Σαλαμίνα 28 Σεπτεμβρίου 479 Π.Χ., Βράδυ…

Η συνέλευση των Ελλήνων στρατηγών βρίσκεται στο αποκορύφωμά της. Τα νέα που έχουν φτάσει είναι αποκαρδιωτικά. Ο περσικός στρατός έχει καταλάβει την Αθήνα και έχει κάψει τα πάντα. Το σύνολο του ελληνικού στρατού βρίσκεται στον ισθμό, πίσω από το τείχος που έχουν κατασκευάσει οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί τους για να προστατευτούν από την περσική λαίλαπα, και τώρα αυτοί θα πρέπει να αποφασίσουν για την τύχη του Ελληνικού στόλου. Ο Θεμιστοκλής, αρχηγός του Αθηναϊκού στόλου, επιμένει ότι πρέπει να παραμείνουν στην Σαλαμίνα και να δώσουν εκεί την αποφασιστική μάχη, απέναντί του βρίσκεται ο Κορίνθιος στρατηγός Αδείμαντος ο οποίος υποστηρίζει ότι ο στόλος θα πρέπει να αποχωρήσει. Τα πνεύματα έχουν οξυνθεί. Σε μια στιγμή ο Αδείμαντος χάνει την ψυχραιμία του και λέει στον Θεμιστοκλή ότι δεν μπορεί να μιλάει κάποιος που δεν έχει ούτε καν πόλη. Η απάντηση του Θεμιστοκλή, όπως μας την μεταφέρει ο Ηρόδοτος είναι: « όσο οι Αθηναίοι κατέχουν 200 πλοία με τέλεια πληρώματα, έχουν και πόλη και χώρα μεγαλύτερη από την δική σου». Αμέσως μετά τους θύμισε ότι και αυτός έχει να προστατέψει τους άμαχους που είχαν καταφύγει στην Σαλαμίνα και ότι αν δεν έμειναν να πολεμήσουν εκεί, θα τους έπαιρνε στα πλοία και θα τους πήγαινε στην Ιταλία.

Ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει το κλίμα που επικράτησε αμέσως μετά την δήλωση αυτή του Θεμιστοκλή, αλλά δεν είναι και τόσο δύσκολο να το φανταστούμε αφού την επόμενη μέρα ο ενωμένος Ελληνικός στόλος παρατάχθηκε να ναυμαχήσει στη Σαλαμίνα. Αυτό νομίζω είναι και το πρώτο καταγεγραμμένο παράδειγμα realpolitik στην ιστορία. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν ο Θεμιστοκλής θα πραγματοποιούσε τελικά την απειλή του αλλά έχουμε ένα έξοχο δείγμα συγκαλυμμένης απειλής – καθώς τα 200 από τα 300 πλοία που παρέτασσε ο ελληνικός στόλος ήταν Αθηναϊκά – και ορθής εκτίμησης των πολιτικών ισορροπιών που είχαν διαμορφωθεί.

 Όσο κι αν ακούγεται αλλόκοτο και περίεργο η μελέτη του πιο πάνω περιστατικού δεν ανήκει μόνο στην επιστήμη της Ιστορίας αλλά και σε αυτό της Γεωγραφίας. Η εικόνα του μέσου πολίτη για την Γεωγραφία ταυτίζεται με αυτήν του σχολικού μαθήματος η οποία περιοριζόταν σε χάρτες χωρών, πρωτεύουσες νομών και κάποια οικονομικά στοιχεία. Η Γεωγραφία όμως είναι μια ολόκληρη επιστήμη η οποία καταλαμβάνει το δικό της χώρο ανάμεσα στην οικονομία και τις πολιτικές επιστήμες. Η κλασική Γεωγραφία αναπτύχθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και κυριάρχησε μέχρι και το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου.

Έννοιες, όπως αυτή του ζωτικού χώρου, της αποικιοκρατίας και του δυναμικού επεκτατισμού των κρατών, αναπτύχθηκαν και θεμελιώθηκαν θεωρητικά από γεωγράφους. Το κοινωνικό-οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο άνθισε η Γεωγραφία χαρακτηρίζεται από την εκβιομηχάνιση και ανάπτυξη της Ευρώπης, την ελεύθερη αγορά και την επιβίωση του ικανότερου, την αποικιοκρατία σε ΗΠΑ Αφρική/Ασία και την διεθνοποίηση του εμπορίου. Ο Κ. Δαρβίνος το 1859 δημοσιεύει το βιβλίο του «η καταγωγή των ειδών» που αποτελεί υπόβαθρο της αντίληψης ότι το φυσικό περιβάλλον καθορίζει τις σχέσεις και τις αντιδράσεις του ανθρώπου. Οι ιδέες  του Δαρβίνου για την φυσική επιλογή επηρέασαν τους Γεωγράφους σε εκείνο το πρώιμο στάδιο και έτσι γεννήθηκε η σχολή της περιγραφικής αιτιοκρατίας.

Οι έννοιες που εισάγει ο Δαρβίνος για την επιβίωση και την εξελικτική προσαρμογή οδηγούν τους Γεωγράφους να υποστηρίξουν την αναγκαστική εξελικτική προσαρμογή του ανθρώπου στις αλλαγές του φυσικού περιβάλλοντος και να μειώσουν την σημασία της ανθρώπινης δράσης. Το ενδιαφέρον τους στρέφετεαι κυρίως στην αναγνώριση των φυσικών νόμων. Ο Friedrich Ratzel στο έργο του «πολιτική γεωγραφία», 1897, υποστηρίζει ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες καθορίζονται από κάποιον εξωτερικό παράγοντα, το κράτος, αλλά και από το φυσικό περιβάλλον. Υποστηρίζει ότι το κράτος είναι ένας ζωντανός οργανισμός πέρα από τα έθνη και τις κοινωνίες. Οι ιδρυτές τις «γεωπολιτικής» υποστηρίζουν ότι οι πολίτες είναι υποδεέστεροι της κρατικής οντότητας, η οποία πρέπει να επεκτείνεται παράλληλα με την πληθυσμιακή εξέλιξη.

Από αυτή τη θεώρηση ο Ratzel επεκτείνεται στην εισαγωγή της περίφημης αμφιλεγόμενης (ως προς την πολιτική σκοπιμότητά της) έννοιας του Lebensraum δηλαδή του «ζωτικού χώρου» όπου επιδιώκουν να επεκταθούν τα δυναμικά κράτη. Ακολουθεί στις ίδιες γραμμές η ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη (για την πολιτική του σκοπιμότητα) Γεωπολιτική (Geopolitik) του Karl Haushofer. Οι θεωρητικοί της περιβαλλοντικής αιτιοκρατίας ερμηνεύουν την εκβιομηχάνιση και την πολιτιστική ανάπτυξη της Ευρώπης σαν απόρροια των ευνοϊκών φυσικών συνθηκών αντί του δυναμισμού των ανθρώπων της.

Ερμηνεύουν την υπο-ανάπτυξη της Ασίας και της Αφρικής ως απόρροια του ζεστού και υγρού κλίματος και της έλλειψης φυσικών πόρων που καθιστούν τους ιθαγενείς νωθρούς και ανίκανους να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη. Το αποτέλεσμα μίας τέτοιας ερμηνείας δικαιώνει την εκπολιτιστική επέμβαση των Ευρωπαίων και αποσιωπά τις σχέσεις εκμετάλλευσης που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της αποικιοκρατίας.

Συγκεκριμένα: Στις ΗΠΑ η μαθήτρια του Ratzel, Ellen Churchill Semple νομιμοποιεί την κυριαρχία των αποίκων έναντι των αυτοχθόνων και αργότερα ο Huntington (1945) χρησιμοποιεί την ίδια θεωρητική βάση για να συνδέσει την πολιτιστική ανάπτυξη ή την απουσία της με τις κλιματολογικές συνθήκες. Τέλος στην Αμερική του 1921 ο Isaiah Bowman συνοψίζει την πρώτη περίοδο της πολιτικής γεωγραφίας. Έτσι παγιώθηκε η αιτιοκρατική θεώρηση για τη νομιμοποίηση της αποικιοκρατίας. Η θεωρία του Ratzel για το «ζωτικό χώρο» αποτέλεσε τη βάση της γεωπολιτικής των ναζιστών και υπόβαθρο των επεκτατικών τους σχεδίων στην Ευρώπη. Επίσης, στη προσέγγισή του ουσιαστικά στηρίχθηκε η άποψη περί «ανωτερότητας της άριας φυλής» στην οποία ο ναζισμός στήριξε ιδεολογικά και πολιτικά τις απεχθείς πράξεις του.

Εδώ θα κλείσουμε το σημερινό μας σημείωμα, σε κάποιο μελλοντικό θα συνεχίσουμε με την εξέλιξη της Γεωγραφίας μέχρι τις μέρες μας. Για τον αναγνώστη που θέλει να εμβαθύνει σε αυτή την εξαιρετική επιστήμη θα συνιστούσα το βιβλίο του Λεοντίδου, Λ 9(011) «Αγεωγράφητος Χώρα», Αθήνα, Προπομπός.

Γρηγόρης Σκάθαρος*
Οικονομολόγος

© schooltime.gr