«Η γενιά της μάνας μου»
Γράφει η Γιώτα Ιωακειμίδου
Πολλές φορές σκέφτομαι την μάνα μου και ντρέπομαι για την δική μου γενιά… Η μάνα μου ήταν εργάτρια γης μέχρι τα 40 της περίπου, ο πατέρας εργάτης στην Γερμανία, η μάνα πίσω στο χωριό με τρία παιδιά να τα μεγαλώνει μόνη, αλλά με αξιοπρέπεια ζηλευτή και κανόνες ζωής… Δούλευε νυχθημερόν στα καπνά, δουλειά σκληρή που ξεκινούσε τον Φλεβάρη με τα φυτώρια και τέλειωνε Νοέμβρη με τα «παστάλια», το πάτημα του καπνού και μετά αγωνία να το πουλήσει σε καλή τιμή, να μην το βγάλουν σκάρτο οι εκτιμητές και πάει για κάψιμο.
Θα ομολογήσω ότι όταν πρωτάρχισα να δουλεύω, κάνοντας αυτό που πάντα αγαπούσα, να είμαι δασκάλα, έμεινα κατάπληκτη με τον πρώτο μου μισθό, έπαιρνα χρήματα με λίγο κόπο, γιατί το δικό μου μέτρο ήταν η μάνα μου και οι όμοιές της, που σέρνονταν από την κούραση, βουτηγμένες στο «ζεχίρ» την πικρή κολλώδη ουσία του νωπού καπνού.
Δουλειά σκληρή… ξεκινούσε το σπάσιμο του καπνού τα μεσάνυχτα μέχρι τις πρωινές ώρες και στη συνέχεια γινόταν το «τίζεμα» πέρασμα σε αρμαθιές, μέχρι αργά το απόγευμα. Η ζωή της κύλησε μέσα στα χωράφια του βάλτου όπου ήταν τα καπνοχώραφα, χώματα καρπερά, κατάλληλα για τις φυτείες καπνού.
Η γενιά της μάνας μου αγωνιζόταν να επιβιώσει και να σπουδάσει τα παιδιά της. Τα γράμματα ήταν υπέρτατη αξία, τα λιγοστά χρήματα που της περίσσευαν τα έκανε πάντα βιβλία. Η γενιά της μάνας μου ήξερε το «μέτρο», δεν νοιαζόταν για το ντύσιμο, το φαί, τις δίαιτες, την καλοπέραση.
Άνθρωποι τίμιοι, δεν ήξεραν τη συκοφαντία, τη ζηλοφθονία, πέρασαν πικρά και δύσκολα χρόνια μαθημένοι στα λίγα, έμαθαν και σε μας το ίδιο… Πάντα μου έλεγε «να διαβάζεις, να μην σκορπίζεσαι σε υλικές ανάγκες, αυτά πουλιούνται στο παζάρι και τα βρίσκεις πάντα». Η δική μου γενιά έχω την αίσθηση ότι ξεπέρασε το μέτρο των γονιών μας σε πολλά, πολλές φορές την σκέφτομαι και ντρέπομαι…