«Το μουσείο των ξεχασμένων επαγγελμάτων» της Ευρυδίκης Αμανατίδου«Το μουσείο των ξεχασμένων επαγγελμάτων»

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Μέσα στην αυγουστιάτικη ραστώνη, μια βόλτα στην Πλάκα με έφερε «επί τόπου» στο κτίριο επί των οδών Λυσίου και Πανός, όπου στεγάζεται ένα αξιόλογο παράρτημα του Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και αφορά τον άνθρωπο και τα εργαλεία της δουλειάς του στην προβιομηχανική κοινωνία.

Τριακόσια αντικείμενα από ξύλο, πέτρα ή σίδερο, εργαλεία για να κόψουν, να σκάψουν, να πελεκήσουν εκτίθενται σε αυτό το καλαίσθητο οίκημα που αποτελείται από ισόγειο και πρώτο όροφο.

Με το που μπαίνω, δεξιά από την είσοδο επί της οδού Λυσίου (κι εδώ είναι ο πρώτος όροφος, λόγω του ανηφορικού του εδάφους) με υποδέχεται μια φιλόξενη γωνιά με μαξιλάρες. Κάθομαι και απολαμβάνω το βίντεο με την καταπληκτική μουσική, ιδανική συνοδεία για τις εικόνες που ενώνουν το χθες με το σήμερα. Από πάνω μου, αλλά ευτυχώς λίγο πιο δεξιά, κρέμεται ένα μεγάλο πριόνι από την Κομοτηνή, εργαλείο κοπής κορμών, που το δούλευαν δύο ξυλοκόποι μαζί. Εντυπωσιακό πραγματικά.

Η επόμενη κύρια αίθουσα φιλοξενεί μεγάλα και μικρά εργαλεία, με παράξενα ονόματα, κάποια τα έχω ακουστά, αλλά σαν κάτι που έχει μείνει παροιμιώδες. Μα εσάς το ροδάνι, τι θα σας έφερνε στο μυαλό; Σίγουρα την έκφραση «ροδάνι πάει η γλώσσα του!» και όχι τον μικρό τροχό που κινεί το αδράχτι. «Με το τσιγκέλι στα βγάζω τα λόγια» λέμε, και ξέρατε ότι το τσιγκέλι το είχαν για να βγάζουν τον κουβά όταν αυτός χανόταν στο πηγάδι; Ή πάλι, λέμε «χρήμα με τη σέσουλα», «ξύλο με τη σέσουλα», ποιος γνωρίζει όμως ότι αυτό το «φτυάρι» ήταν για τους μπακάληδες μονάδα μέτρησης; Πολλές εκφράσεις του χθες που όμως χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα θυμήθηκα στην περιήγησή μου των δύο ωρών. Α, όχι, μη τρομάξετε, το μουσείο δεν είναι μεγάλο, απλά δε σε αφήνει να το εγκαταλείψεις, μαγεύεσαι τόσο που περνάς και ξαναπερνάς, παίζεις με τα διαδραστικά παιχνίδια όπως αυτό που βρίσκεται στο διπλανό δωματιάκι, λίγο πριν τη σκάλα που βγάζει στο ισόγειο. «Ένα παιχνίδι με πέταλα» λέγεται και ομολογώ την αμαρτία μου πως έπαιξα σαν μικρό παιδί ή μάλλον έγινα πεταλωτής, προσπαθώντας να ταιριάξω τα πέταλα με τα άλογα, τα μουλάρια και τα γαϊδούρια και να λύσω όλους τους γρίφους.

Καθώς κατέβαινα τη σκάλα, γύριζαν στο κεφάλι μου όλα αυτά τα παράξενα ονόματα των εργαλείων που οι άνθρωποι μιας εποχής όχι πολύ μακρινής από το σήμερα, φρόντιζαν σαν παιδιά τους. (Γιατί αρκετά από αυτά είχαν χαραγμένα πάνω τους τα αρχικά του δουλευτή ή του δημιουργού τους κι άλλα πάλι διακόσμηση κάθε είδους).

Ο παστράγκαλος, η πλάνη δηλαδή που χρησιμοποιούσε ο βαρελάς για να καθαρίζει τα εξογκώματα από το βαρέλι.

Το τσατάλι, για το σκάψιμο.

Η μιρμίγκω, το εργαλείο για να φτιάξει ο βαρελάς το αυλάκι στο εσωτερικό του βαρελιού για να μπει ο πάτος.

Στον κάτω όροφο, με περιμένει ένα ερμάριο έκπληξη. Κάτι σαν την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων νιώθω, καθώς υπακούω στην προτροπή «Ανοίξτε!» για να πάρω απάντηση στην ερώτηση που είναι γραμμένη πιο πάνω και λέει: «Μόνο οι άνδρες εργάζονται;» Τρία συρτάρια, και βρίσκω μέσα παλιές φωτογραφίες όπου ο φακός έχει απαθανατίσει παιδιά σε ώρα εργασίας. Δύσκολοι καιροί, κι αυτό το αποτυπώνουν και οι ηχητικές μαρτυρίες που μπορεί να ακούσει κανείς, για να μάθει πώς ήταν να δουλεύεις σε μια τρυφερή ηλικία που σήμερα μόνο με το παιχνίδι και την ξεγνοιασιά έχουμε συνδέσει. Πιο πέρα, ένα ακόμη ερμάριο με φωτογραφίες γυναικών σε ώρα εργασίας, γιατί ποιος είπε πως οι γυναίκες ήταν μόνο νοικοκυρές; Και φυσικά, δε θα έλειπε από ένα τέτοιο χώρο και η διαφήμιση των επαγγελματιών της εποχής. Χάζεψα τους οδηγούς των αρχών του εικοστού αιώνα, με πληροφορίες και καταχωρήσεις για τσαγκάρηδες, βαρελάδες, γανωματήδες, κηροπλάστες, κωδωνοποιούς, και άλλα επαγγέλματα, ων ουκ έστιν αριθμός.

Όλοι οι χώροι του μουσείου κοσμούνται με θαυμάσιες φωτογραφίες και ταιριαστά συνοδευτικά κείμενα που προέρχονται από σκέψεις απλών ανθρώπων έως και γνωστών λογοτεχνών.

Βγαίνοντας στη Λυσίου για να τραβήξω τις απαραίτητες φωτογραφίες, δεν κρύβω ότι ένιωσα περηφάνια που είδα την ελληνική σημαία να κυματίζει περήφανα στο αεράκι του μεσημεριού. Σαν να τιμούσε και αυτή όλους αυτούς τους απλούς ανθρώπους που ο δικός τους μόχθος έκανε ευκολότερη τη ζωή για τους επόμενους.

 

Το άρθρο της κ. Ευρυδίκης Αμανατίδου διατίθεται με άδεια Creative Commons (Αναφορά δημιουργού-ιστοχώρου δημοσίευσης-άδειας διανομής, παροχή ενεργού συνδέσμου στο αρχικό άρθρο, μη εμπορική χρήση, όχι παράγωγα έργα). Δείτε περισσότερα άρθρα της Ευρυδίκης Αμανατίδου

 

Η Ευρυδίκη Αμανατίδου 

Ζει στην Αθήνα, ακόμη κι όταν βρίσκεται στον κόσμο της μαζί με τον άλλο της εαυτό, την Ερίλια. Παρά το ότι σπούδασε νομικά, της αρέσει να παίζει με τις λέξεις, τα χαρτιά και τα μολύβια. Για του λόγου το αληθές, μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί τέσσερα μυθιστορήματά της και το παιδικό θεατρικό έργο «ένα καπέλο για τον καθηγητή» που βραβεύτηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού.