H Eλλάδα την 21η  Απριλίου 1967 γνωρίζει μια από τις πιο απεχθείς μέρες της νεότερης ιστορίας καθώς ξεσπά η χούντα των συνταγματαρχών που θα ταλανίσει τη χώρα για επτά χρόνια. Οι δικτάτορες κατέλυσαν τη δημοκρατία και επέβαλαν το στρατιωτικό νόμο και μια σειρά αυταρχικών μέτρων στο λαό που συνεπαγόταν την καταπάτηση των δικαιωμάτων του: αυστηρή λογοκρισία στον Τύπο και γενικότερα στην ελεύθερη έκφραση, κατάργηση των πολιτικών ελευθεριών, περιορισμός της κυκλοφορίας, διώξεις, συλλήψεις, βασανιστήρια, εκτοπίσεις στα νησιά της εξορίας έναντι των αντιφρονούντων, δολοφονίες συλληφθέντων κ.α. 

Πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τη σκοτεινή αυτή περίοδο και τους πρωταγωνιστές της καθώς βέβαια και για τις πράξεις αντίστασης κατά της δικτατορικής διακυβέρνησης. Καθ’ όλη την περίοδο 1967-1974, στο εξωτερικό εκδηλωνόταν πορείες διαμαρτυρίας και συμπαράστασης προς τον ελληνικό λαό από μετανάστες, φοιτητές και πολιτικούς εξόριστους. Ακόμη σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα δημοσιεύματα σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής αλλά και βιβλία με επαναστατικό περιεχόμενο που καλούσαν τον ελληνικό λαό σε εγρήγορση και διατυμπάνιζαν τις αυθαιρεσίες του καθεστώτος.

Στην Ελλάδα αμέσως μετά την κήρυξη της χούντας ιδρύονται πολλές αντιδικτατορικές οργανώσεις: οι Δημοκρατικές Επιτροπές Αντίστασης (ΔΕΑ), οι Δημοκρατικοί Σύνδεσμοι, το Εθνικό Κίνημα Δημοκρατικής Αντίστασης (ΕΚΔΑ). το ΠΑΜ (Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο), η ΔΑ (Δημοκρατική Άμυνα) , ο Ρήγας Φεραίος, το ΕΔΚ (Ελληνικό Δημοκρατικό Κίνημα) κ.α., που με προκηρύξεις, εκρήξεις βομβών, χειροβομβίδων και διαδηλώσεις εκδηλώνουν την αντίδρασή τους.

Ακόμη πολύ σημαντική είναι και η προσφορά των πνευματικών ανθρώπων κατά της χούντας. Τον Ιούλιο του 1970 εκδίδονται τα «Δεκαοχτώ κείμενα», μια συλλογή κειμένων δεκαοχτώ ελλήνων λογοτεχνών και διανοουμένων  με επικεφαλής τον Γ. Σεφέρη, ως πράξη αντίστασης στη δικτατορία.

 Η πρώτη επίσημη προσπάθεια αντίστασης ήταν η συμμετοχή του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και της Αεροπορίας στο «αντικίνημα» του βασιλιά Κωνσταντίνου, στις 13 Δεκεμβρίου 1967, με στόχο την αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας. Η Βόρεια Ελλάδα θα ήταν το κέντρο των επιχειρήσεων, ενώ οι δυνάμεις του βασιλιά θα κινούνταν από την Καβάλα προς τη Θεσσαλονίκη, με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη και την εγκατάσταση μιας δεύτερης κυβέρνησης στη συμπρωτεύουσα. Ο Κωνσταντίνος με τον πρωθυπουργό Κων/νο Κόλλια και με τα μέλη της βασιλικής οικογένειας πηγαίνει στην Καβάλα. Όμως το σχέδιο απέτυχε καθώς μεσαίοι αξιωματικοί συνέλαβαν τους ανωτέρους τους και ανέλαβαν τη διοίκηση των μονάδων, ενώ η χούντα γρήγορα ανασύνταξε τις δυνάμεις της. Ο βασιλιάς και η οικογένειά του έφυγαν για τη Ρώμη, ενώ παρέμειναν στο εξωτερικό ως το τέλος της δικτατορίας.

 Την επόμενη χρονιά, το 1968,  οι προσπάθειες επικεντρώνονται στο πρόσωπο του «τυράννου»: αξιωματικοί σχεδιάζουν την απαγωγή του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου κατά τη διάρκεια της ασκήσεως «Θρίαμβος» τον Αύγουστο του 1969 και την κατάληψη της Κρήτης το 1970, που όμως δεν πραγματοποιήθηκαν.

Στις 13 Αυγούστου 1968, ο Αλέξανδρος Παναγούλης μαζί τον Γιάννη Κλωνιζάκη αποπειρώνται να δολοφονήσουν το δικτάτορα Παπαδόπουλο κοντά στη Βάρκιζα. Ο Παναγούλης, που είχε λιποτακτήσει καθώς υπηρετούσε τη  στρατιωτική θητεία του,  είχε ιδρύσει την οργάνωση «Εθνική Αντίσταση», στην οποία συμμετείχαν εκτός από τον Κλωνιζάκη, ο Στάθης Γιώτας, ο Λευτέρης Βερυβάκης, ο Απόστολος Κακλαμάνης, ο Ανδρέας Σταυρουλάκης, ο Παναγιώτης Κρητικός κ.α. Για να οργανώσει το σχέδιο δολοφονίας, πηγαίνει στην Κύπρο, όπου συνεργάζεται με ένα πρώην μαχητή της ΕΟΚΑ, τον Πολύκαρπο Γιωρκάντζη. Το σχέδιο περιελάμβανε τη ρίψη καρφιών στη διαδρομή που ακολουθούσε ο Παπαδόπουλος και την τοποθέτηση εκρηκτικών μηχανισμών σε διάφορα σημεία. Η αποτυχημένη προσπάθεια οδήγησε στη σύλληψή του Παναγούλη και του Κλωνιζάκη  και στο βασανισμό τους, ενώ ο Παναγούλης καταδικάστηκε σε θάνατο από το στρατοδικείο αλλά η εκτέλεση του ακυρώθηκε.

Το Μάιο του 1973, μια ομάδα αντιστασιακών αξιωματικών του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού επρόκειτο να εξεγερθεί εναντίον της χούντας. Στόχοι του κινήματος ήταν η κατάληψη νησιών, ο αποκλεισμός των λιμανιών του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης και  στη συνέχεια η προσπάθεια αποκατάστασης της δημοκρατίας. Στο κίνημα θα συμμετείχαν και αξιωματικοί του Στρατού Ξηράς και της Πολεμικής Αεροπορίας.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα εφημερίδων είχαν μυηθεί αρκετοί αξιωματικοί ενώ σχεδιάζονταν ανατινάξεις και δολοφονίες. Αν το εγχείρημα αποτύγχανε ο στόλος θα μετέβαινε στην Ιταλία και ως αρχηγός κατονομαζόταν ο απόστρατος πλοίαρχος Κονοφάος που συμμετείχε και σε ανάλογη προσπάθεια τη 13η Δεκεμβρίου. Δύο όμως μέρες πριν ξεσπάσει το κίνημα, στις 21 Μαΐου, η όλη επιχείρηση ματαιώνεται καθώς το σχέδιο έχει προδοθεί. Πολλοί αξιωματικοί, περίπου 70, συλλαμβάνονται και ανακρίνονται ενώ ο απόστρατος ταγματάρχης Σπύρος Μουστακλής  βασανίστηκε  από την ΕΣΑ και έμεινε ανάπηρος.

Παράλληλα, στις 25 Μαΐου το αντιτορπιλικό πλοίο «Βέλος», με κυβερνήτη το Νίκο Παππά,  παίρνει την απόφαση να αποχωρήσει από την άσκηση του Ν.Α.Τ.Ο. και να καταπλεύσει στο Φιουμιτσίνο της Ιταλίας, για να συνεχίσει εκεί τον αντιδικτατορικό αγώνα και  το πλήρωμά του ζήτησε πολιτικό άσυλο. Ο  βασιλιάς Κωνσταντίνος  προς τον οποίο απευθύνονταν οι στασιαστές για να τους στηρίξει, τελικά δεν θέλησε να συμπαραταχθεί με τους κινηματίες. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος προκήρυξε δημοψήφισμα για την κατάργηση της Βασιλείας, επιχειρώντας να δείξει ένα πιο φιλολαϊκό πρόσωπο, αλλά ανατράπηκε από το Δημήτριο Ιωαννίδη, τον «αόρατο δικτάτορα». Μπορεί βέβαια το κίνημα να μην εκδηλώθηκε όπως σχεδιαζόταν αλλά η συνεισφορά του υπήρξε αρκετά σημαντική.

Ταυτόχρονα η λαϊκή αντίσταση γιγαντώνεται και στους αγώνες πρωτοστατεί η νεολαία. Το Φεβρουάριο του 1973 ξεκινά η κατάληψη της Νομικής Αθηνών με αίτημα την κατάργηση του νόμου 1347, ο οποίος προέβλεπε την υποχρεωτική στράτευση όσων ανέπτυσσαν συνδικαλιστική δράση κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η αστυνομία παραβίασε το πανεπιστημιακό άσυλο και συνέλαβε κάποιους φοιτητές, ενώ κάποιους άλλους τους εξανάγκασε σε υποχρεωτική στράτευση.

Η κορύφωση συντελείται με την  εξέγερση των φοιτητών του Πολυτεχνείου το Νοέμβρη του 1973.Αφορμή αποτέλεσε η απόφαση της κυβέρνησης για τη διεξαγωγή των φοιτητικών εκλογών το Φεβρουάριο του 1974 ενώ οι σπουδαστές ζητούσαν την άμεση διεξαγωγή τους. Οι φοιτητές κλείνονται στο Πολυτεχνείο ενώ ο αγώνας γίνεται παλλαϊκός καθώς συμμετέχουν οικοδόμοι και αγρότες  από τα Μέγαρα που βρίσκονταν στην Αθήνα διαμαρτυρόμενοι για απαλλοτριώσεις κτημάτων τους, ενώ σταδιακά στο Πολυτεχνείο συνέρρεαν απλοί πολίτες που εκδήλωναν την ηθική και έμπρακτη συμπαράστασή τους στους έγκλειστους φοιτητές. Η εισβολή του τανκ στο χώρο του Πολυτεχνείου τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου αποτέλεσε το ορόσημο για την πτώση της χούντας που καταρρέει οριστικά στις 23 Ιουλίου 1974.

*Πρώτη δημοσίευση – Απρίλιος 2015

Αντιγόνη Καρύτσα*
Φιλόλογος

© schooltime.gr