Ολοένα και πιο συχνά ακούγεται το τελευταίο διάστημα το σενάριο να εγκαταλείψουμε το ευρώ – είτε με την θέλησή μας είτε όχι – και να επιστρέψουμε σε κάποιο εθνικό νόμισμα (δεν το θεωρώ απαραίτητο να ονομάζεται δραχμή αλλά μάλλον είναι το πιο πιθανό όνομα). Πόση αλήθεια κρύβουν αυτά τα δημοσιεύματα και οι δηλώσεις υπευθύνων και μη; Αν επαληθευθεί αυτό το σενάριο, πώς θα συμβεί μια επιστροφή σε ένα εθνικό νόμισμα και θα είμαστε καλύτερα με αυτό, ποιοι επιθυμούν μια τέτοια επιστροφή και ποιους θα ευνοήσει; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο σημερινό μας σημείωμα με την επιφύλαξη όμως που γεννά η μη ύπαρξη ανάλογου περιστατικού στην οικονομική ιστορία.

Τι εννοούμε όμως όταν λέμε ότι δεν υπάρχει ανάλογο περιστατικό; Ένα αντίστοιχο περιστατικό θα ήταν η αποχώρηση για παράδειγμα της Καλιφόρνιας από το δολάριο των ΗΠΑ και η δημιουργία ενός δικού της εθνικού νομίσματος. Τότε θα μπορούσαν οι οικονομολόγοι να αναγάγουν αυτό το γεγονός και στην δική μας περίπτωση ώστε να γνωρίζουμε τι θα συμβεί. Κάτι που δεν είναι αρκετά γνωστό είναι ότι το ευρώ δεν είναι η πρώτη προσπάθεια της Ευρώπης να ενοποιηθεί νομισματικά, στην πραγματικότητα είναι η Τρίτη.Η πρώτη προσπάθεια έγινε τον Αύγουστο του 1866 με τη Λατινική Νομισματική Ένωση με τη συμμετοχή της Γαλλίας, του Βελγίου, της Ελβετίας και της Ιταλίας. Η πρώτη αυτή προσπάθεια δεν απέδωσε καρπούς αφού οι τέσσερις αυτές χώρες αποφάσισαν να ακολουθήσουν το Γαλλικό νομισματικό σύστημα του διμεταλλισμού. Η πίεση όμως στις τιμές του χρυσού και του αργύρου και οι αποκλίνουσες τιμές προκάλεσαν αποσταθεροποίηση της ροής του χρυσού και αργύρου και το ότι οι χώρες άρχισαν να εκδίδουν νομίσματα με διαφορετικό μεταλλικό περιεχόμενο οδήγησαν σταδιακά στην διάλυση της Λατινικής Νομισματικής Ένωσης το 1927. Η δεύτερη προσπάθεια έγινε από τη Σουηδία, τη Δανία και τη Νορβηγία που δημιούργησαν την Σκανδιναβική ένωση. Αν και οι χώρες αυτές απέφυγαν τα λάθη των προηγούμενων και δεν καθιέρωσαν τον διμεταλλισμό απέτυχαν και αυτές γιατί δεν υπήρχε ένα σύστημα εξισορρόπησης ανάμεσα στα κράτη μέλη. Ωστόσο, ένα τέτοιο σύστημα απαιτεί έναν βαθμό πολιτικής αλληλεγγύης που μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα στο πλαίσιο μιας πολιτικής ένωσης.

Η περίπτωση της Ελλάδας δεν ανήκει σε κανένα από τα δυο παραπάνω παραδείγματα δημιουργίας και διάλυσης μιας νομισματικής ένωσης αφού το ευρώ θα εξακολουθήσει να υπάρχει και μετά από μια πιθανή αποχώρησή μας από αυτό. Αν και δε θεωρώ πιθανό το σενάριο η κυβέρνηση να επιδιώκει μια έξοδο από το κοινό Ευρωπαϊκό νόμισμα – αφού κάτι τέτοιο θα ήταν πέρα από τη λαϊκή εντολή που πήραν από τον Ελληνικό λαό την 25η Ιανουαρίου – δεν μπορεί όμως κανείς να αποκλείσει την περίπτωση ενός ατυχήματος. Ήδη δηλώσεις του τύπου «Ε! δεν έγινε και τίποτα αν καθυστερήσουμε και μια δόση στο ΔΝΤ» δημιουργούν τις προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο (αν η Ελλάδα καθυστερήσει έστω και μια δόση στο ΔΝΤ τότε το ταμείο θα καταγγείλει τη σύμβαση και θα κάνει απαιτητό όλο το ποσό του χρέους). Τι εννοούν όμως οι αναλυτές όταν μιλούν για ατύχημα; Ατύχημα θα έχουμε όταν η έξοδος από το Ευρώ δεν θα είναι στρατηγική επιλογή της χώρας αλλά μια λύση ανάγκης καθώς η χώρα δεν θα έχει χρήματα για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες τις. Τότε αναγκαστικά θα πρέπει να κόψει νέο νόμισμα για να εξυπηρετήσει τις βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες υποχρεώσεις της και να πάρει οριστικό διαζύγιο από την ευρωζώνη. Αυτό δεν θα είναι μια εύκολη διαδικασία, αφού ξεπεραστούν τα τεράστια πολιτικά, νομικά και διαδικαστικά προβλήματα θα αρχίσουν οι διαδικασίες για την έκδοση νέου νομίσματος. Πως όμως θα γίνει αυτό; Στο χρονικό σημείο 0 αρχικά θα παγώσουν όλα τα διαθέσιμα των τραπεζών σε ευρώ. Αμέσως μετά θα μετατραπούν όλα τα υπόλοιπα (καταθέσεις και δάνεια ) σε δραχμές με ισοτιμία 1 ευρώ = 1 δραχμή. Αυτό θα ισχύσει ακόμη και για τις καταθέσεις των τραπεζών στην ΤτΕ. Σε πολιτικό επίπεδο θα πρέπει να αποφασιστεί ένα κούρεμα του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους περίπου στο 50% με σκοπό να απορροφηθούν οι κραδασμοί από την υποτίμηση της δραχμής κατά τις πρώτες ώρες της κυκλοφορίας της. Οι μισθοί, οι τιμές των προϊόντων, τα δάνεια κ.τ.λ. θα μετατραπούν σε δραχμές με ισοτιμία 1:1. Όταν ξεκινήσει η κυκλοφορία του νέου νομίσματος θα υπάρξει μια υποτίμηση της τάξης του 60% επομένως όποιο όφελος είχε προκύψει από το κούρεμα θα εξανεμιστεί αμέσως. Το που θα κλειδώσει τελικά είναι κάτι άγνωστο αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι η διαφορά με το ευρώ θα είναι τέτοια ώστε να καταστήσει την εισαγωγή και κατανάλωση προϊόντων που προέρχονται από το εξωτερικό σχεδόν απαγορευτική για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.

Μια δημοσκόπηση της MARC, που παρουσίασε ο Alpha στις 18.03.2015 μας δίνει μερικές πολύ σημαντικές πληροφορίες για την γνώμη του Ελληνικού πληθυσμού στο ερώτημα «δραχμή ή ευρώ». Εκεί βλέπουμε ότι η ψηφοφόροι της ΝΔ σε ποσοστό 91,2%, του ποταμιού σε ποσοστό 85,9% και του ΠΑΣΟΚ σε ποσοστό 79,6% επιθυμούν την παραμονή της χώρας στο ευρώ ακόμη και με μνημονιακά μέτρα. Ενώ μόνο το 45,8 των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και 35,1% των ψηφοφόρων των ΑΝΕΛ θα επιθυμούσαν μια τέτοιου είδους παραμονή. Στην ηλικιακή κλίμακα τα στοιχεία είναι ακόμη πιο διαφωτιστικά αφού οι ψηφοφόροι άνω των 55 ετών επιθυμούν σε ποσοστό 69,7% την παραμονή στο ευρώ έστω και με μνημονιακά μέτρα ενώ στις ηλικίες 18-54 το ποσοστό αυτό πέφτει στο 52%. Πιστεύω ότι αν η δημοσκόπηση είχε μια ακόμη κλίμακα στις ηλικίες κάτω των 30 το ποσοστό αυτό θα έπεφτε ακόμη πιο πολύ, ίσως και κάτω του 30%.

Τι συνέβη; Γιατί οι μεγαλύτερες σε ηλικία ομάδες επιθυμούν την παραμονή της χώρας στο ευρώ ενώ η μικρότερες και θεωρητικά πιο προοδευτικές εγκρίνουν μια επιστροφή στο παρελθόν; Δυστυχώς η απάντηση είναι η «μνήμη». Και τι εννοώ; Οι μικρότεροι σε ηλικία ψηφοφόροι, αυτοί που πύκνωσαν τις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ δεν έχουν μνήμη από την εποχή της δραχμής. Οι σημερινοί 20ρηδες και 30ρηδες δεν έχουν βιώσει την εμπειρία ενός εθνικού νομίσματος, ενώ οι 40ρηδες την θυμούνται μέσα από το παραμορφωτικό πρίσμα του μακρινού παρελθόντος. Οι περισσότεροι έχουν επιλέξει να κρατήσουν στις μνήμες τους μόνο τα καλά της δραχμής και αυτά λένε στους νεώτερους. Δε θυμούνται για παράδειγμα ότι τα στεγαστικά είχαν επιτόκιο 28% και ότι το κόστος ενός σπιτιού ήταν απαγορευτικό, δεν θυμούνται ότι ένα αυτοκίνητο κόστιζε 5 με 10 εκ. και ότι έπρεπε να πληρωθεί σχεδόν τοις μετρητοίς, τα επιχειρηματικά δάνεια δινόταν με το σταγονόμετρο και μόνο σε όσους είχαν κάποιο «γνωστό». Ξεχνούν τις ατελείωτες ώρες παραμονής στα τελωνεία για να παραλάβουν ένα δέμα από το εξωτερικό και το πόσο δύσκολο ήταν μέσω της διαδικασίας της βίζας να ταξιδέψεις σε μιαν άλλη χώρα.

Ήρθε η ώρα να κλείσουμε και το σημερινό μας σημείωμα με την ευχή να πρυτανεύσει η λογική και να αποφύγουμε κάποιο ατύχημα που το μόνο σίγουρο είναι ότι θα δημιουργήσει στη χώρα ατελείωτα προβλήματα και πληγές που θα κάνουν δεκαετίες να σβήσουν.

Γρηγόρης Σκάθαρος*
Οικονομολόγος

© schooltime.gr