«Παιδεραστία / Παιδοφιλία: αποσαφήνιση και ανάλυση» του Βαγγέλη Μπουναρτζή«Παιδεραστία / Παιδοφιλία: αποσαφήνιση και ανάλυση»

Γράφει ο Βαγγέλης Μπουναρτζής

Η ακριβής έννοια και ο προσδιορισμός του όρου, τόσο της παιδεραστίας, όσο και της παιδοφιλίας, ακόμα και στη σημερινή εποχή, δεν είναι πλήρως αποσαφηνισμένη. Οι επιστημονικές απόψεις διίστανται, καθώς η κάθε ψυχιατρική, ψυχολογική, αλλά και κοινωνική πλευρά δίνει στις έννοιες αυτές έναν διαφορετικό ορισμό και αντιμετωπίζει το φαινόμενο με αρκετά διαφοροποιημένες μεθόδους.

Αυτό, ωστόσο, που θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει, είναι η υπαρκτή διαφοροποίηση μεταξύ ενός παιδόφιλου και ενός παιδεραστή. Ο πρώτος, αποτελεί τον εν δυνάμει παιδεραστή, ο οποίος δεν έχει ακόμα διαπράξει σεξουαλική επαφή με κάποιον ανήλικο έφηβο ή παιδί. Απλώς, φαντασιώνεται ερωτικά και σεξουαλικά τον ανήλικο, είτε πρόκειται για αγόρι, είτε για κορίτσι. Στον αντίποδα του παιδόφιλου, βρίσκεται ο παιδεραστής ως ένα «βήμα» πιο πάνω. Ο παιδεραστής, είναι αυτός, ο οποίος δεν έχει αρκεστεί μόνο στην φαντασίωση, αλλά έχει προχωρήσει στην έμπρακτη υλοποίησή της. Αυτός είναι, που έχει προβεί, με διάφορους τρόπους, και έχει έρθει σε επαφή με κάποιο ανήλικο θύμα, καθώς και έχει προχωρήσει στο να ασκήσει σεξουαλική βία, κακοποίηση ή επαφή με αυτό.

Παιδεραστής μπορεί να είναι κάποιος ή ηλικιωμένος ή νέος, πλούσιος ή φτωχός, μορφωμένος ή αμόρφωτος, εργαζόμενος ή μη, και από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου. Ωστόσο, οι παιδεραστές συχνά παρουσιάζουν παρόμοια χαρακτηριστικά, αλλά αυτά είναι μόνο δείκτες και δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ότι τα άτομα με αυτά τα χαρακτηριστικά είναι απαραίτητα παιδεραστές. Ωστόσο, η γνώση των χαρακτηριστικών αυτών σε συνδυασμό με την αμφισβητήσιμη συμπεριφορά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μια προειδοποίηση ότι κάποιος μπορεί να είναι παιδόφιλος.

Τα χαρακτηριστικά αυτά, τα οποία μπορεί να έχει ένας παιδεραστής είναι μερικά εκ των κάτωθι:

  • Συχνά οι παιδεραστές είναι άνδρες και πάνω από 30 ετών.
  • Συνήθως, είναι μόνος ή με λίγους φίλους της ηλικίας του.
  • Αν είναι παντρεμένος, η σχέση είναι πιο συντροφική κατά βάση χωρίς σεξουαλικές σχέσεις, οπότε μιλάμε για παιδοφιλία.
  • Είναι συχνά ασαφές το γεγονός σχετικά με ορισμένα χρονικά κενά στην επαγγελματική του απασχόληση, που μπορεί να δείχνουν μια απώλεια θέσης απασχόλησης για αμφισβητούμενους λόγους ή μια πιθανή παρελθοντική φυλάκιση.

Συνήθως, πλησιάζει τα παιδιά με προσοχή, προσφέροντας δώρα, καλώντας τα σε πάρκα αναψυχής, ζωολογικούς κήπους, συναυλίες, στην παραλία και άλλα τέτοια μέρη. Οι παιδεραστές εργάζονται για να κυριαρχήσουν με τις δεξιότητες του χειρισμού τους και συχνά απευθύνονται σε ταραγμένα παιδιά, καθώς επιδιώκουν να γίνουν φίλοι τους, ώστε να προσπαθήσουν, εικονικά, να ανορθώσουν την οικοδόμηση της αυτοεκτίμησης του παιδιού. Μπορούν να αναφέρονται στο παιδί ως ειδικοί ή ώριμοι, και στη συνέχεια να τα δελεάζουν με τις δραστηριότητες των ενηλίκων, που είναι συχνά το σεξουαλικό περιεχόμενο, όπως ταινίες ή φωτογραφίες

Δεν είναι ασυνήθιστο για το παιδί να αναπτύξει συναισθήματα για τον παιδεραστή, χωρίς να ξέρει τι είναι, και να επιθυμεί την έγκρισή τους και τη συνέχιση της αποδοχής. Αυτό θα θέσει σε κίνδυνο την έμφυτη ικανότητά τους να αποκρυπτογραφήσουν την καλή και την κακή συμπεριφορά, με αποτέλεσμα να δικαιολογούν την κακή συμπεριφορά του εγκληματία από συμπάθεια.

Όσον αφορά στους παιδόφιλους, μπορούμε να πούμε ότι διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:

1. ο περιστασιακός παιδόφιλος, ο οποίος αποτελεί τον μη αποκλειστικό τύπο παιδόφιλου, που είναι σεξουαλικά ενεργός, τόσο με παιδιά όσο και με ενηλίκους.

2. ο προνομιακός παιδόφιλος, ο οποίος είναι ο αποκλειστικός τύπος παιδόφιλου που ελκύεται σεξουαλικά μόνο από παιδιά.

Αν και η παιδοφιλία, αλλά και η παιδεραστία δεν έχουν ακόμη καμία συγκεκριμένη θεραπεία, διάφορες θεραπείες είναι διαθέσιμες, οι οποίες αποσκοπούν στη μείωση ή την παρεμπόδιση της έκφρασης της παιδεραστικής ή της παιδοφιλικής συμπεριφοράς και τη μείωση του επιπολασμού της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Η θεραπεία συχνά απαιτεί τη συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου και την υγειονομική και ψυχολογική περίθαλψη από επαγγελματίες. Μια σειρά από προτεινόμενες τεχνικές επεξεργασίας έχουν αναπτυχθεί, αν και το ποσοστό επιτυχίας των θεραπειών αυτών ήταν πολύ χαμηλό

Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι θεραπείας :

Α. η ψυχολογική θεραπεία

Β. η θεραπεία, που είναι βασισμένη σε φάρμακα θεραπεία

Σκοπός της φαρμακοθεραπείας είναι η μείωση της λίμπιντο, της αποκλίνουσας σεξουαλικής φαντασίωσης και διέγερσης, και της συχνότητας της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς. Υποστηρίχθηκε αρχικά ότι η φαρμακοθεραπεία είναι σε θέση όχι μόνο να μειώσει τη λίμπιντο, αλλά και να τροποποιήσει την κατεύθυνση της σεξουαλικής ορμής. Μελλοντικές έρευνες δεν έδειξαν κάτι τέτοιο, ενώ επιπλέον δεν φάνηκε κάποια εκλεκτική επίδραση στην παρεκκλίνουσα σεξουαλική διέγερση

Πρόσφατες έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί, έχουν δείξει ότι τουλάχιστον ένα στα οκτώ κορίτσια κι ένα στα δέκα αγόρια κινδυνεύει να πέσει θύμα κάποιας μορφής σεξουαλικής κακοποίησης μέχρι τα δεκαοκτώ του χρόνια. Επιπλέον, αναφέρεται ότι μόνο ένας στους τρεις θύτες θα είναι κάποιος άγνωστος. Δηλαδή το 66% των θυτών, συνήθως είναι κάποιος είτε από το φιλικό, είτε από το συγγενικό περιβάλλον.

Η παιδοφιλία, παραβιάζει με βλαβερό και εγκληματικό τρόπο τα δικαιώματα των παιδιών, καθώς βλέπουμε ότι και τα μεγέθη της, ειδικά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, είναι τρομερά ανησυχητικά.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  • Γιωτάκος Ορ., Παιδοφιλία: Αιτιολογία – Εκτίμηση – Αντιμετώπιση, στο Τετράδια Ψυχιατρικής, 2003.
  • Definition of pederasty, Oxford Dictionary Online
  • Ίδρυμα για το παιδί και την οικογένεια, Σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών και παιδοφιλία στο Internet, εκδ. Ι. Σιδέρης, Αθήνα 2000.
  • Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Τμήματος Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου, Ελπίδα Γιαννακού, Φοιτήτρια Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου, Λεμονιά – Ελένη Μαλκογιώργου, Φοιτήτρια Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου, Έρευνα με τίτλο: ΠΑΙΔΟΦΙΛΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ : Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ, Δευτέρα, 17 Νοεμβρίου 2008.

_______________________________________________________ 

Δείτε ακόμα: «Θέμα… Πολιτισμού» του Βαγγέλη Μπουναρτζή