«Επτά φορές το δαχτυλίδι» της Ισμήνης Καπάνταη
Διαβάζοντας την ιστορία μας και ειδικά την ιστορία των χρόνων εκείνων για τους οποίους γίνεται λιγότερο λόγος δηλαδή για τα χρόνια που ο ελληνισμός ήταν κάτω από ξένη κυριαρχία, άρχισε σιγά σιγά η συγγραφέας να ζει μέσα σε αυτό το κλίμα, αποδελτιώνοντας συγχρόνως υλικό που είχε σχέσεις με τις συνεχείς απόπειρες των Ελλήνων για ανεξαρτησία ξεκινώντας συμβατικά από το 1453.
Ψάχνοντας και διαβάζοντας προσπαθούσε συγχρόνως να μπει μέσα στο πνεύμα των ανθρώπων αυτών – ανθρώπων χθεσινών αν τους σκεφτεί κανείς μέσα στον χρόνο τον ιστορικό όπου οι εκατονταετίες έχουν άλλη διάρκεια να ζήσει με το δικό τους το ρυθμό, να φορτωθεί τις έννοιες τους και σαν αποτέλεσμα γράφτηκαν αυτές οι επτά ιστορίες, επτά ιστορίες ανθρώπινες, καθημερινές ,που το χρονικό τους όμως πλαίσιο ήταν πάντα κάποιος από τους σηκωμούς.
Κοινό σημείο αναφοράς, στις άσχετες κατά τα άλλα μεταξύ τους ιστορίες, είναι ένα δαχτυλίδι που κατά τρόπο τυχαίο βρίσκεται πάντα στα χέρια ενός από τους ήρωες.
Σε κάθε ιστορία έχει προτάξει αποσπάσματα από τραγούδια ή κείμενα ,όχι απαραίτητα της ίδιας εποχής, που νοηματικά όμως έχουν κάποια σχέση.
Γράφει η Κατερίνα Φωτιάδου
Η πρώτη ιστορία αναφέρεται κυρίως στα πρώτα τρία χρόνια (1463-66) του σηκωμού που έληξε με τη νικηφόρα για τους Τούρκους μάχη της Πάτρας, αγγίζει λίγο τα γεγονότα που μεσολαβούν και τελειώνει με τους σηκωμούς που επακολούθησαν τη φήμη ότι ο Κάρολος H’ αγόρασε τα δικαιώματα του θρόνου από τον Ανδρέα Παλαιολόγο και που έγιναν κυρίως στα βόρεια Ηπειρωτικά παράλια και έληξαν άδοξα μια και οι Ενετοί έκριναν τη στιγμή εκείνη πως δεν τους συμφέρει η κίνηση αυτή στο παιχνίδι που παιζόταν μεταξύ των Τούρκων, των ιδίων, του Πάπα Αλέξανδρου Βοργία και των υπόδουλων Ελλήνων. «Άπλωσε το χέρι του να μετακινήσει το πιόνι και είδα το δέρμα μαυρισμένο από τον ήλιο με τις ξανθές τριχούλες σχεδόν άσπρες και το δαχτυλίδι από μέταλλο φθηνό, το δαχτυλίδι που δεν έβγαλα ποτέ απ’ το δάχτυλό μου του δεξιού χεριού μου».
Η δεύτερη ιστορία αναφέρεται στα χρόνια της υπογραφής της Ενετοτουρκικής συνθήκης του 1540 ακολούθησαν μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών και ανακατατάξεις και τελειώνει με την πτώση του Σοποτού (10 Ιουνίου 1570) που είναι και η πρώτη σημαντική μνήμη των Ενετών σε αυτόν τον πρώτο χρόνο του πολέμου. «Και όταν αυτός αρνήθηκε για δεύτερη φορά έβγαλε η γριά με κόπο από το δάχτυλό της το γεμάτο κόμπους ένα δαχτυλίδι φτωχικό και παρακάλαγε τον Πέτρο να το πάρει και δεν ησύχασε ώσπου δέχτηκε ο Πέτρος και το πέρασε στο δάχτυλό του».
Η τρίτη ιστορία διαδραματίζεται στα χρόνια 1600-1611, που έδρασε ο Διονύσιος Τρίκκης ο Σκυλόσοφος. Μέτα την πρώτη 1600 αποτυχημένη απόπειρά του, κατέφυγε στην Ιταλία όπου και προσπάθησε να βρει βοήθεια από τους Δυτικούς.«Καθώς τα σκάλιζε ο κυρ Θανάσης ,το ξεχώρισε ίσως από το παλιοκαιρίτικο το σκάλισμά του αν και φαινόταν πως κι αυτό ήταν ένα στολίδι φτωχικό. Το ‘ τριψε λίγο μήπως και φύγει η πολύ μαυρίλα και δοκίμασε να το περάσει στο μικρό δάχτυλο του αριστερού χεριού του».
Η τέταρτη ιστορία διαδραματίζεται στα χρόνια του μόνου νικηφόρου για τους Ενετούς ενετοτουρκικού πολέμου (1684-1689). Σ αυτά τα χρόνια οι Έλληνες για μια ακόμη φορά είδαν να διαφαίνεται μια καινούργια ευκαιρία για απελευθέρωση και πολέμησαν αλλού στο πλευρό των Ενετών και αλλού μόνοι τους. «Χάιδεψε με τα δάχτυλα το πονεμένο χέρι η Σμαραγδή, εκεί που πιο πολύ πονούσε, εκεί που ακόμη ένιωθε την πίεση απ’ το δαχτυλίδι, το δαχτυλίδι που του χάρισε στο γάμο».
Η πέμπτη ιστορία διαδραματίζεται την περίοδο των «Ορλοφικών» παρ όλο ότι σαν κίνημα αποτυχημένο κόστισε ακριβά στους Έλληνες, είχε σαν συνέπεια τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) με την οποία οι Έλληνες αποκτούσαν το δικαίωμα της ανεξιθρησκίας και της ελεύθερης εμπορικής διακίνησης. «Και είδε ο Σήντρικ που φορούσε ένα δαχτυλίδι αλλιώτικο στο χέρι του και ζήτησε να μπει κι αυτό στη συμφωνία, μα χαμογέλασε καλοσυνάτα ο Κρητικός και αρνήθηκε ,το δαχτυλίδι ήταν ,είπε του πατέρα του που χάθηκε είπε σε αυτόν τον τελευταίο σηκωμό και δεν το αποχωρίζεται και εκεί απάνω έκλεισε η συμφωνία».
Η έκτη ιστορία αναφέρεται στους πρώτους μήνες της Επαναστάσεως . Την κήρυξη της Επαναστάσεως στα Καλάβρυτα ακολουθούν φοβεροί διωγμοί και σφαγές στην Κων/πολη και αλλού (απαγχονισμός του Πατριάρχη). Ξεσηκώνεται η Πελοπόννησος , η Στερεά, τα νησιά, Σπέτσες, Ψαρά, Πόρος, Αίγινα, Σαλαμίνα και Ύδρα, το Πήλιο, η Εύβοια, η Χαλκιδική. «Αφηρημένος έπαιξε με το δαχτυλίδι, το έβαζε και το έβγαζε , αν όλα πήγαιναν καλά σε λίγο θα φόραγε το δαχτυλίδι το χρυσό του γάμου του με την Τούλια και η μάνα του θα τη δεχόταν νύφη του, τι άλλο έμελε να κάνει, και θα την αγάπαγε».
Η έβδομη ιστορία αναφέρεται στα ιστορικά γεγονότα ανάμεσα 1917 (26 Ιουνίου), είσοδος Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και 1923 ,Συνθήκη της Λωζάνης , αναγκαστική ανταλλαγή πληθυσμών. «Το βράδυ πέρασε κανονικά όπως τόσα άλλα βράδια από τότε που αρρώστησε. Λίγο πριν κοιμηθεί τη φώναξε κοντά του. Είχε ανοίξει τη βιτρίνα που φύλαγε τη συλλογή του τη μικρή από αρχαία και κράταγε το δαχτυλίδι».
Οι επτά νουβέλες που απαρτίζουν το Επτά φορές το δαχτυλίδι είναι έργο τολμηρό. Ώριμο και πλούσιο ταλέντο, που εκδηλώνεται εικονογραφικά, παίζοντας συχνά το παιχνίδι ενός ευέλικτου εικονογραφικού φακού.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
Η Ισμήνη Καπάνταη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Παντρεύτηκε τον Βάσω Καπάνταη και έχει ένα γιο. Το πρώτο της βιβλίο Επτά φορές το δαχτυλίδι κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1989 και απέσπασε ευμενέστατες κριτικές. Μεταφράστηκε στα αγγλικά και διδάσκεται στο Πανεπιστήμιο Mc Gill στον Καναδά ( Έδρα Νεοελληνικών Σπουδών). Ακολούθησε το μυθιστόρημα Απειρωτάν και Τούρκων που τιμήθηκε με το έπαθλο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών το 1992. Το μυθιστόρημα αυτό εκτός από σερβικά μεταφράστηκε και στα αγγλικά και πρόκειται να εκδοθεί στην Αμερική. Το τρίτο της μυθιστόρημα, Η ιστορία της Ιόλης, εκδόθηκε τον Ιούλιο το 1992. Διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και έχει γράψει κείμενα για τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ. Το Νοέμβριο του 1995 εκδόθηκε το τέταρτο μυθιστόρημά της, Που πια καιρός…