Επιθετικότητα παιδιών σχολικής ηλικίας με ανάλυση ταινίας
Γράφει ο Βαγγέλης Μπουναρτζής
Η επιθετικότητα των παιδιών σχολικής ηλικίας αποτελεί ένα φαινόμενο με έντονη πολυπλοκότητα και για αυτόν τον λόγο, πραγματοποιείται μια εννοιολογική προσέγγιση της έννοιας της επιθετικότητας. Παράλληλα, γίνεται και μία ουσιαστική ανάλυση της ορολογίας αυτής, μέσα από την ταινία «Το Κύμα» (Die Welle, 2008).
Με τον όρο παιδική επιθετικότητα νοείται η εχθρική διάθεση του παιδιού που θέλει να προκαλέσει ζημιά σε άλλα, όταν υπάρχει πρόθεση, όχι όταν η ζημιά προκαλείται χωρίς την θέλησή του. Οι ερευνητικές διαπιστώσεις συνοψίζονται ως εξής:
- Η επιθετικότητα ως ορμή ή ως ένστικτο (θεωρείται ως κληρονομούμενη, έμφυτη ορμή)
- Η επιθετικότητα ως αντίδραση σε αποστέρηση (η αποστέρηση προκαλεί αντιδράσεις, μία εκ των οποίων είναι η πρόκληση επιθετικής συμπεριφοράς)
- Η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα μάθησης μέσω μίμησης (τα παιδιά μιμούνται επιθετικές συμπεριφορές που τα εντυπωσιάζουν).
Η ταινία, με τίτλο «Το Κύμα» είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Tod Strasser και αφηγείται την ιστορία μιας σχολικής τάξης το 1967. Σε ένα γερμανικό σχολείο το πείραμα από έναν «προχωρημένο» καθηγητή ιστορίας καταλήγει σε μακελειό. Ο Juergen Voegel (Rainer Wegner), δηλαδή ο καθηγητής ιστορίας, παίρνει την απόφαση να εφαρμόσει μια εναλλακτική μέθοδο στη διδασκαλία της ιστορίας του φασισμού καλώντας τους μαθητές του να δημιουργήσουν μια κλειστή ομάδα με μυστικούς κώδικες, αυστηρή πειθαρχία και ομοιομορφία. Οι έφηβοι μαθητές της ταινίας δεν αργούν καθόλου να μπουν στο νόημα. Το κύριο σημείο είναι πως οι μαθητές αλλάζουν την συμπεριφορά τους σταδιακά αλλά και άμεσα, δίχως να το καταλάβουν. Σκηνές επίθεσης και βίας είναι οι κυριότερες συνέπειες, όλης αυτής της συμπεριφοριστικής αλλαγής. Κάποιοι μαθητές, που δείχνουν να έχουν συνειδητοποιήσει ότι όλο αυτό δεν είναι καλό, πέφτουν θύματα επιθετικής συμπεριφοράς, στην προσπάθειά τους να το σταματήσουν. Η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχό του καθηγητή και τα παιδιά γοητεύονται επικίνδυνα από την έστω και «εικονική» εξουσία που τους έχει δοθεί.
Είναι γνωστό, πως οι ομάδες των συνομηλίκων αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα της κοινωνικοποίησης. Η σχολική πειθαρχία που θα ακολουθήσει, δεν θα αποτελεί μονάχα την ηθική της σχολικής τάξης, αλλά θα επεκταθεί στην γενικότερη κοινωνική ζωή της ομάδας. Ο καθηγητής τούς εξουσιάζει με τέτοιο τρόπο, ώστε έχουν την ψευδαίσθηση ότι αποφασίζουν και επιλέγουν οι ίδιοι. Τα μέλη της ομάδας, ενεργούν με βάση τους ρόλους που καλούνται να παίξουν. Στο κίνημα έρχονται να προστεθούν νέα μέλη. Στην ομάδα έχουν προσκολληθεί άτομα που έχουν ανάγκη από αναγνώριση και αποδοχή της εικόνας τους. Είναι μαθητές, που έχουν γνωρίσει απόρριψη, όχι μόνο από την πλευρά των συνομηλίκων, αλλά και των ίδιων των γονιών τους. Ορισμένοι μαθητές, επιδιώκουν να αποκτήσουν κοινωνικό κύρος και να αναδειχθούν, ως ηγετικές φυσιογνωμίες. Έτσι, νιώθουν ότι «υπάρχουν». Όταν όμως, ένας μαθητής διαφοροποιήθηκε και αποστασιοποιήθηκε από το κίνημα, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως «αποπροσανατολισμένο» και απαξιώνοντας τις θέσεις που αντιπροσώπευε, η κοινότητα θέλησε να τον συμμορφώσει με κάποιου είδους βίαιης τιμωρίας ασκώντας του επίθεση. Καταστάσεις τέτοιου τύπου (όπως στο πείραμα «Το κύμα»), μπορεί να είναι αποτέλεσμα ακατάλληλης κοινωνικής εκμάθησης, η οποία έχεις ως άμεσο αποτέλεσμα τη δημιουργία ακραίας επιθετικής συμπεριφοράς.
Η αγάπη και η κατανόηση απέναντι στα παιδιά είναι πολύ σημαντικός παράγοντας. Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί είναι οι πιο άμεσα εμπλεκόμενοι με την διαμόρφωση και την μάθηση των παιδιών, καθώς είναι ικανές να διδάξουν το σεβασμό και τον αλτρουισμό για τον συνάνθρωπο. Αυτό, λοιπόν, αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την μείωση ή ακόμα και την εξάλειψη της επιθετικότητας των παιδιών. Καλό θα ήταν να αποφεύγεται η σωματική τιμωρία και αντί αυτής να επιβάλλονται μικρές στερήσεις προνομίων, οι οποίες πρέπει να εφαρμόζονται και μάλιστα άμεσα. Είναι απόλυτα σημαντικό, οι γονείς να είναι στοργικοί. Η πολύ μεγάλη προσδοκία, ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα να πετύχουν πράγματα, μπορεί να οδηγήσουν σε επιθετικές συμπεριφορές, ακόμα και από τους ίδιους. Παράλληλα, είναι αναγκαίος ο έλεγχος του επιθετικού εαυτού τον γονιών ώστε τα παιδιά να μην φτάνουν να μιμούνται αντίστοιχα πρότυπα.
Όσον αφορά το κοινωνικό επίπεδο, αναγκαιότητα αποτελεί η εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης της επιθετικότητας. Η προσπάθεια αυτής της πρόληψης θα πρέπει να απευθύνεται, τόσο σε θύματα, όσο και σε επιτιθέμενους. Τα πλαίσια σχεδίασης και εφαρμογής μη επιθετικών και αντί-επιθετικών συμπεριφορών, τα οποία θα ενθαρρύνουν την συμμετοχή των μαθητών, είναι πολύ σημαντικά να υπάρξουν στα σχολεία. Τέλος, ο ρόλος των κοινωνικών υποστηρικτικών ομάδων θα είναι να μπορούν να υποστηρίζουν τους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές, αλλά και τους γονείς και να λειτουργούν συμβουλευτικά στα παιδιά, που παρουσιάζουν τέτοιες συμπεριφορές.
Ωστόσο, με βάση και την ταινία, που αναλύθηκε πιο πάνω, βλέπουμε ότι μεγάλο ρόλο διαδραματίζει και το μέγεθος της «εξουσίας», που δίδεται στα παιδιά, καθώς και πώς αυτά τα ίδια την χρησιμοποιούν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Βουϊδάσκης, Β. (1987). Η επιθετικότητα σαν κοινωνικό πρόβλημα στην οικογένεια και στο σχολείο. Εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα
- Ζαχάρης Δ. (2003). Επιθετικότητα και αγωγή. Γρηγόρη, Αθήνα
- Herbert Martin, (1998). Ψυχολογικά Προβλήματα Παιδικής Ηλικίας, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα
- Παπαδόπουλος Ν. (1992). Η επιθετικότητα στην οικογένεια, στο σχολείο και στην κοινωνία, (επιμ.), Νέστορος, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα
- Παρασκευόπουλος Ι. (1985). Εξελικτική ψυχολογία, η ψυχική ζωή από την σύλληψη ως την ενηλικίωση, τόμος 3, σχολική περίοδος, Αθήνα