«Παρ’ολίγον συνεύρεσις»
Διήγημα της Χρύσας Τσάκωνα
Είχαν προγραμματίσει. Του είχε υποσχεθεί, σήμερα δεν έχει παιδιά. Της είχε υποσχεθεί, σήμερα δεν έχει σκοτούρες δουλειάς. Σήμερα απερίσπαστοι κατ’ οίκον, ταγμένοι στο καθήκον.
Ήπιαν κρασί, χαλάρωσαν, ανάψαν και τα δέοντα κεράκια. Ο άντρας επικεντρώθηκε στο γδύσιμό της. Δεν είχε μαεστρία κι έτσι το κάθε ρούχο έβγαινε με κόπο λες και δε γούσταρε καμιά συνωμοσία με τα δάκτυλά του. Τα οποία δάκτυλα, ίδρωναν και ξίδρωναν τα δύσμοιρα, γιατί έφτανε η δύσκολη ώρα. Το ξεκούμπωμα του σουτιέν. Καταραμένη ώρα! Δημιουργία ατμόσφαιρας, προκαταρκτικά κι αηδίες! Μα δεν μπορεί να γδύνεται ο καθένας μόνος του; Δια νόμου, βρε αδερφέ!
Αποφάσισε να ηρεμήσει. Για το honneur του αντρικού φύλου έπρεπε να ηρεμήσει και να δείξει ότι τόσα χρόνια πια είχε γίνει ειδήμων. Σκ…! Κάθε φορά το σουτιέν είναι άλλο. Βρίζει έσωθεν τη βιομηχανία εσωρούχων που είναι ανίκανη να παράγει ένα είδος κουμπώματος. Και δεν είναι και της παρούσης να κάνει το γύρω του σώματός της και να καταλήξει όπισθεν, όπου με επιτόπια έρευνα θα λύσει το θέμα. Προσπαθεί λοιπόν δια της αφής και μόνο να αποσυνδέσει τα δυο μέρη του γυναικείου στηθόδεσμου, αλλά και ταυτόχρονα να την κοιτά περιπαθώς και ξερογλειφόμενος. Προσπαθεί μια, προσπαθεί δυο, μειδιά, τη φιλά, προσπαθεί ξανά. Τίποτα. Αδύνατος ο διαχωρισμός του αριστερού από το δεξιό μέρος.
Αλλάζει ρότα και αρχίζει παιχνίδι με το στήθος της που ωστόσο καλύπτεται απ’ το βασταγερό σουτιέν. Άπελπις, το τραβά με όλη του τη δύναμη και το ξεχαρβαλώνει. Εκείνη οπισθοχωρεί σκούζοντας ότι την πόνεσε το τράβηγμα, σκοντάφτει πάνω στη στράτα του μωρού και πέφτει προς τα πίσω με τα πόδια σε διάταση. Εκείνος με ανοιχτό το στόμα πετάει το σουτιέν και σκύβει με λαχτάρα στη συμβία του. Το σουτιέν κάνει αεροβικές κινήσεις και προσγειώνεται πάνω στο κερί. Καθώς φλέγεται κι αυτοί πανικόβλητοι τρέχουν στην κουζίνα να φέρουν νερό, αντιλαμβάνονται ότι αυτή η πυρκαγιά θα είναι και η μόνη απόψε σ΄ αυτό το δωμάτιο.
Δείτε ακόμη: «Λογοτεχνικές διαδρομές» της Χρύσας Τσάκωνα