Διαγώνισμα 1, Έκφραση – Έκθεση Γ΄ Λυκείου
Ομιλείτε – γράφετε την… ισότητα
«Αν τα υποκείμενα είναι διαφορετικού γένους, τότε το κατηγορούμενο εκφέρεται στο επικρατέστερο γένος. Και επικρατέστερο γένος είναι το αρσενικό»
(Αχιλλέας Τζάρτζανος, Νεοελληνική Σύνταξις)
Δον Κιχώτες της γλωσσικής ακρίβειας, ως επί το πλείστον αγγλόφωνοι, ξιφουλκούν ενάντια στους ανεμόμυλους της πατριαρχίας, προσπαθώντας να απελευθερώσουν τη γλώσσα από την πανταχού παρούσα αρσενική σφραγίδα.
Μπορεί αυτή η εκστρατεία «αποχαρακτηρισμού» της γλώσσας από τα πατριαρχικά στερεότυπα να βοηθήσει τη γυναικεία υπόθεση;
Το ότι στην Αμερική λένε πλέον «αφροαμερικανός» αντί για το υποτιμητικό «νέγρος» δεν σημαίνει ότι η κοινωνία τους έχει πάψει να είναι ρατσιστική, ανάλογα το εγχείρημα της «μη σεξιστικής γλώσσας» δεν καταργεί αυτόματα τις διακρίσεις μεταξύ φύλων, τουλάχιστον όμως κινείται σ΄ αυτή την κατεύθυνση.
«Φέρσου σαν κυρία», «Μην κάνεις σαν γυναικούλα», «Δεν είναι αντρίκια πράγματα αυτά», «Στο στρατό γίνεσαι άντρας», «Θηλυκό μυαλό», «Αντρικό φιλότιμο». Πόσες φορές έχουμε χρησιμοποιήσει ανάλογες εκφράσεις, χωρίς δεύτερη σκέψη; Πώς θα απαντούσαμε στην παρατήρηση ότι οι παραπάνω χαρακτηρισμοί αναπαράγουν ξεπερασμένα και αντιδραστικά σεξιστικά πρότυπα ή, ακόμα χειρότερα, ότι έτσι συναινούμε έμμεσα στην ιδεολογία της ανισότητας; Το πιθανότερο είναι να αντιπαρέλθουμε τέτοιου τύπου γλωσσικές υποδείξεις ως σχολαστικές ή, ακόμα χειρότερα, να τις αποδώσουμε σε «πωρωμένες φεμινίστριες» (ιδιαίτερα αν η παρατήρηση γίνει από γυναίκα σε άντρα).
Οι περισσότεροι (ας μην προσθέσουμε και το «περισσότερες») από εμάς είμαστε σε τέτοιο βαθμό συμφιλιωμένοι με την πατριαρχική δομή της γλώσσας που τη θεωρούμε αδιαχώριστη και σύμφυτη με το λόγο της καθημερινότητας. Για παράδειγμα, η γραμματική κυριαρχία του αρσενικού γένους επί εμψύχων είναι τόσο βαθιά ριζωμένη στη γλωσσική δομή, που μας φαίνεται κουραστικό, αν όχι αδιανόητο, να προσθέτουμε κάθε φορά και το θηλυκό γένος όταν αναφερόμαστε στο σύνολο του πληθυσμού. Αν εξαιρέσουμε θεατρινίστικους χαιρετισμούς όπως «κυρίες και κύριοι» ή πολιτικάντικους όπως «ελληνίδες και έλληνες» που εξυπηρετούν συγκεκριμένους λόγους και περιστάσεις, στο γραπτό λόγο το σύνολο είναι σχεδόν πάντοτε γένους αρσενικού: «οι φοιτητές», «οι Έλληνες», «οι επιστήμονες» και πάει λέγοντας.
Δεν είναι λίγοι σήμερα αυτοί που θεωρούν ότι η γλώσσα πρέπει ν’ αλλάξει, έστω και με κάποιες τεχνητές μετατροπές, για να μην αντανακλά διακρίσεις που οι δημοκρατικές κοινωνίες αγωνίζονται να εξαλείψουν. Για παράδειγμα, να αποφεύγουμε αναφορές που παραπέμπουν σε στερεότυπα όπως π.χ «γυναικεία διαίσθηση» ή αντί να πούμε « ο συγγραφέας πρέπει…» να προτιμούμε τον λιγότερο φορτισμένο πληθυντικό «οι συγγραφείς» ή το γνωστό «ο/η συγγραφέας…» κτλ.
Θα πει κανείς ότι όλα αυτά μας είναι ξένα και ανοίκεια. Ειδικά εδώ στην Ελλάδα αρκούμαστε στα δικά μας σεξιστικά μπινελίκια και τα πατροπαράδοτα (στην κυριολεξία) στερεότυπα, χωρίς κανείς να θίγεται ιδιαίτερα ή τουλάχιστον να το δείχνει. Ακόμα κι εκείνο το ανεκδιήγητο «έχει δυο παιδιά και κι ένα κορίτσι» που λένε ακόμα στα χωριά το πολύ πολύ να το θεωρήσουμε ένα άγαρμπο αστείο, ενώ παρόμοιοι γλωσσικοί χαριεντισμοί και γηπεδικές εκφράσεις (όπου οι μάνες έχουν την τιμητική τους) θεωρούνται στη χειρότερη περίπτωση «σχήματα λόγου».
Όπως η Ιστορία γράφεται από τους νικητές, δεν θα ήταν άτοπο να πούμε ότι η γλώσσα διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από τους κυρίαρχους κάθε εποχής. Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς γλωσσολόγος για να καταλάβει ότι η ομιλία μας είναι φορτωμένη από συμβολισμούς και κλισέ που αντανακλούν ιστορικές διακρίσεις όχι μόνο μεταξύ των φύλων, αλλά και μεταξύ εθνών, φυλών, τάξεων, ακόμα και ηλικιακών ομάδων.
Είναι θεμιτό να επεμβαίνει κανείς στο γλωσσικό ιστό προσπαθώντας να καταπολεμήσει τις σεξιστικές – και όχι μόνο – προκαταλήψεις ή πρέπει να αφήσουμε τα πράγματα να ακολουθήσουν την «φυσιολογική» τους πορεία;
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Όσο η κοινωνία αλλάζει, και στο βαθμό που επιθυμούμε να την αλλάξουμε, τόσο γίνεται επιτακτικότερη η ανάγκη να αλλάξει η γλώσσα. Βέβαια, μια γλώσσα λιγότερο «πατριαρχική» ή λιγότερο «εξουσιαστική» δεν λύνει από μόνη της το πρόβλημα της ανισότητας. Η σχέση μας με τη γλώσσα είναι κατ’ εξοχήν διαλεκτική, σχέση αλληλοκαθορισμού και αλληλεπίδρασης, και δεν εξαντλείται με μερικές ρυθμιστικές διατάξεις.
Ωστόσο μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και μελέτες δεν μπορούν να διαγραφούν μονοκοντυλιά ως «κανονιστικές» ή «τεχνητές», στο βαθμό που αντανακλούν ένα ώριμο αίτημα των καιρών.
Αφροδίτη Πολίτη, ΑΦΙΕΡΩΜΑ εφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 6-3-2001
(κείμενο ελαφρώς διασκευασμένο)
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:
Α. Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα. Να παρουσιάσετε στην τάξη σας το περιεχόμενο του άρθρου αυτού με μια περίληψη 100 – 120 λέξεων.
Β1. Με ποια νοηματική σχέση συνδέονται οι δύο τελευταίες παράγραφοι; Να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
Β2. Όπως η Ιστορία γράφεται…ακόμα και ηλικιακών ομάδων: Να αναλύσετε τη δομή της παραγράφου (δομικά στοιχεία, τρόποι ανάπτυξης).
Β3. Να εντοπίσετε στο κείμενο τρία διαφορετικά μέσα πειθούς που χρησιμοποιεί η συγγραφέας.
Β4. Ανεκδιήγητο, άγαρμπο: Να γράψετε ένα συνώνυμο για την καθεμιά.
Β5. …οι παραπάνω χαρακτηρισμοί αναπαράγουν ξεπερασμένα και αντιδραστικά σεξιστικά πρότυπα, ή ακόμα χειρότερα, έτσι συναινούμε έμμεσα στην ιδεολογία της ανισότητας:
Ποια είναι η δική σου απάντηση; Να την εκθέσεις σε μια σύντομη παράγραφο 60 – 80 λέξεων.
Γ. Εκτός από τις γλωσσικές ποιες άλλες διακρίσεις μεταξύ των δύο φύλων πιστεύετε ότι θεωρούνται ακόμα «αυτονόητες» και πώς θα μπορούσαν να ξεπεραστούν; Υποθέστε ότι το κείμενό σας το εκφωνείτε ως ομιλία στη Βουλή των Εφήβων. (500 λέξεις)
Πηγή: φιλολογικό…Δράμα
Άδειες: Το εκπαιδευτικό υλικό δημοσιεύεται στο schooltime.gr με την άδεια του δικτυακού τόπου «φιλολογικό…Δράμα».