Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος υπήρξε ολέθριος και καταστρεπτικός για όλη την υφήλιο αλλά και για τη χώρα μας. Η Ελλάδα υπέφερε τα πάνδεινα από τους κατακτητές Γερμανούς , Ιταλούς και Βούλγαρους. Όμως η «ελεύθερη» και «αδάμαστη» ελληνική ψυχή πολύ γρήγορα ξεσηκώθηκε και οργανώθηκε η Εθνική Αντίσταση, με πολυάριθμα  μέλη σε όλη την Ελλάδα, ανάμεσά τους και πολλές γυναίκες.

Μία από τις πιο γνωστές γυναίκες που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία της πατρίδας μας είναι η Λέλα Καραγιάννη. Καταγόταν από την Εύβοια, ήταν παντρεμένη με το φαρμακοποιό Νικόλαο Καραγιάννη και είχε επτά παιδιά. Ενθουσιώδης, ευφυής, ενεργητική, γεμάτη πίστη ,ανιδιοτέλεια, αλτρουισμό, υπέρμαχος της ελευθερίας,  πολύ γρήγορα ξεχώρισε και η ίδια οργάνωσε μια ομάδα αντίστασης στην οποία αρχικά συμμετείχαν λίγοι πατριώτες και τα μεγαλύτερα απ’ τα παιδιά της.

Στην αρχή  περιέθαλπτε  και φυγάδευε τους συμμάχους, Βρετανούς, Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς  που είχαν εγκλωβισθεί στην Ελλάδα με ψαροκάικα στα παράλια της Μικράς Ασίας. Ανέλαβε η ίδια τη φυγάδευση στο Κάιρο περίπου 140 Βρετανών συμμάχων, κατασκευάζοντας πλαστές ταυτότητες. Την ομάδα αντίστασης, που είχε ως χώρο συγκέντρωσης τη μονή Αγίου Ιεροθέου στα Μέγαρα την ονόμασε «Μπουμπουλίνα»  (απ’ το επίθετο της μητέρας της, η οποία λεγόταν Μπούμπουλη).

Oι Γερμανοί προσπαθούσαν να την ανακαλύψουν, αλλά δεν το κατόρθωναν. Συλλαμβάνεται για πρώτη φορά τον Οκτώβρη του 1941, βασανίζεται αλλά με τη θαρραλέα και αλύγιστη στάση της τελικά απελευθερώνεται επτά μήνες αργότερα. Η ομάδα άρχισε να προκαλεί σαμποτάζ σε βάρος των κατακτητών και ήρθε σε επαφή με το συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής, όπου διεβίβαζε πληροφορίες για τις κινήσεις του εχθρού.  Η «Μπουμπουλίνα» βοηθούσε και τις αντάρτικες ομάδες της υπαίθρου με πολεμοφόδια, που προέρχονταν από αποθήκες των στρατευμάτων κατοχής αλλά και με φαρμακευτικό υλικό, ένα μέρος του οποίου προερχόταν απ’ την φαρμακαποθήκη του άντρα της. Χάρη στις ενέργειές της βυθίστηκαν πολλά πλοία, ανατινάχτηκε το αεροδρόμιο του Τατοΐου και κάηκαν αποθέματα βενζίνης και πυρομαχικών. Βοηθοί της στο τεράστιο έργο που είχε αναλάβει σημαντικά πρόσωπα της αθηναϊκής κοινωνίας όπως ο αρχηγός της Αστυνομίας Άγγελος Έβερτ, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός κ.α. αλλά και πολλοί απλοί πολίτες.

Η Λέλα Καραγιάννη ενίσχυε και βοηθούσε όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις, ασχέτως ιδεολογίας και πολιτικών πεποιθήσεων. «Ολα τα δάχτυλα του χεριού πρέπει να είναι ενωμένα σε γροθιά για να χτυπούν τον κατακτητή» έλεγε. Σταδιακά αποκτά συνεργάτες-πληροφοριοδότες και  Ιταλούς, όπως οι υπολοχαγοί Καλάρας και Καστανίνο αλλά και Γερμανούς αντιφασίστες.

Τον Ιούλιο του 1944 έγιναν συλλήψεις των στελεχών της οργάνωσης «Μπουμπουλίνα».Ύστερα από προδοσία, συλλαμβάνεται μαζί με τα πέντε μεγαλύτερα παιδιά της και οδηγείται στα κολαστήρια της οδού Μέρλιν. Στα χέρια των Ες-Ες μαρτύρησε, αλλά δεν πτοήθηκε. Υπέστη ξυλοδαρμούς, γρονθοκοπήσεις, κάψιμο άκρων, σπάσιμο πλευρών, στέρηση νερού και τροφής, εξάρθρωση των άκρων κ.α. Την απειλούσαν ακόμη και με το θάνατο των παιδιών της . Η απάντησή της στις απειλές του Γερμανού ανακριτή Μπέκε ήταν: «Τα παιδιά μου, εγώ τα γέννησα, δικά μου είναι, αλλά πρωτίστως ανήκουν στην πατρίδα μας. Πρόσεξε καλά, και πάλι σου λέω ότι αυτά δεν ξέρουν τίποτα και άδικα θα τα σκοτώσεις. Τα παιδιά μου ανήκουν στην Ελλάδα και το αίμα τους θα πνίξει τους Ούνους και όλη τη Γερμανία σας !….»». Δεν αποκάλυψε κανένα συναγωνιστή ούτε όταν βρέθηκε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. Όμως ένας από τους στενούς συνεργάτες της στη «Μπουμπουλίνα», ο Ριζόπουλος που δε διαθέτει το υψηλό φρόνημα της Λέλας,  δεν αντέχει τα βασανιστήρια και ομολογεί.

Τα χαράματα της 8ης Σεπτεμβρίου 1944, οδηγήθηκε στο Χαϊδάρι, στο αλσύλλιο της μονής Δαφνίου, όπου εκτελέσθηκε μαζί με άλλους  72 πατριώτες – ανάμεσά τους και άλλες έξι γυναίκες – ψάλλοντας με γενναιότητα τον Εθνικό Ύμνο. Λίγο πριν οδηγηθεί με τα καμιόνια στον τόπο εκτέλεσης είχε πει στον συγκρατούμενό της Νίκο Μπάρδη, ο οποίος τελικά έλαβε χάρη: «Πρέπει να είμαστε υπερήφανοι που πεθαίνουμε για την πατρίδα μας  και πρέπει να πεθάνουμε σαν Έλληνες… Να δείξουμε στους Γερμανούς πως ο Έλλην δε φοβάται το θάνατο, όταν πρόκειται για την πατρίδα». Τουφεκίστηκε μόλις ένα μήνα πριν την απελευθέρωση, έχοντας εντάξει το όνομά της στον μακρύ κατάλογο των εκτελεσθέντων από τους Γερμανούς ως ηρωίδα μητέρα της Εθνικής Αντίστασης. Μετά το θάνατό της, η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το «Βραβείο Αρετής και Αυτοθυσίας» και το 1950 από την ελληνική κυβέρνηση αναγνωρίσθηκε η προσφορά της οργάνωσης «Μπουμπουλίνα». Ακόμη βραβεύτηκε από τη βρετανική κυβέρνηση και από τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας για την προσφορά της.

Αντιγόνη Καρύτσα*
Φιλόλογος

© schooltime.gr