«Ο Γύγης του Πλάτωνα και ο Φρόντο του Τόλκιν» του Αλέξανδρου Γ. Αλεξανδρίδη«Ο Γύγης του Πλάτωνα και ο Φρόντο του Τόλκιν»

(Δύο δακτυλιδοκουβαλητές που επέλεξε η μοίρα τυχαία)

Ομοιότητες – Διαφορές – Διακειμενικότητα Ιδεών και Συλλήψεων

Γράφει ο Αλέξανδρος Γ. Αλεξανδρίδης

Με απόσταση 2400 χρόνων η συγγραφική Μούσα έπλασε ξανά το ίδιο παραμύθι…

«…ἰδεῖν ἐνόντα νεκρόν, ὡς φαίνεσθαι μείζω ¬ἢ κατ’ ἄνθρωπον, τοῦτον δὲ ἄλλο μὲν οὐδέν, περὶ δὲ τῇ χειρὶ χρυσοῦν δακτύλιον ὄν<τα> περιελόμενον…» (Πλάτωνος, «Πολιτεία», Βιβλίο Β΄, 359 d).

(Μετάφραση: …και είδε ότι υπήρχε κάποιος νεκρός, μεγαλύτερος από κανονικό άνθρωπο καθώς φαινόταν, [ότι] αυτός άλλο τίποτα δεν είχε, και αφού (αυτός) πήρε ένα χρυσό δακτυλίδι που υπήρχε στο δάκτυλο…).

«…φτιάχτηκε ακόμα ένα δακτυλίδι. Στη χώρα της Μόρντορ, στις φωτιές, στο βουνό του Χαμού, ο Άρχοντας Σόρον μυστικά σφυρηλάτησε το Ένα Δακτυλίδι…Μέσα σ’ αυτό το Δακτυλίδι έβαλε τη μεγάλη κακία του και τη θέλησή του να κυριαρχήσει σε όλη του τη ζωή…» (τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου του Τόλκιν, «Ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών», μέρος Α΄, Η συντροφιά του Δακτυλιδιού).

Ο Πλάτωνας και ο Τόλκιν «φορούν» το ίδιο δακτυλίδι

Δύο διαφορετικοί συγγραφείς, ένας της ελληνικής αρχαιότητας – μέγιστος φιλόσοφος όλων των εποχών – και ένας της σύγχρονης πραγματικότητάς μας – αν και παλαιότερος από τη σημερινή μας γενιά, πάντως μεγαλωμένος στην Αγγλία και διακεκριμένος φιλόλογος – ένωσαν το νήμα της έμπνευσής τους, παρά το ότι απέχουν 24 αιώνες, προσπαθώντας να αξιοποιήσουν το ίδιο πολύτιμο αντικείμενο και συνάμα σύμβολο δύναμης και εξουσίας: ένα χρυσό δακτυλίδι (χρυσοῦν δακτύλιον).

Δύο δακτυλιδοκουβαλητές σε διαφορετικό χωροχρόνο – πάντως σε κάθε περίπτωση φανταστικό – πλάστηκαν από δύο ευρηματικούς ανθρώπους και έγιναν φορείς μιας τεράστιας μαγικής δύναμης. Ο πλατωνικός Γύγης, ο οποίος βρήκε το δικό του χρυσό δακτυλίδι στο άψυχο σώμα ενός γίγαντα στα έγκατα της γης, μετά από μία τρομερή καταιγίδα και έναν τρομακτικό σεισμό και ο τολκινικός Φρόντο, (– που δεν είναι άνθρωπος, αλλά ένα αθώο χόμπιτ, δηλαδή ένας άκακος νάνος – ) ο οποίος κληρονόμησε μοιραία το «πολύτιμο» δακτυλίδι από το θείο του Μπίλμπο.

Πλάτωνας και Τόλκιν ασχολούνται ο καθένας από τη δική του σκοπιά και με τα δικά του πιστεύω, αξιοποιώντας τα δεδομένα της εποχής τους και τις εμπειρίες ζωής που αποκόμισαν, με το τεράστιο θέμα του δικαίου στην κοινωνική πραγματικότητα. Τους απασχολούν τα διττά – αντικρουόμενα ζεύγη καλού – κακού, ευτυχίας – δυστυχίας, γνώσης – άγνοιας, δικαιοσύνης – αδικίας, γενναιότητας – δειλίας, κοινωνικής προσφοράς – απραγίας, αρμονίας – δυσαρμονίας και οραματίζονται την κυριαρχία του αγαθού σε ένα «φωτεινό», δηλαδή ευτυχισμένο και αρμονικό κόσμο.

Ο πλατωνικός Γύγης

Ο ευρηματικός φιλόσοφος, στο Β΄ βιβλίο της «Πολιτείας» του και με το στόμα του αδελφού του Γλαύκωνα, επινοεί ένα μύθο. Ένας βοσκός του βασιλιά της Λυδίας ονόματι Γύγης βρίσκει τυχαία ένα μαγικό δακτυλίδι μετά από δύο καταστρεπτικά φυσικά φαινόμενα. Την ώρα που έβοσκε τα πρόβατα του άρχοντά του, έπιασε φοβερή καταιγίδα και έγινε τόσο δυνατός σεισμός, ώστε άνοιξε η γη κάτω απ’ τα πόδια του. Κατέβηκε στο χάσμα που δημιουργήθηκε και εκεί μέσα στα σπλάχνα της γης, είδε ένα μεγάλο χάλκινο κούφιο άλογο. Από κάποια ανοίγματα στα πλευρά του κοίταξε μέσα του και διαπίστωσε ότι εκεί ήταν ξαπλωμένος ένας νεκρός με διαστάσεις σχεδόν γιγαντιαίες. Και το σημαντικότερο, φορούσε στο χέρι του ένα χρυσό δακτυλίδι. Ο Γύγης το πήρε και ανέβηκε πάλι στην επιφάνεια. Κάποια μέρα διαπίστωσε ότι το πολύτιμο εύρημά του είχε μία αξιοπερίεργη μαγική δυνατότητα. Περιστρέφοντας την πέτρα του («σφενδόνην» την ονομάζει ο Πλάτωνας) προς το εσωτερικό της παλάμης του, γινόταν αόρατος και εμφανιζόταν πάλι, γυρίζοντας το δακτυλίδι προς την αντίστροφη φορά.

Η δύναμη του δακτυλιδιού

Ο ταπεινός βοσκός είχε λοιπόν στα χέρια του ένα τεράστιο όπλο. Μπορούσε να κάνει οτιδήποτε επιθυμούσε, χωρίς να γίνεται αντιληπτός και κυρίως, χωρίς να τιμωρείται ή έστω να επιπλήττεται. Έγινε από τη μια στιγμή στην άλλη φορέας μιας τουλάχιστον παράδοξης και απρόσμενης δύναμης, η οποία μπορούσε να λειτουργήσει προς όφελός του, πάντα όμως υπό το βάρος μιας έστω και λανθάνουσας αδικίας, που μπορούσε να φτάσει κι ως το έγκλημα. Και πραγματικά έτσι έγινε. Ο ασήμαντος μέχρι τότε Γύγης έγινε εραστής της βασίλισσας και με τη βοήθειά της σκότωσε τον αφέντη του και πήρε ο ίδιος την εξουσία. Κατέλαβε λοιπόν μια θέση που του χάρισε η δύναμη ενός χρυσού κρίκου, χωρίς να υπολογίσει τα αθέμιτα μέσα που χρησιμοποίησε, αλλά με μοναδικά κίνητρά – συνηθισμένα στην ανθρώπινη φύση – τη δόξα και τον πλούτο.

Η σημειολογία της πλατωνικής διήγησης

Ο Γλαύκωνας, που διηγείται τη φανταστική αυτή ιστορία, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τελικά είναι στη φύση του ανθρώπου να αδικεί, όταν μάλιστα ξέρει εκ των προτέρων ότι δε θα υποστεί τις συνέπειες της αδικίας του. Και αυτό γιατί η κοινή λογική ενός ανθρώπου λέει ότι η δικαιοσύνη δεν είναι τελικά ένα αγαθό στη ζωή μας, αφού η εφαρμογή της προσκρούει στο προσωπικό μας συμφέρον και είναι ανασταλτικός παράγοντας, τις περισσότερες φορές, για τα οποιασδήποτε ποιότητας κέρδη μας. Για όλους μας λοιπόν το βασανιστικό ερώτημα «ἀδικεῖν ἢ ἀδικεῖσθαι;» γίνεται πολύ απλό. Και η απάντηση στη συνείδησή μας δεν είναι τουλάχιστον μία ανώδυνη ουδετερότητα, αλλά μία συνειδητή επιλογή συμφέροντος: «ἀδικεῖν» και μάλιστα αν είναι δυνατόν ατιμώρητα.

Ένα δακτυλίδι λοιπόν έγινε η αιτία να διαφθαρεί ένας απονήρευτος βοσκός και να περάσει από το φως του ενάρετου στη σκιά του εγκληματία. Ένα αντικείμενο γίνεται η φυλακή μιας συνείδησης, ο μοχλός καταστροφής μιας έντιμης ζωής, το παραδεισένιο μήλο, που όμως ως γνωστόν καταδικάζει τον άνθρωπο να ζει αιώνια στο σκοτάδι της αμαρτίας. Αμαρτία που ο Πλάτωνας, μη γνωρίζοντας τόσο παλιά τη χριστιανική ηθική, ονομάζει αδικία, δηλαδή άρση της δικαιοσύνης. Ο Γλαύκωνας, βέβαια, φερέφωνο της αριστοκρατικής του καταγωγής και προσπαθώντας να μιμηθεί το σοφιστή Θρασύμαχο και να «ερεθίσει» έτσι το μεγάλο δάσκαλο Σωκράτη, συμφωνεί με την ανθρώπινη επιλογή της αδικίας, αφού αυτό επιτάσσει η λογική του συμφέροντος και αυτό θα έπραττε ο οποιοσδήποτε του δινόταν η ευκαιρία να κερδίσει κάτι λαθραία. Ο Πλάτων όμως και φυσικά ο Σωκράτης διαφωνούν και αυτό θα φανεί και θα τεκμηριωθεί επαρκώς στα υπόλοιπα βιβλία της «Πολιτείας». Η δικαιοσύνη και το αγαθό είναι στην Πλατωνική Πολιτεία οι ύψιστες αναζητήσεις και ενδεχόμενες κατακτήσεις για τον άνθρωπο. Θα έλεγε κανείς ότι παρουσιάζονται σαν επίγειες απεικονίσεις της προσωπικής και περισσότερο της συλλογικής ευτυχίας. Αν και ο Γλαύκωνας στα συμπεράσματά του, δηλαδή στο επιμύθιο της ιστορίας του, είναι απόλυτος και ελαφρά τη καρδία αναγορεύει την αδικία σε μία τουλάχιστον επιβεβλημένη κατάσταση, η συλλογιστική του πορεία είναι μόνο φαινομενικά τεκμηριωμένη με τη λογική. Και αυτό γιατί, ενώ πραγματικά η ανθρώπινη λογική υποστηρίζει το ἀδικεῖν, αυτό όμως συμβαίνει μόνο μέσα σε μια κοινωνία που νοσεί. Ο Πλάτωνας, αντίθετα, είναι θερμός οπαδός μιας υγιούς, δίκαιης και ως εκ τούτου «φωτεινής» πραγματικότητας. Ο άνθρωπος, επομένως, καλείται να αλλάξει νοοτροπία, να παλέψει με το κακό, να θεαθεί το φως, δηλαδή το ωραίο, το δίκαιο, το αρμονικό και τελικά να κατακτήσει τη μακαριότητα στη ζωή του. Από τον ίδιο το φιλόσοφο, με το στόμα του δασκάλου του Σωκράτη προτείνεται ένα μοναδικό και ίσως ανίκητο (ακόμη και σήμερα) όπλο: η ολοκληρωμένη παιδεία. Και μπορεί και ο ίδιος ο Πλάτωνας, λόγω αριστοκρατικής καταγωγής, να οραματίζεται μια ταξική πολιτεία, αλλά το μοντέλο που έχει στο μυαλό του δεν είναι μια αριστοκρατία του πλούτου, αλλά μία αριστοκρατία του πνεύματος, όχι στατική, αλλά εμπλουτισμένη με κοινωνική κινητικότητα. Δηλαδή, τέτοια που να προβλέπει την εξέλιξη των ανθρώπων, ανάλογα με τις ικανότητές τους, μέχρι τις ανώτατες κοινωνικές – πνευματικές διαβαθμίσεις.

Ο Γλαύκωνας ξεχνάει ότι ο άνθρωπος που θα προτιμήσει να αδικηθεί κι όχι να αδικήσει τιμά πάνω απ’ όλα την ανθρωπιά του. Γι’ αυτήν την ανθρωπιά, τελικά, νομίζω ότι φιλοσοφεί ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» του. Στα χρόνια μας πια, ένας άλλος στοχαστής με διεισδυτικό μάτι το έχει διατυπώσει εξαίρετα: «…αν είναι αναγκαίο να επιλέξουμε ανάμεσα στο να αδικήσουμε ή να αδικηθούμε, η φυσική μας τάση είναι να προτιμήσουμε το πρώτο, αλλά επιλέγοντας το δεύτερο τιμούμε την ανθρωπιά μας»

Ο τολκινικός Φρόντο

Για να μη χαθεί όμως η σκοποθεσία αυτής της μελέτης, είμαι υποχρεωμένος να σημειώσω ότι το θέμα μας είναι το λογοτεχνικό μοτίβο του μαγικού δακτυλιδιού. Ένα τέτοιο, περίπου, δακτυλίδι δημιούργησε και η φαντασία του αριστοτέχνη συγγραφέα Τόλκιν. Ο άνθρωπος αυτός έπλασε ένα ολόκληρο έπος, σε δικό του χωροχρόνο και με δικούς του ήρωες και το ονόμασε «Ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών». Πρόκειται για μια εκπληκτική τριλογία δράσης, περιπέτειας και μυστηρίου, η οποία τελικά τα έχει όλα: πολεμικό μένος, ασύλληπτες σε σκληρότητα μάχες, πάλη του καλού με το κακό, ευαισθησία, φιλία, αυταπάρνηση, γενναιότητα, έρωτα και πάνω απ’ όλα απρόσμενες ανατροπές. Έχει όμως πριν απ’ όλα κάτι που τη «δένει» με την αιώνες παλαιότερη διήγηση του Γλαύκωνα: ένα χρυσό δακτυλίδι…

Ο Φρόντο είναι ο τολκινικός δακτυλιδοκουβαλητής, διάδοχος του Γύγη. Ο χαρισματικός συγγραφέας πλάθει μια εναλλακτική εκδοχή, τύπου ομηρικής οδύσσειας, εμπλουτισμένης με εντονότερα φαντασιακά στοιχεία και προσαρμοσμένης στο πλαίσιο των γοητευτικά θελκτικών αγγλοσαξονικών μύθων. Ένας μικρός νάνος – χόμπιτ (Φρόντο), αθώος και άκακος, αναλαμβάνει την επικίνδυνη αποστολή να καταστρέψει στον τόπο δημιουργίας του ένα πανάρχαιο σύμβολο του κακού επί της γης. Πρόκειται για ένα μαγικό δακτυλίδι φτιαγμένο από χρυσό, μέσα στο οποίο συμπυκνώνονται όλες οι δυνάμεις της αδικίας, του σκότους και των καταχθόνιων δαιμόνων. Ο ταπεινός νεαρός ήρωας του βιβλίου γίνεται κληρονόμος μιας τεράστιας, πλην όμως εγκληματικής δύναμης. Κρατάει στα χέρια του την τύχη ολόκληρου του τολκινικού κόσμου και πρέπει να αντισταθεί στους σαγηνευτικούς πειρασμούς του κακού, οι οποίοι τηλεπαθητικά εκπορεύονται από το ίδιο το δακτυλίδι. Ο θείος του μικρού χόμπιτ, Μπίλμπο, έδωσε στον ανεψιό του μία τουλάχιστον δύσχρηστη κληρονομιά. Να νικήσει από τη μια το κακό και να σώσει τον κόσμο• και από την άλλη να αποδείξει την αξία του ως δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος, αντιστεκόμενος στα πανίσχυρα δαιμόνια του σκότους. Σ’ αυτήν την περιπέτεια ζωής ο Φρόντο, ευτυχώς, δεν είναι μόνος, αν και αυτός κουβαλά πάνω του το «βάρος» του δακτυλιδιού και την επιταγή της μοίρας να το καταστρέψει. Γύρω του κινούνται και άλλα πρόσωπα, που διεκδικούν μερίδιο αρετής και συμπεριφορά αντίστασης απέναντι στο κακό. Κάποιοι τα καταφέρνουν, κάποιοι όχι, κάποιοι ταλαντεύονται βασανιστικά στο μεταίχμιο δικαίου – αδικίας. Το μικρό χόμπιτ όμως είναι ακλόνητο στην αγνότητά του. Η αθώα ψυχή του με ευκολία νικά το σκοτάδι του κακού και τελικά εκπληρώνει την αποστολή του, μέσα από αδυσώπητες και άνισες μάχες, εκτεταμένες καταδιώξεις και τρομακτικές απειλές. Ίσως εκ πρώτης όψεως να μη φαίνονται οι αντιστοιχίες αυτής της ιστορίας με το πιο σύντομο παραμύθι του Γύγη. Κι όμως, μια προσεκτικότερη ματιά πείθει ότι υπάρχει έντονος – συνεκτικός δεσμός στον πυρήνα των δύο ελκυστικών διηγήσεων. Αυτές τις ομοιότητες, αλλά και τις διαφορές στη θεματική των δύο ιστοριών, καθώς και στις ιδέες και συλλήψεις τους, θα προσπαθήσω παρακάτω να ανιχνεύσω

Συγκριτική αποτίμηση:

Δύο κρίκοι από το ίδιο υλικό

Ένα πρώτο σημείο εξόφθαλμης ομοιότητας ήδη έχει αποκαλυφθεί. Πρόκειται, φυσικά, για το χρυσό δακτυλίδι, το οποίο κυριαρχεί σαν αντικείμενο – σύμβολο και στους δύο μύθους. Αν τώρα εξετάσουμε την ποιότητα και των δύο δακτυλιδιών, ως προς τα αποτελέσματα που επιφέρουν, θα διαπιστώσουμε ότι σε κάθε περίπτωση αυτά οδηγούν προς το κακό. Στην πλατωνική εφεύρεση το δακτυλίδι σκαρώνει δόλια μία βασιλική δολοφονία, στην τολκινική εκδοχή παρουσιάζεται να ανήκει στον άρχοντα του σκότους και να πρωτοστατεί στην υποδούλωση όλου του κόσμου. Διαπιστώνεται μία κλιμάκωση συσσωρευμένης αρνητικής ενέργειας στα δύο δακτυλίδια, προϊόν ίσως μιας διακειμενικότητας ιδεών, την οποία εφάρμοσε ο Τόλκιν, μελετώντας τον Πλάτωνα.

Υπάρχει όμως και μία πρακτικότερη ομοιότητα των δύο χρυσών κρίκων, ομολογουμένως κάπως διαφοροποιημένη στο πέρασμα του χρόνου. Τα δύο δακτυλίδια δίνουν τη δυνατότητα στους κατόχους τους να γίνονται αόρατοι. Το ζεύγος ορατός – αόρατος δεσπόζει τόσο στην πλατωνική όσο και στην τολκινική εκδοχή του μύθου. Ο μεν Γύγης περιστρέφοντας την πέτρα του δακτυλιδιού εξαφανίζεται ή εμφανίζεται, ανάλογα με τη φορά της περιστροφής. Ο δε Φρόντο γίνεται αόρατος κάθε φορά που φορά το δακτυλίδι, ενώ επανεμφανίζεται μόλις το βγάλει από το χέρι του. Το προνόμιο αυτό έκανε το Γύγη να σκεφτεί το «ἀδικεῖν», δίχως τιμωρία, μέχρι που έφτασε στην ειδεχθή πράξη του φόνου. Ο μικρός χόμπιτ από την πλευρά του, κάθε φορά που φορά το δακτυλίδι, βιώνει τον ανυπόφορο και απειλητικό κόσμο του κακού μπροστά στα αθώα μάτια του. Μπορεί να μη διαπράττει ο ίδιος αδικίες, αλλά διαπιστώνει τη βδελυρή δύναμη του «δώρου», που πήρε από το θείο του. Ο ίδιος δείχνει σε όλη την ιστορία δύναμη αρετής και έτσι αντιστέκεται στο «σειρήνιο» κάλεσμα του δακτυλιδιού. Ο Γύγης όμως δεν κάνει το ίδιο. Ακολουθεί την ανθρώπινη φύση: «ἀδικεῖν παρὰ ἀδικεῖσθαι». Ας μην ξεχνούμε, βέβαια, κι αυτό: ο Φρόντο δεν είναι άνθρωπος και έτσι δεν παρουσιάζει τις πιθανές αδυναμίες όλων μας.

Και η ίδια η προέλευση των δύο δακτυλιδιών είναι κοινή. Ο Πλάτων τοποθετεί το δακτυλίδι του στα έγκατα της γης. Αποκαλύπτεται δε η ύπαρξή του μετά από ένα φοβερό σεισμό. Και ο Τόλκιν σημειώνει ότι το δακτυλίδι της ιστορίας του φτιάχτηκε στη λάβα των σπλάχνων της γης, δηλαδή στα σκοτεινά ρήγματα που οδηγούν στο κέντρο της.

Από τους δύο δακτυλιδοκουβαλητές τώρα, ο Φρόντο χαρακτηρίζεται ενάρετος, δίκαιος και γενναίος απέναντι στο κακό. Η προσωπικότητά του δημιουργεί ζωηρή αντίθεση με τον ιδιοτελή, πονηρό και άδικο Γύγη. Ο Πλάτων είναι απόλυτος στο μύθο του και καταδικάζει συλλήβδην το ανθρώπινο γένος της εποχής του να αδικεί από συμφέρον και μάλιστα πιο εύκολα με την παρηγοριά της ατιμωρησίας. Ο Τόλκιν αφήνει μία ελπίδα αντίστασης στο άδικο και την κάνει πράξη με τη στάση του Φρόντο στο βιβλίο του. Βέβαια, την ελπίδα αυτή δεν την τοποθετεί στη χορεία των θνητών ανθρώπων, αλλά σε μια φανταστική φυλή νάνων. Όταν αναφέρεται σε ανθρώπους, παρουσιάζει τη στάση τους, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, ασταθή. Και οι δύο πάντως συγγραφείς πιστεύουν στη δυνατότητα και στην αναγκαιότητα της κυριαρχίας της δικαιοσύνης στη ανθρώπινη κοινωνία. Και αυτό γιατί φαίνεται τελικά ότι το δίκαιο είναι απαραίτητη αρετή στον άνθρωπο. Ο Πλάτωνας το τονίζει και αλλού μέσα στην «Πολιτεία» του: στον εσχατολογικό μύθο του Ηρός στο 10ο βιβλίο. Εκεί ο φιλόσοφος χρησιμοποιεί το μύθο ως εποπτικό τρόπο, για να δείξει τις ευεργετικές συνέπειες που εξασφαλίζει στη μεταθανάτια τύχη της ψυχής η δίκαιη συμπεριφορά κατά την επίγεια ζωή και ποιες συμφορές επιφυλάσσει στην ψυχή του άδικου η διάπραξη αδικιών σε συνανθρώπους του στη γη. Ο Τόλκιν το δείχνει καθαρά με το τέλος που επιλέγει για τη συναρπαστική του περιπέτεια. Η αιώνια μάχη του καλού και του κακού (του δίκαιου και του άδικου) έχει αδιαμφισβήτητο νικητή το καλό, δηλαδή το Φως του τολκινικού κόσμου ή το Αγαθό του πλατωνικού.

Οι δακτυλιδοκουβαλητές όμως κάποτε αποσύρονται. Ο Πλάτων ολοκληρώνει το μύθο του και ο Τόλκιν το φανταστικό του έπος. Ο φιλόσοφος καταδίκασε το Γύγη του στο βούρκο της αδικίας και ο Τόλκιν εξύψωσε το Φρόντο του στη λάμψη της αρετής. Μία γνωριμία του Πλάτωνα με το Φρόντο, ίσως να έκανε το μεγάλο στοχαστή να τοποθετήσει το νεαρό χόμπιτ στην ελίτ τάξη των φιλοσόφων – βασιλέων της «Πολιτείας» του, ακόμη κι αν ήταν κάτω από πενήντα ετών.

 ________________________________________________

Γνωριμία προσώπων και άλλων όρων 

1. Σωκράτης: (470 – 399 π.Χ.) επιφανής Αθηναίος φιλόσοφος που ερεύνησε τις έννοιες και τα ηθικά προβλήματα μέσω της διαλεκτικής μεθόδου.

2. Πλάτων: (427 – 347 π.Χ.) επιφανής Αθηναίος φιλόσοφος, μαθητής του Σωκράτη. Ιδρυτής της πασίγνωστης φιλοσοφικής σχολής της αρχαιότητας με το όνομα «Ακαδημία» και δημιουργός της βαθυστόχαστης φιλοσοφικής «Θεωρίας των Ιδεών».

3. Τζον Ρόναλντ Ρόιελ Τόλκιν: (1892 – 1973) ένας από τους πιο γνωστούς Άγγλους φιλολόγους του κόσμου. Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Το όνομά του δεσπόζει στην παγκόσμια λογοτεχνική ιστορία για το αριστούργημα που δημιούργησε και κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1954 σε τρία βιβλία, με τίτλο: «Ο Άρχοντας των Δακτυλιδιών». Γνωρίζοντας σε βάθος τους αρχαιοελληνικούς και αγγλοσαξονικούς μύθους, έπλεξε ένα εντυπωσιακό έπος, του οποίου τα δρώμενα κινεί μαγικά ένας χρυσός δακτύλιος (…το Ένα Δακτυλίδι).

4. «Πολιτεία»: πρόκειται για φιλοσοφικό διάλογο του Πλάτωνα, που τοποθετείται στα έργα της ωριμότητας του φιλοσόφου και έχει ως κεντρικό θέμα των δέκα (10) βιβλίων του τη δικαιοσύνη και την ιδεώδη πολιτεία («καλλίπολιν»).

5. Γλαύκων: είναι το ένα από τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του Πλάτωνα και βασικός συμμέτοχος στο φιλοσοφικό διάλογο της «Πολιτείας», ο οποίος λαμβάνει χώρα στο σπίτι του πλούσιου μέτοικου Κέφαλου (πατέρα του ρήτορα Λυσία), και έχει ως κεντρικό πρόσωπο το μεγάλο δάσκαλο Σωκράτη. Ο άλλος αδελφός του Πλάτωνα ονομάζεται Αδείμαντος. Ο φιλόσοφος είχε επίσης και μία αδελφή με το όνομα Ποτόνη.

6. Θρασύμαχος: (τέλη 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ.) ρήτορας και σοφιστής. Καταγόταν από τη Χαλκηδόνα, αλλά έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην Αθήνα. Ήταν σύγχρονος του Σωκράτη. Αρχικά, ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία, αργότερα όμως περιορίστηκε στη διδασκαλία της ρητορικής. Είναι ένας από τους συμμετέχοντες στο φιλοσοφικό διάλογο του Πλάτωνα «Πολιτεία».

7. Γύγης: βασιλιάς της Λυδίας από το 675 – 650 π.Χ. (περίπου), φημίστηκε για τα πλούτη του, υποδούλωσε ελληνικές πόλεις στα παράλια της Μικράς Ασίας και σκοτώθηκε αντιμετωπίζοντας του Κιμμέριους. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Κροίσος ήταν ο πέμπτος απόγονος του Γύγη. Και στους δύο ο Πλάτωνας κάνει υπαινικτική αναφορά στην «Πολιτεία» του και συγκεκριμένα στο μύθο για το δακτυλίδι ενός προγόνου του Λυδού («τ το Λυδο προγόν»). Λυδός είναι ο Κροίσος και πρόγονός του ο Γύγης. Ίσως όμως ο πλατωνικός Γύγης να ήταν ένας ομώνυμος πρόγονος του ηροδότειου Γύγη, δηλαδή του αρχιστράτηγου του βασιλιά Κανδαύλη (Λυδία 7ος αι. π.Χ.). Πρόκειται για τη γνωστή νουβέλα του Ηροδότου «Η γυναίκα του Κανδαύλη» (Ηροδότου, Ιστορ. 1.8.7 – 12.9), η οποία από μία άλλη σκοπιά σημειώνει το πως ένας άνθρωπος (Γύγης) μπροστά στο θάνατο αυτή τη φορά, προτίμησε το «δικεν» και τελικά έγινε βασιλιάς στη σκιά ενός εγκλήματός του. Σημειώνουμε ότι το ζεύγος ορατό – αόρατο, που είναι το κεντρικό νήμα διήγησης και στον Πλάτωνα και στον Τόλκιν, παρουσιάζεται κι εδώ, μόνο που εμφανίζεται μεταλλαγμένο και καθοδηγούμενο από την παραφροσύνη και την ίντριγκα του ερωτομανή βασιλιά Κανδαύλη. Και μία αναγκαία διευκρίνιση:  το όνομα του Γύγη στο πλατωνικό κείμενο βρίσκεται σε ορθογώνιες αγκύλες ([…]). Αυτό σημαίνει ότι η λέξη αυτή υπάρχει σε μερικά από τα σωζόμενα χειρόγραφα της πλατωνικής «Πολιτείας», αλλά σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις της φιλολογικής επιστήμης κρίνεται ότι δεν αποτελεί γνήσιο στοιχείο του κειμένου. Δηλαδή, στην ανάγνωση και ερμηνεία του κειμένου η λέξη «Γύγου» δε λαμβάνεται απαραίτητα υπόψη.