«Η θέση της Γλώσσας στα σχολεία μας»
Γράφει ο Άρης Ιωαννίδης
Η γλώσσα ως τρόπος έκφρασης των σκέψεων και των συναισθημάτων μας αποτελεί – σε άμεση συνάρτηση πάντα με το λόγο /λογική που μας διέπει ως έλλογα όντα – το κυριότερο μέσο και όχημα της σκέψης μας. Είναι η βασική ειδοποιός διαφορά που μας παρέχει το δικαίωμα να δεσπόζουμε στην κορυφή όλων των έμβιων όντων. Είμαστε τα μόνα – θεωρητικά – νοήμονα όντα, με εμφανή τα σημάδια αυτής μας της ιδιότητας σε κάθε πτυχή του πολιτισμού μας.
Η φύση μας, λοιπόν, μας προίκισε με ένα χάρισμα, με τη βοήθεια του οποίου καλούμαστε να αξιοποιήσουμε και να προάγουμε ακόμη περισσότερο την ύπαρξή μας. Ένα χάρισμα που όσο και να προϋπάρχει ως δυνατότητα μέσα μας, χρέος μας είναι να το «δουλέψουμε» όσο γίνεται καλύτερα, να το βελτιώσουμε και να το χρησιμοποιήσουμε στην καθημερινότητά μας, από τις πιο απλές ως και τις πολυπλοκότερες δραστηριότητές μας.
Κατά πόσο, όμως αυτό το «χάρισμα» αξιοποιείται στο χώρο της εκπαίδευσης; Στο χώρο εκείνο όπου ουσιαστικά διαμορφώνεται ένα μεγάλο – το μεγαλύτερο ίσως – κομμάτι της προσωπικότητας του καθενός μας . Στο χώρο εκείνο όπου τα πρώτα ιδιαίτερα γλωσσικά ερεθίσματα που δεχόμαστε θα διαμορφώσουν και τον ξεχωριστό γλωσσικό «χαρακτήρα» μας.
Προσωπικά πιστεύω ότι το «μάθημα» της Γλώσσας – είτε Νεοελληνικής είτε Αρχαίας – πρέπει να κατέχει μια ιδιαίτερη περίοπτη θέση, που θα ξεχωρίζει εμφανώς από κάθε άλλο γνωστικό αντικείμενο, που μάλλον θα εξυπηρετεί και κάποια διαφορετική σκοπιμότητα. Το συγκεκριμένο «μάθημα» – που μάλλον ξεπερνά τα καθιερωμένα στεγανά όλων των άλλων μαθημάτων – δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει απλώς και μόνο το «διαβατήριο» πρόσβασης σε μια σχολή, αλλά στην ίδια τη ζωή…
Δυστυχώς, βιώνουμε – έμμεσα άλλα και άμεσα σε ορισμένες περιπτώσεις – την πλήρη απαξίωση του συγκεκριμένου μαθήματος από πολλούς. Από μαθητές, από καθηγητές, από πολιτικούς. Βαθμιαία παρατηρούμε μια ανησυχητική συρρίκνωσή του κι ένα σταδιακό «εξοστρακισμό» του ακόμη και από τις παραδοσιακές λεγόμενες θεωρητικές κατευθύνσεις – ομάδες πλέον ανθρωπιστικών σπουδών. Ίσως στο μέλλον ακολουθήσει την ανάλογη πορεία και στις χαμηλότερες βαθμίδες εκπαίδευσής μας. Ποιος ξέρει; Ίσως τα Αρχαία Ελληνικά – ακόμη και η Νεοελληνική Γλώσσα – δεν εξυπηρετεί πλέον κάτι εποικοδομητικό και καλό για την ελληνική κοινωνία. Ίσως ο Έλληνας του μέλλοντος δε χρειάζεται να γνωρίζει και τόσο καλά τη μητρική του γλώσσα και κατ’ επέκταση την ίδια του την εθνική ταυτότητα. Ίσως στην ίδια την ελληνική κοινωνία του μέλλοντος να μην έχει θέση η ελληνική γλώσσα.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στο παρόν. Γλώσσα δεν είναι μόνο ένα αράδιασμα τύπων γραμματικής και συντακτικού, λεξιλογίου, κανόνων που πολλές φορές την καθιστούν απόμακρη και αποκρουστική για ένα παιδικό μυαλό. Γλώσσα είναι η ικανότητα να εκφράζεις ό,τι πιο ευγενές κι ανώτερο κρύβει μέσα μας η ανθρώπινη φύση μας. Προς αυτή την κατεύθυνση ίσως πρέπει να προσανατολιστεί και το συγκεκριμένο «μάθημα» – μία λέξη πολύ στενή για να χωρέσει την ιδιαιτερότητα της Γλώσσας – στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα…