«Η εκπαίδευση εκπέμπει SOS» του Άρη Ιωαννίδη«Η εκπαίδευση εκπέμπει SOS»

Εθνικό διάλογο ακούμε κι ακόμη εθνικό διάλογο δεν βλέπουμε. Για μια ακόμη φορά ματαιώθηκε λόγω «δυσχερειών», ενώ η εκπαίδευση ολοένα και βουλιάζει. Σε όλο της το φάσμα. Κι από κάποια ομάδα REN έρχονται κάποιες προτάσεις που μόνο στα παραμύθια θα μπορούσαν να υλοποιηθούν σ’ αυτό το δύσμοιρο κράτος που ακούει στο όνομα Ελλάδα.

Ας τα πάρουμε από την αρχή. Ο μαθητικός πληθυσμός ολοένα και συρρικνώνεται, όπως ενημερωνόμαστε από διάφορες έρευνες. Το ζητούμενο δεν είναι πιστεύω η αύξηση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης από 9 σε 12 έτη, αλλά η ποιοτική βελτίωση όλων των υποδομών, ώστε να αποτελεί το σχολείο πόλο  έλξης για το παιδί. Το θέμα είναι καθαρά ποιοτικό κι όχι τόσο ποσοτικό.

Από την άλλη μείζον θέμα είναι αυτό της υποχρηματοδότησης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Από την προσχολική μέχρι και την τριτοβάθμια. Παντού η ίδια κατάσταση. Συνθήκες που λίγο απέχουν από το να τις χαρακτηρίσει κανείς τριτοκοσμικές. Προβλήματα τόσο στις φυσικές, όσο και στις υποστηρικτικές υποδομές που απεγνωσμένα εκπέμπουν SOS. Διανύουμε τον 21ο αιώνα και κάποια σχολεία στη χώρα μας δεν διαθέτουν θέρμανση ούτε φωτισμό, ελέω υποχρηματοδότησης και μνημονίων.

Από την άλλη, τα στοιχεία μιλούν από μόνα τους. Στην ετήσια έκθεση του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) καταγράφεται ότι οι Έλληνες μαθητές πλέον κατατάσσονται στις τελευταίες θέσεις σε βασικά γνωστικά αντικείμενα, όπως τα Μαθηματικά, τη Γλώσσα και τις Φυσικές Επιστήμες. Κι ο λόγος; Μάλλον η αναποτελεσματικά των διάφορων προγραμμάτων σπουδών που αλλάζουν με ταχείς ρυθμούς, αποπροσανατολίζοντας τους πάντες, διδάσκοντες και διδασκομένους. Αποτέλεσμα η αδυναμία των παιδιών να ανταγωνιστούν τους Ευρωπαίους συνομηλίκους τους, καθώς ολοένα και περισσότεροι νέοι αποφοιτούν από τη βασική εκπαίδευση χωρίς επαρκή κατάρτιση.

Σύμφωνα πάντα με την ίδια έρευνα, η Ελλάδα σημειώνει το υψηλότερο εύρος ανισομερούς κατανομής των εκπαιδευτικών πόρων μεταξύ προνομιούχων (κοινωνικοοικονομικά και πολιτιστικά) σχολείων και μη προνομιούχων σχολείων (ορεινά, απομακρυσμένα, νησιωτικών περιοχών, υποβαθμισμένων περιοχών), όπου φοιτά το 25,3% των μαθητών ηλικίας 15 ετών.

Παράλληλα, διεκδικούμε τα πρωτεία όσον αφορά τον αριθμό των νέων που βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης και εργασίας. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στην τρίτη θέση, πίσω από την Ισπανία και το Λουξεμβούργο, αλλά κάποια στιγμή, έτσι όπως εξελίσσεται η κατάσταση, θα τους προσπεράσουμε… Από την άλλη κατέχουμε την τιμητική τελευταία θέση, όσον αφορά την εκπαιδευτική καινοτομία. Γιατί άλλωστε; 

Και μην παραλείψουμε βέβαια τα τετριμμένα. Σχολεία χωρίς δασκάλους και καθηγητές, αναπληρωτές που περιμένουν τη χαρμόσυνη είδηση ανάληψης των καθηκόντων τους, μήνα Ιανουάριο ή και Φεβρουάριο, ειδικά σχολεία χωρίς το κατάλληλο διδακτικό προσωπικό κι άλλα πολλά. Και κάπου στο βάθος κάτι ακούστηκε για δίδακτρα στη δημόσια εκπαίδευση. Ας ελπίσουμε πως πρόκειται για αστείο και ουδεμία σχέση φέρει με την πραγματικότητα. Ας το ελπίσουμε…