«Σχολική αξιολόγηση και κοινωνική προέλευση: Β΄Μέρος» του Δήμου Χλωπτσιούδη«Σχολική αξιολόγηση και κοινωνική προέλευση: Β΄Μέρος»

Γράφει ο Δήμος Χλωπτσιούδης

Ανισότητα και ευθύνη του σχολείου

Η ανισότητα των επιδόσεων αίρεται με την κατάλληλη εκπαίδευση, με την κατάλληλη διαπαιδαγώγηση. Βασικό πρόβλημα είναι η γνωστική ικανότητα (μορφωτικό μειονέκτημα), αλλά και η αδιαφορία για τη σχολική εργασία. Όχι η ανικανότητα, αλλά η απουσία κινήτρων για την επιτυχία. Έτσι, πρέπει να μεταδοθούν άμεσα κίνητρα επιτυχίας, προθέσεις άμιλλας και φιλοδοξίες κοινωνικής επιτυχίας.

Η ανισότητα οφείλεται στη γονική μόρφωση, την οικονομική της θέση-κατάσταση, τη θέση των γονέων για το σχολικό μέλλον των παιδιών τους (κίνητρα-προσδοκίες), την ενσωμάτωση και την προσαρμογή του παιδιού στους κανόνες της σχολικής ζωής και τις απαιτήσεις του σχολείου· επιπλέον, οφείλεται στα όνειρα και τις φιλοδοξίες των μαθητών και τις επιθυμίες τους· αυτές όμως είναι ανάλογες της τάξης τους. Κατά τον Πιερ Μπουρντιέ είναι ασυνείδητη αναγνώριση και μετάφραση σε ατομική επιλογή της ποσοστιαίας πιθανότητας που εξαρτάται από την ταξική θέση· οι επιθυμίες είναι κοινωνικές και όχι ανεξάρτητες από τη σχολική επίδοση.

Η κοινωνική προέλευση δεν επηρεάζει μόνο την επίδοση αποφασιστικά (χειρότεροι μαθητές σε χαμηλά στρώματα) αλλά και όταν έχουν ίδια επίδοση έχουν λιγότερες πιθανότητες για μακροχρόνιες σπουδές· το σχολείο κάνει ταξική επιλογή και σε παιδιά με την ίδια επίδοση (κίνητρα και επιθυμίες). Διαπιστώνεται ότι δεν χρησιμοποιούν το σχολείο σαν μέσο κοινωνικής κινητικότητας. Στη Γαλλία η αύξηση μαθητών οδήγησε στην αύξηση εκπαιδευτικών (1950-1960)· ωστόσο, λίγοι προέρχονταν από τα λαϊκά στρώματα, αλλά από μεσοαστικά και πολλές ήταν γυναίκες.

Η κοινωνική ανισότητα ανεβαίνει όσο προχωράμε στις σχολικές βαθμίδες. Η επίδοση των μαθητών χειροτερεύει (σε κατώτερες τάξεις) στη διάρκεια των σπουδών. Το σχολείο έτσι οξύνει αντί να αμβλύνει της αρχική ανισότητα· άρα η επιλογή του δεν είναι κοινωνικά ουδέτερη και αντικειμενική.

Η σχολική αποτυχία δεν οφείλεται στις άνισες ατομικές ικανότητες, αλλά στους κανόνες και τις επιλογές του σχολείου που προετοιμάζει τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας.

Επίσης, φταίει η κοινωνικά καθορισμένη γνώμη των εκπαιδευτικών για τις προοπτικές των μαθητών· δεν κρίνουν μόνο από τις ικανότητές τους, αλλά έχουν διαφορετική συμπεριφορά και προσδοκίες και γνώμη ανάλογα με την τάξη των μαθητών. Η γνώμη των διδασκόντων επηρεάζεται από την κοινωνική προέλευση των μαθητών. Όσο οι εκπαιδευτικοί διαιρούν τη σχολική κοινότητα σε άτομα που έχουν διανοητικά χαρίσματα και αγνοούν την κοινωνική επιρροή (επίδραση στην επίδοση και την ανισότητα) τη νομιμοποιούν στα μάτια τους και τους άλλους και τη διαιωνίζουν. Νομιμοποιούν την ανισότητα στα μάτια των μη προνομιούχων και τους εγκλωβίζουν στη λογική της (τάχα) ουδέτερης αξιολόγησης και εσωτερικεύουν ή εξατομικεύουν την αποτυχία.

Η ευφυΐα

Η ευφυΐα εμφανίζεται άνισα μοιρασμένη στις κοινωνικές ομάδες-τάξεις ώστε φαίνεται οι φτωχοί να είναι κουτοί και οι πλούσιοι έξυπνοι. Τα παιδιά χειρωνακτών φαίνονται λιγότερα έξυπνα, με μικρότερη αφαιρετική ικανότητα, αφομοιώνουν την περιγραφική και όχι την αναλυτική γνώση, έχουν χαμηλότερη δημιουργικότητα και μικρότερη έφεση για μάθηση με λιγότερη περιέργεια και λιγότερη αντίληψη.

Η ανισότητα στην ευφυΐα είναι στις κατώτερες κοινωνικές ομάδες (χειρώνακτες, μαύροι, γυναίκες). Οι δοκιμασίες νοημοσύνης μετρούν ορισμένες ικανότητες κοινωνικά καθορισμένες που αποκτιούνται με την εμπειρία και δε μετρούν εγγενείς ικανότητες· η ευφυΐα αναπτύσσεται με την πρακτική άσκησή της. Οι δοκιμασίες είναι εργαλεία κατασκευασμένα με βάση κοινωνικά κριτήρια επιτυχίας και αξίες καθορισμένες κοινωνικά και πολιτισμικά χωρίς να είναι αντικειμενικοί μετρητές.

Κατακρίθηκαν για ρατσισμό, ταξικό διαχωρισμό και πολιτικό όπλο. Είναι ίσως χρήσιμες για τη μέτρηση της σχολικής ικανότητας σε μια στιγμή, τον εντοπισμό αδυναμιών και σύγκριση σε όμοια ομάδα.

Στη βιογενετική οι νοητικές ικανότητες είναι σε άγνωστο βαθμό κληρονομικές και προσδιορίζονται από ποικίλους και ισχυρούς περιβαλλοντικούς παράγοντες· σε άπειρο βαθμό οι δυνατότητες προσαρμόζονται στο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον και είναι εξελίξιμες. Η ανθρώπινη νόηση είναι αγνώστου διαμετρήματος, με τεράστια ικανότητα προσαρμογής και ανάπτυξης και εξελίξιμη. Ενώ η κληρονομικότητα έχει ιδιαίτερη σημασία, η ίδια η ευφυΐα δεν μετριέται γιατί τα φυσικά χαρακτηριστικά επηρεάζονται-διαμορφώνονται και αλλοιώνονται από το περιβάλλον σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορεί να διαπιστωθεί η ομοιότητα στη γενετικό παράγοντα (όπως συμβαίνει και στο ύψος).

Στην Κοινωνιολογία η ευφυΐα έχει κοινωνική και πολιτισμική προέλευση και διάσταση καθώς επηρεάζεται από τη μόρφωση και την εκπαίδευση· η κοινωνική ανισότητα ευθύνεται για την άνιση κατανομή της και η οικονομική, κοινωνική, μορφωτική εξέλιξη βελτιώνει τις επιδόσεις ευφυΐας.

Στη λάθος μελέτη του Τζένσεν με δίδυμα μαύρων σε νέγρικο και λευκό περιβάλλον, ακολούθησε μία ρατσιστική θεωρία. Η αξιολόγηση της ευφυΐας είναι ριζωμένη παραδοσιακά στον άνθρωπο. Οι θεωρίες αυτές περί κληρονομικότητας διαδίδονται γιατί απενοχοποιούν τους προνομιούχους με επιστημονικοφανή επιχειρήματα, καθώς στρέφονται κατά των μειονοτήτων, της μειοψηφίας και των κατώτερων ομάδων.

Γλώσσα και σχολική επίδοση

Σε έρευνα φαίνεται ότι οι μαθητές από εργατικά στρώματα έχουν φτωχότερο λεξιλόγιο, ενώ οι μαθητές των ανώτερων στρωμάτων πλουσιότερο. Η διαφορά είναι στον αριθμό των χρησιμοποιουμένων λέξεων και την κατανόησή τους. Επιπλέον, σημαντική ήταν και η σύνταξη, καθώς τα παιδιά κατώτερων στρωμάτων έχουν απλούστερη δομή.

Σε έρευνα στις Η.Π.Α. εξήχθησαν συμπεράσματα σύμφωνα με τα οποία τα παιδιά λαϊκών στρωμάτων κάνουν περισσότερα λάθη στα βοηθητικά ρήματα με διπλή άρνηση και λάθη στις προσωπικές αντωνυμίες, ακολουθούν απλούστερη δομή· ο εμπλουτισμός της γλώσσας μεγαλώνει από τα μεσαία στρώματα στα ανώτερα, ενώ η ίδια η γλωσσική ικανότητα συνδέεται με την ικανότητα ανάπτυξης συλλογισμών· με το πέρασμα του χρόνου η διαφορά μεγαλώνει (λόγω εγκατάλειψης μελέτης και τακτικής ανάγνωσης), αλλά και η ικανότητα γραφής σχετίζεται με την κοινωνική και οικονομική προέλευση.

Σημαντική είναι η ακρίβεια των εργαλείων μέτρησης στη γλώσσα. Ουσιαστικά σημασία έχει στις μελέτες ποια γλωσσική νόρμα έχουν καθορισμένη στο μυαλό τους οι ερευνητές και η κοινωνία (π.χ. πλουσιότερο είναι το λεξιλόγιο στις ΗΠΑ όταν έχει βρετανικούς όρους και στην Ελλάδα αυτό που έχει αρχαιοπρεπείς ή σύνθετες λέξεις). Επιπλέον, σημασία έχουν και οι συνθήκες δοκιμασιών (σε πανεπιστημιακές αίθουσες, εργαστήρια και όχι στο φυσικό παιδικό χώρο;). τα παιδιά επηρεάζονται και από το χώρο, αλλά και τη φυλή του ερευνητή. Επιπρόσθετα, αν τα παιδιά από χαμηλότερα στρώματα είναι από πριν εξοικειωμένα με την εξέταση δίνουν καλύτερα αποτελέσματα.

Κατά τον Labov η γλωσσική ικανότητα μετριέται με γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες της επίσημης γλώσσας κι έτσι οι μαύροι και τα κατώτερα στρώματα φαίνονται κατώτεροι γλωσσικά. Αυτό οφείλεται στα διαφορετικά ερεθίσματα από την οικογένεια μια και δεν ακούν φράσεις γραμματικά και συντακτικά ορθές και άρτιες φράσεις, αλλά και στο γεγονός ότι δε χρησιμοποιούν αφηρημένες έννοιες και έχουν περιορισμένο λεξιλόγιο επειδή ο λόγος τους είναι πιο συγκεκριμένος.

Κάθε ανθρώπινο γλωσσικό σύστημα είναι αποτελεσματικό και κάθε γλώσσα εκφράζει οποιαδήποτε έννοια, απλά διαφορετικά· δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες. Έτσι, κάθε αξιολόγηση αγνοεί τη σύγχρονη γλωσσολογία (όταν κατατάσσει σαν ανεπάρκεια τη γλωσσική διαφορά).

Κατά τον Labov τα νεγράκια έβλεπαν με καχυποψία το λευκό εξεταστή και αυτός αγνοούσε τελείως τη γλώσσα, τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής των μαύρων· όταν ο εξεταστής ήταν μαύρος που μεγάλωσε σε γκέτο, τα αποτελέσματα ήταν καλύτερα. Οι γλωσσικές αποκλίσεις είναι μια διαφορετική γλώσσα με κανόνες συντακτικούς και λεξιλόγιο δικό τους. Το παιδί όταν πάει σχολείο έχει διαμορφωμένη ήδη γλώσσα από την οικογένεια (μητρική) και τους συνομηλίκους του. Έπειτα, διαμορφώνεται από το σχολείο και την επαγγελματική ομάδα.

Η επίδοση στο ελληνικό σχολείο

Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν στοιχεία που να αφορούν τη βαθμολογία και την κοινωνική προέλευση των μαθητών, το επάγγελμα των γονέων και το μορφωτικό τους επίπεδο. Ωστόσο, αυτό ισχύει για τους φοιτητές (αν και δεν επιτρέπεται να διαβαστεί η επίδραση της κοινωνικής προέλευσης).

Στο δημοτικό (ΣΤ΄ τάξη) φαίνεται να υπάρχει σχέση ανάμεσα στην κοινωνική θέση και το επάγγελμα του πατέρα με την επίδοση. Τα παιδιά επιστημόνων, μεγαλεμπόρων ή διοικητικών στελεχών και υπαλλήλων γραφείων είναι «άριστοι» και οι άλλοι χαρακτηρίζονται «μέτριοι» και «κακοί». Ανισότητα παρατηρείται και κατά γεωγραφική περιοχή· οι κάτοικοι εξάλλου των νομών έχουν διαφορετικά ποσοστά συμμετοχής στην εκπαίδευση (με πιο ευνοημένους τους Αθηναίους και λιγότερο τους Θρακιώτες). Η σχολική επιτυχία είναι στενά εξαρτημένη από την καταγωγή.

Η ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα

Η αύξηση των φοιτητών δείχνει την προσδοκία για κοινωνική κινητικότητα. Ειδικά για τους αγρότες είναι μία τάση φυγής από την ύπαιθρο, από το χωριό. Το ελληνικό ιδιότυπο φαινόμενο είναι η πολύ μεγάλη προσδοκία για σπουδές, αντίθετα με άλλες χώρες (που η προσδοκία τούτη εξαρτάται από την τάξη των γονέων), και ιδιαίτερα από τις αδικημένες τάξεις. Βέβαια, ερμηνεύεται από τις υλικές συνθήκες (κακή διαβίωση) της υπαίθρου. Η επιθυμία για τις εισαγωγικές είναι μεγάλη και το δείχνουν οι αριθμοί των υποψηφίων. Ωστόσο, πολλοί αγρότες εγκαταλείπουν χωρίς την εκπαίδευση. Συγχρόνως, το απολυτήριο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν έχει επαγγελματική ανταλλακτική αξία (όπως στο εξωτερικό) κι έτσι πολλοί οδηγούνται σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Το ίδιο αυτό απολυτήριο για πολλούς αγρότες ξεπερνά τους φραγμούς κι έτσι όταν το αποκτούν ζητούν να σπουδάσουν.

Στο πανεπιστήμιο οι λαϊκές τάξεις εκπροσωπούνται σε υψηλότερα ποσοστά, αλλά τέτοια τάση είναι πολύ παλιά στην Ελλάδα. Τα αίτια είναι η μορφή του ελληνικού σχολείου (στο εξωτερικό κατευθύνει το σχολείο τους μαθητές στην τεχνική εκπαίδευση)· εδώ το απολυτήριο δεν έχει αξία. Παράλληλα, οι ανεπάρκειες της μέσης εκπαίδευσης διορθώνονται από τα πανεπιστημιακά πτυχία.

Ωστόσο, ενώ δεν έχει σχέση η εισαγωγή με τις κοινωνικές τάξεις φαίνεται να σχετίζεται η σχολή η ίδια και ακόμα το πανεπιστήμιο. Τα κοινωνικά στρώματα εκπροσωπούνται άνισα στις σχολές καθώς οι προνομιούχοι εισάγονται στην Ιατρική, το Πολυτεχνείο, τις Καλές Τέχνες. Το μέσο εθνικό όρο ακολουθούν η Νομική, η Φιλοσοφική, η Φυσικομαθηματική, δηλαδή σχολές κοινωνικής καταξίωσης, ενώ από ορισμένες απέχουν οι προνομιούχες τάξεις (ΑΣΟΕΕ, Βιομηχανική, Γεωπονική, Πάντειο και Θεολογική).

Τα πτυχία που ασκούν σχολική επιλογή και επιτρέπουν τη συμμετοχή στην κοινωνική ελίτ είναι των προνομιούχων. Αντίθετα, είναι διπλώματα σχολών χωρίς σαφή επαγγελματικό προσανατολισμό με αμφίβολη επαγγελματική χρήση στις οποίες συμμετέχουν κατώτερα στρώματα. Τα ελληνικά διπλώματα έχουν άλλη χρησιμότητα και κοινωνική λειτουργία. Χρησιμεύουν για επαγγέλματα που ασκούν απόφοιτοι\κάτοχοι ακαδημαϊκού απολυτηρίου. Ορισμένα διπλώματα καλύπτουν ανάγκες που αλλού καλύπτει η δευτεροβάθμια ή τεχνικά σχολεία.

Παράλληλα, ορισμένα πτυχία ακούν εξουσία (Νομική) και εξασφαλίζουν ταχύτερη προαγωγή σε υπαλληλικές θέσεις ως προσόν, που δεν εφαρμόζεται σε άλλες χώρες.

Επαγγέλματα -από σχολές- ελεύθερα έχουν αντιπροσώπευση από την ίδια κοινωνική κατηγορία. Αντίθετα, σχολές που σχετίζονται με την αγροτική παραγωγή (Γεωπονική, Κτηνιατρική) έχουν αγρότες· και όσες σχολές εκφράζουν την κυρίαρχη ιδεολογία (Θεολογική) ή οδηγούν στο δημόσιο τομέα (φιλοσοφικά τμήματα). Ο δείκτης ανισότητας μειώνεται στο εθνικό σύνολο των ΑΕΙ και αυξάνεται σε ορισμένες σχολές. Αναλόγως και το οικογενειακό μορφωτικό επίπεδο. Ένας δείκτης ανισότητας ισχύει και για τα φύλα, αφού είναι λιγότερες γυναίκες στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση και όχι ανάλογες με τα ευρωπαϊκά ποσοστά σε καθηγητικές σχολές (έτσι εισέρχονται εκεί περισσότεροι άνδρες από χαμηλότερα στρώματα).

Προϋποθέσεις για να μην είναι η μόρφωση προνόμιο της μειοψηφίας

Φαίνεται ότι το αξιοκρατικό σχολείο που επιλέγει διαδικασίες κρίσεων αντικειμενικές και ουδέτερες επιτυγχάνει αυστηρότατη κοινωνική επιλογή. Το σύγχρονο σχολείο είναι ιστορικά δεμένο με την αστική τάξη· γεννήθηκε στη βιομηχανική επανάσταση και είναι κατάκτηση της αστικής ιδεολογίας, την οποία και υπηρετεί. Εξάλλου, η διακήρυξη της αστικής ισότητας συμβάδισε με τη βιολογική ανισότητα.

Για πολλούς Έλληνες η διάδοση της μόρφωσης ήταν σημαντικό στοιχείο και η στέρηση του σχολείου κοινωνική αδικία που θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική ισορροπία και εγκυμονεί ταραχές (Παπανούτσος).

Σήμερα κρίνεται απαραίτητο να δοθεί σημασία στο δημοτικό σχολείο, που είναι η βάση και εκεί όπου στιγματίζονται οι μαθητές. Έτσι προτείνεται το αντιαυταρχικό σχολείο, εργασία στο σχολείο, θεσμική παιδαγωγική, διδασκαλία ψυχολογίας και νέων παιδαγωγικών μεθόδων σε δασκάλους για να πειστούν ότι όλοι δέχονται τα γράμματα.

Σχολική αξιολόγηση και κοινωνική προέλευση: Α΄Μέρος

 

Δείτε επίσης: Άρθρα και εκπαιδευτικά βοηθήματα του Δήμου Χλωπτσιούδη.

 

 Ο Δήμος Χλωπτσιούδης 

Γεννήθηκε το 1973. Σπούδασε Ιστορία και εργάζεται ως φιλόλογος.

Άρθρα του δημοσιεύτηκαν στα Ενθέματα της Κυριακάτικης Αυγής, στο tvxs.gr, το protagon.gr, το eklogika.gr και αλλού.

Έχει δημοσιεύσει το πολιτικό δοκίμιο «η δημαγωγία της δημοκρατίας» (2009, ΙSΒΝ 978-960-88998-5-8). και τη μελέτη «Τοπική Αυτοδιοίκηση, προοπτικές ανάπτυξης των τοπικών κοινωνιών» (2011, ΙSΒΝ 978-960-93-3586-7).