση, θα τα ωθούσε σε συνένωση με τα μεγάλα και θα είχε ως αποτέλεσμα σταθερότερες κυβερνήσεις πλειοψηφίας.
Ο βασιλιάς, υπό την πίεση της αντιπολίτευσης και του επαναστατικού αναβρασμού του λαού, υιοθέτησε τελικά την άποψη του Τρικούπη. Ο ίδιος μάλιστα ο βασιλιάς στο λόγο του στη Βουλή, στις 11 Αυγούστου 1875, δείχνει να αποδέχεται την αρχή της δεδηλωμένης. Εκεί, λοιπόν, αναφέρεται στο σεβασμό που ο ίδιος και οι κυβερνήσεις του επέδειξαν απέναντι στο εκλογικό δικαίωμα του λαού, διαβεβαιώνοντας μάλιστα πως θα αναγνωρίσει τα προνόμια των εκλεγμένων βουλευτών, που απορρέουν από το Σύνταγμα. Εγγυάται, παράλληλα, στο μέλλον την ανάθεση της εντολής σχηματισμού κυβέρνησης, μόνο σε πολιτικό που θα διαθέτει τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της Βουλής. Δηλώνει ότι αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα της εφαρμογής της «αρχής της δεδηλωμένης», προκειμένου να λειτουργεί ομαλά η πολιτική ζωή του τόπου.
Η αρχή της δεδηλωμένης σημάδεψε ανεξίτηλα την πορεία του κοινοβουλευτισμού στη χώρα μας, ενώ αποτέλεσε και τομή στην πολιτική ιστορία της , καθώς οδήγησε σε μεταβολή του πολιτικού τοπίου. Το διάστημα μεταξύ του 1875 και του 1880 αποτέλεσε μεταβατική περίοδο. Στις εκλογές του 1875 και του 1879 κανένα κόμμα δεν κέρδισε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1884, τα δύο μεγάλα κόμματα, του Τρικούπη και του Δηλιγιάννη, έλεγχαν το 92,2 % των εδρών στο Κοινοβούλιο. Το κοινοβουλευτικό σύστημα και ο δικομματισμός θεμελιώθηκαν.
ΘΕΜΑ Δ1:
Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος ως εκσυγχρονιστής πολιτικός εκπροσώπησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα αιτήματα της νέας γενιάς πολιτικών. Κύριος στόχος της πολιτικής τους ήταν η φορολογική μεταρρύθμιση, ώστε να ελαφρυνθούν οικονομικά οι αγρότες. Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν και οι νομοθετικές ρυθμίσεις του 1870-1871. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στόχευε εξίσου στην ελάφρυνση των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων. Προς την ίδια, λοιπόν, κατεύθυνση με τον Κουμουνδούρο κινήθηκε, προχωρώντας μάλιστα στην ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης.
α. Η οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος των «εθνικών γαιών» έγινε με νομοθετικές ρυθμίσεις κατά την περίοδο 1870-1871. Άλλωστε, όπως μας πληροφορεί ο Θ. Καλαφάτης στο κείμενο Α΄, ο Α. Κουμουνδούρος θεωρούσε την ανάπτυξη της γεωργίας, απαραίτητη προϋπόθεση της εκβιομηχάνισης της χώρας. Στόχος των νομοθετημάτων ήταν να εξασφαλιστούν κατά προτεραιότητα οι ακτήμονες χωρικοί, με την παροχή γης, απαραίτητης για την επιβίωσή τους. Παράλληλα, υπήρξαν και κοινωνικοί λόγοι που ώθησαν την κυβέρνηση Κουμουνδούρου στη συγκεκριμένη θεσμική μεταβολή, όπως επισημαίνεται στο κείμενο Α’. Ειδικότερα, σε διάφορες περιοχές της Ελλάδος, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, παρατηρήθηκαν φαινόμενα καταπάτησης των εθνικών κι εκκλησιαστικών γαιών από μη κληρούχους ή μικροϊδιοκτήτες. Τα φαινόμενα αυτά σηματοδότησαν την έναρξη κάποιων εστιών έντασης σε διάφορες περιοχές, που κατέστησαν ακόμη πιο επιτακτική τη λήψη άμεσων μέτρων από την πλευρά της κυβέρνησης.
Ταυτόχρονα, το κράτος προσπαθούσε να εξασφαλίσει, μέσα από τη διαδικασία της εκποίησης, τα μεγαλύτερα δυνατά έσοδα από τα ποσά της εξαγοράς των «εθνικών γαιών», που θα έδιναν μια ανάσα στο διαρκές δημοσιονομικό αδιέξοδο. Σύμφωνα, εξάλλου, με το κείμενο Α, κύρια μέριμνα του κράτους ήταν και η αύξηση των εσόδων των τραπεζών και των εμπορικών ομάδων, καθώς η αγροτική μεταρρύθμιση του 1870-1871 είχε ως κύριο στόχο την ενίσχυση των φυτειών και του μικρού ή μεσαίου οικογενειακού κλήρου. Συγκεκριμένα, η επέκταση των εξαγωγών του αγροτικού προϊόντος των φυτειών, θα σημάνει ταυτόχρονα και την ενίσχυση του ρόλου τους στη δανειοδότηση των τρεχουσών αναγκών των νέων μικροπαραγωγών. Βέβαια, με την παραχώρηση των γαιών το κράτος θα στερούταν το 25% της ακαθάριστης παραγωγής, αλλά θα αποκτούσε νέες πηγές εσόδων μέσω των φόρων και των δασμών, με την προϋπόθεση ότι η επιχειρηματική δραστηριότητα και η παραγωγή θα αυξάνονταν.
Οι στόχοι των νομοθετημάτων ήταν αντιφατικοί και στην πραγματικότητα μόνο ο πρώτος επιτεύχθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό. Σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις, οι δικαιούχοι αγρότες μπορούσαν να αγοράσουν όση γη ήθελαν, με ανώτατο όριο τα 80 στρέμματα για ξηρικά εδάφη και τα 40 στρέμματα για αρδευόμενα.
Όμως, το αποφασιστικό βήμα για την ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης έγινε στα ταραγμένα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και του «εθνικού διχασμού». Το 1917 η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη αποφάσισε την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης. [Ήδη μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1910, η κυβέρνηση του Βενιζέλου είχε ψηφίσει 337 νέους νόμους, μεταξύ των οποίων και η διανομή γης στις νεοαποκτηθείσες περιοχές]. Ο στόχος ήταν διπλός: αφενός η στήριξη και ο πολλαπλασιασμός των ελληνικών ιδιοκτησιών γης στις νεοαποκτηθείσες περιοχές. Σύμφωνα με το κείμενο Β’ , προτεραιότητα του Βενιζέλου και των Φιλελευθέρων ήταν η ενίσχυση του εθνικού φρονήματος των χωρικών, οι οποίοι αποτελούσαν ταυτόχρονα και την κύρια πηγή οπλιτών για τους επερχόμενους πολέμους, αλλά και η ενίσχυση του ελληνικού εθνικού προγράμματος, που θα αποτελούσε πόλο έλξης μεταξύ των ποικίλων χριστιανικών πληθυσμών της Βόρειας Ελλάδας. Ο Φραγκιαδάκης, στο κείμενο της Γ’ προβάλλει τη διανομή της γης ως το ισχυρότερο όπλο στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης, ώστε να νομιμοποιηθεί η κυριαρχία στη Βόρεια Ελλάδα.
Αφετέρου, (άλλος) στόχος ήταν και η αποκατάσταση των προσφύγων και η πρόληψη των κοινωνικών εντάσεων στον αγροτικό χώρο. Αυτό επιβεβαιώνεται και στο κείμενο Γ’, όπου τονίζεται ξεκάθαρα ότι στη Β. Ελλάδα ακολουθείται ουσιαστικά το νοτιοελλαδικό πρότυπο, που είχε ως βάση τη μικρή ιδιοκτησία και την οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση. Αυτό το πρότυπο αποτελούσε εγγύηση, καθώς πέρα από τις ευεργετικές οικονομικές συνέπειες που είχε, θα μπορούσε να συμβάλει και στην περαιτέρω σταθεροποίηση της κρατικής εξουσίας και του πολιτεύματος.
Με βάση τα νομοθετήματα του 1917 από την κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου η απαλλοτρίωση των μεγάλων αγροτικών ιδιοκτησιών έγινε δυνατή στα αμέσως μετά τον πόλεμο χρόνια, όταν η ανάγκη αποκατάστασης των προσφύγων βρέθηκε στο επίκεντρο του κρατικού ενδιαφέροντος. Το κείμενο Β’ μας αναφέρει ότι αρχικός σκοπός της κυβέρνησης ήταν η εκούσια απαλλοτρίωση των τσιφλικιών , ιδιαιτέρως των χριστιανών γαιοκτημόνων, κάτι όμως που δεν κατέστη δυνατό, με αποτέλεσμα να υιοθετηθεί ένα πιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα υποχρεωτικής απαλλοτρίωσης.
β. Από το 1870 ως το 1911 διανεμήθηκαν 2.650.000 στρέμματα με 370.000 παραχωρητήρια, πράγμα που δείχνει ότι οι φιλοδοξίες ή οι δυνατότητες των αγροτών για απόκτηση καλλιεργήσιμης έκτασης ήταν περιορισμένες αλλά και ο πολυτεμαχισμός της γης ήδη μεγάλος. Πρέπει να επισημανθεί ότι για περιοχές που χαρακτηρίζονταν ως φυτείες, ελαιόδενδρα κι αμπέλια, ο μέσος όρος έκτασης των ιδιοκτησιών ήταν σαφώς μικρότερος εκείνων που προορίζονταν για καλλιέργεια δημητριακών. Όσον αφορά το θέμα των φυτειών, αναφορά γίνεται επίσης και στο κείμενο της πρώτης πηγής, όπως προαναφέρθηκε.
Επρόκειτο όμως για σημαντική διανομή καλλιεργήσιμων γαιών, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με τα 600.000 στρέμματα εθνικών γαιών που είχαν διανεμηθεί τα προηγούμενα χρόνια, από το 1833 μέχρι το 1870. Ωστόσο, μόνο το 50% περίπου του αντιτίμου των παραχωρούμενων γαιών πληρώθηκε τελικά στο κράτος από τους αγοραστές της εθνικής αυτής ιδιοκτησίας.
Σχετικά με την υλοποίηση των νομοθετικών ρυθμίσεων του 1917 παρατηρούμε ότι η αναδιανομή που έγινε έφτασε στο 85% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων στη Μακεδονία και στο 68% στη Θεσσαλία. Στο σύνολο της καλλιεργήσιμης γης της χώρας το ποσοστό αυτό ανήλθε σε 40%. Μετά από λίγα χρόνια, κάτω από την πίεση του προσφυγικού προβλήματος, η αγροτική μεταρρύθμιση ολοκληρώθηκε και οδήγησε την αγροτική οικονομία της χώρας σε καθεστώς μικροϊδιοκτησίας. Από το 1923 και μετά έλαβε χώρα η αγροτική μεταρρύθμιση, όπως μας πληροφορεί ο Α. Φραγκιαδάκης. Τότε το κράτος διένειμε εκτάσεις γης που ανήκαν στο παρελθόν σε Τούρκους και Βούλγαρους, που είχαν ήδη υποχωρήσει, αλλά και σε Έλληνες μεγαλογαιοκτήμονες. Με τη σειρά της η νέα κατάσταση δημιούργησε νέα προβλήματα. Οι μικροκαλλιεργητές δυσκολεύονταν να εμπορευματοποιήσουν την παραγωγή τους κι έπεφταν συχνά θύματα των εμπόρων. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση προωθήθηκε η ίδρυση της Αγροτικής τράπεζας, κρατικών οργανισμών παρέμβασης και παραγωγικών συνεταιρισμών. Το αγροτικό ζήτημα απέκτησε έτσι νέο περιεχόμενο, χωρίς να προκαλέσει τις εντάσεις που γνώρισαν άλλα κράτη της Ευρώπης (Ισπανία, Βουλγαρία, Ρουμανία κ.λπ.).
____________________________________
Επιμέλεια
Φροντιστήριο Μ.Ε. Φιλολογικό & Οικονομικό
Ιωαννίδης Άρης
Ντανοπούλου-Ιωαννίδου Όλγα
1ο σπουδαστήριο: Τοπάλη 15 – Δημητριάδος, 2ο σπουδαστήριο: Κ. Καρτάλη 28 –Δημητριάδος
Επικοινωνία: Τηλ.: 24210-23227, 6976796234 (Βόλος)
Δείτε ακόμα: Θέματα – Απαντήσεις Πανελλαδικών Εξετάσεων 2016
© schooltime.gr – Ροή Ειδήσεων