«456 λέξεις ψιθυριστές για τις εξετάσεις» του Βασίλη Συμεωνίδη«456 λέξεις ψιθυριστές για τις εξετάσεις»

Γράφει o Βασίλης Συμεωνίδης

Στις πολλές συζητήσεις για την εκπαίδευση έχω την εντύπωση ότι τα ουσιώδη ζητήματα μένουν ανέγγιχτα. Προτάσσονται πάντα πιο κρίσιμες προτεραιότητες και δεν μένει χρόνος για ψύχραιμη και ουσιαστική κουβέντα. Θα μπορούσε βέβαια να θέσουμε τα ουσιώδη ζητήματα ως αφετηρία. Η πρώτη μορφή αυτού του κειμένου δημοσιεύτηκε στο εκπαιδευτικό δίκτυο αλφαβήτα• γράφτηκε το 2013, μία βδομάδα μετά από την απεργία που δεν έγινε, επειδή είχε απέναντί της την επιστράτευση και τις… πανελλαδικές εξετάσεις των οποίων η διατάραξη θα διατάρασσε την ψυχική υγεία των υποψηφίων περισσότερο από την ομαλή διεξαγωγή τους.

Η συζήτηση για την συνέχιση των σπουδών στα πανεπιστήμια γίνεται ψιθυριστά. Ίσως ευτυχώς, επειδή έτσι προστατεύεται από τις δημοσιογραφικές κραυγές και γραφικότητες. Στις κρίσιμες συγκυρίες – και πότε δεν είναι κρίσιμες οι συγκυρίες – δεν μένει χώρος για να αρθρωθεί εκπαιδευτικός λόγος. Δηλαδή, λόγος που έχει την αφορμή να θέσει ζητήματα, για παράδειγμα τον ίδιο τον πανελλαδικό διαγωνισμό – ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας του οποίου αποκρύπτεται με τη λέξη «εξετάσεις». Κατά πόσο, λοιπόν, αυτό το τοτέμ της ελληνικής κοινωνίας έχει σχέση με την ουσία της εκπαίδευσης, με τη μάθηση, με τις γνώσεις που έχει ο έφηβος, με τις προϋποθέσεις για την παρακολούθηση κάποιας πανεπιστημιακής σχολής;

Με ποιον τρόπο θα μπορούσε να τελειώνουμε με αυτήν την αθλιότητα ενός τρόπου επιλογής που μετατρέπει την επιστημοσύνη σε αγώνα σωματικής αντοχής, που καταρρακώνει και ψυχικά τους μαθητές, που αλλοιώνει την σπιτική γαλήνη χιλιάδων οικογενειών κάθε χρόνο; Και ακόμα περισσότερο: τι νόημα έχουν οι εξετάσεις προαγωγής που στήνονται στα σχολεία κάθε χρόνο για να κριθεί αν οι μαθητές μπορούν να συνεχίσουν στην επόμενη τάξη; Θα μπορούσε άνετα να αντικατασταθούν από άλλες μορφές γραπτής αξιολόγησης που θα είναι πιο ουσιαστικές, πιο δημιουργικές, λιγότερο τυπολατρικές και λιγότερο ψυχοβόρες.

Προτάσεις υπάρχουν, τεκμηριωμένες βάσιμα στην ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης, στην παιδαγωγική και στην κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, στην επιστημονική προσέγγιση των διδακτικών αντικειμένων. Άνθρωποι που τις εκφράζουν με ενδιαφέρον υπάρχουν. Ωστόσο η εκπαιδευτική πραγματικότητα εμμένει σε διαδικασίες παγιωμένες σε πλήρη αντίθεση με ό,τι επιτάσσουν οι ανάγκες της κοινωνίας και των άμεσα εμπλεκόμενων στην εκπαίδευση. Πιο παραστατικά και για παράδειγμα, έχουμε γυαλιστερά προγράμματα σπουδών σύμφωνα με τις τελευταίες επιστημονικές διαπιστώσεις διεθνώς, αλλά εμμένουμε στην ίδια μετωπική διάταξη των σχολικών θρανίων μέσα στις ίδιες γκρίζες αίθουσες καθήλωσης των εφήβων.

Θα μπορούσαν όλα αυτά να αλλάξουν με την παρέμβαση στις εξεταστικές και διαγωνιστικές διαδικασίες. Βέβαια θα επηρεαστούν καταλυτικά το εκπαιδευτικό και παραεκπαιδευτικό σύστημα, δημόσιο και ιδιωτικό. Βέβαια και θα πρέπει να βρεθούν νέες ισορροπίες ανάμεσα στην εξασφάλιση του κοινωνικού αγαθού της παιδείας για όλους και στην αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών απ’ όσους μπορούν να πληρώσουν. Δεν μιλάμε για τρομακτικά πράγματα που θα γκρεμίσουν το σύμπαν της κοινωνικής βεβαιότητας, μιλάμε για πράγματα που καθίστανται επιτακτικά αναγκαία από την ολοένα και μεγαλύτερη – χρόνο με το χρόνο – κατάντια. Το ζήτημα είναι ποια βούληση μπορεί να αναλάβει την ευθύνη.