«Νεκρομαντείο Αχέροντα: Εκεί όπου οι ψυχές συνομιλούν;» της Ευρυδίκης Αμανατίδου«Νεκρομαντείο Αχέροντα: Εκεί όπου οι ψυχές συνομιλούν;» 

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

To «επί τόπου» βρέθηκε στον νομό Πρέβεζας για επίσκεψη στο Νεκρομαντείο, έναν χώρο που μέχρι το 1958 αποτελούσε μόνο μια μυθική ή φανταστική αναφορά.

Τότε, ο καθηγητής της Αρχαιολογίας Σωτήριος Δάκαρης πείστηκε τελικά από τον δάσκαλο και ερασιτέχνη αρχαιολόγο Σπύρο Μουσελίμη, να ανασκάψει στο Μεσοπόταμο, στον λόφο όπου ήταν κτισμένη η μονή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, αντιλαμβανόμενος πως ο προηγούμενος υπολογισμός του -ότι το μαντείο βρισκόταν κάπου στις λάσπες του Αχέροντα ποταμού στις όχθες της Αχερουσίας Λίμνης-ήταν εσφαλμένος.

Αφήνω πίσω μου την παραθαλάσσια Αμμουδιά κι ανεβαίνω τον λόφο. Στο ίδιο σημείο όπου κατέληγαν όσοι ήθελαν να επικοινωνήσουν με τις ψυχές των αγαπημένων τους. Με το σχεδιάγραμμα της κάτοψης στα χέρια, προσπαθώ κι εγώ να ανασυνθέσω την πορεία του αρχαίου επισκέπτη. Τα ευρήματα αποστομώνουν. Βαδίζω πάνω και δίπλα στις πέτρες που πάτησαν τόσοι άλλοι σε ένα χρόνο πολύ μακρινό.

Το μεγαλύτερο κομμάτι του οικοδομήματος τοποθετείται χρονικά προς τα τέλη του τέταρτου με αρχές του τρίτου προ Χριστού αιώνα. Πρόκειται για το κυρίως ιερό που περιβάλλεται από ένα πολυγωνικό περίβολο. Προς τα τέλη του τρίτου προ Χριστού αιώνα προστέθηκαν νέοι χώροι στα δυτικά του συγκροτήματος καθώς το Νεκρομαντείο ακμάζει και η πελατειακή αύξηση απαιτεί επέκταση και ειδική διαμόρφωση, ώστε οι επισκέπτες να μπορούν να φιλοξενηθούν για όσο διάστημα κρινόταν αρκετό. Και εδώ βρίσκεται η διαφορά του από τα αντίστοιχα των Δελφών ή της Δωδώνης. Γιατί στο Νεκρομαντείο, ο επισκέπτης δε μετέβαινε για να πάρει απλά και μόνο ένα χρησμό, αλλά για να συνομιλήσει με τις ψυχές των οικείων του.

Σκέφτομαι ότι ο πόνος του θανάτου και οι συγγενικοί δεσμοί, ο σπαραγμός του αποχωρισμού και η αίσθηση της απώλειας, σημεία όχι των καιρών, αλλά διαχρονικά, οδηγούσαν εδώ όλο και περισσότερους ανθρώπους γεμάτους φόβο, δέος αλλά και ελπίδα. Ποιος όμως μπορεί αλήθεια να συνομιλήσει με τους νεκρούς; Μήπως το Νεκρομαντείο υπήρξε μια καλοστημένη απάτη των αρχαίων προγόνων μας; Η απάντηση δίνεται από τη χωροταξία και τα ευρήματα των ανασκαφών. Τα «δωμάτια» και η χρήση τους καθώς και η πληθώρα διατροφικών υπολειμμάτων, αλλά και τα τμήματα γραναζιών που βρέθηκαν αποτελούν τα στοιχεία για την εξήγηση της λειτουργίας του ιδιόμορφου αυτού μαντείου.

Κοιτάζω ξανά το σχεδιάγραμμα συσχετίζοντάς το με τις διευκρινιστικές πινακίδες. Χώροι υποδοχής, τα δωμάτια προδιαίτησης, τα υπνοδωμάτια, το λουτρό, ο χώρος παραμονής πριν τη δοκιμασία, ο λαβύρινθος μέχρι την κυρίως αίθουσα του ιερού. Όλα συνηγορούν στο ότι ο επισκέπτης υποβαλλόταν σε μία εξαντλητική δίαιτα, κύριο συστατικό της οποίας ήταν οι κύαμοι, τα κουκιά δηλαδή σε συνδυασμό με λιπαρές τροφές και βότανα. Η λιπαρή διατροφή εναλλασσόμενη με δίαιτα και καθαρτήρια λουτρά, προσευχές και «κατήχηση» από τους ιερείς έφερνε τον επισκέπτη-πελάτη σε μία κατάσταση αδυναμίας και παραισθητικής σύγχυσης. Τότε πλέον ήταν έτοιμος να μπει στο κυρίως ιερό, εκεί όπου θα εμφανίζονταν οι σκιές των προσφιλών του νεκρών. Η κατασκευή του χώρου αυτού και ειδικότερα η τοιχοποιία του συνηγορούν στην αποδοχή της θεωρίας ότι υπήρχαν κρυφοί διάδρομοι και χώροι όπου οι ιερείς ή οι βοηθοί τους μετακινούνταν αθέατοι και ανεβοκατέβαζαν είδωλα που έδιναν την εντύπωση στον επισκέπτη ότι συνομιλούσε πράγματι με τους νεκρούς.

«Νεκρομαντείο Αχέροντα: Εκεί όπου οι ψυχές συνομιλούν;» της Ευρυδίκης ΑμανατίδουΚατεβαίνω την απότομη σιδερένια σκάλα για να μπω στην κρύπτη του Νεκρομαντείου, τον χώρο που βρίσκεται κάτω ακριβώς από την κυρίως αίθουσα. Κι από το φως βρίσκομαι στο σκοτάδι σε ένα περιβάλλον υγρό και αφιλόξενο. Νιώθω το δέος και τη συγκίνηση που μου προκαλούν πάντα τα ευρήματα άλλων εποχών, αλλά κι έναν αδιόρατο φόβο. Με δισταγμό ακουμπάω τον παχύ ψυχρό τοίχο παλινδρομώντας ανάμεσα στο μακρινό χθες και το σήμερα. Ο χώρος φωτίζεται ξαφνικά από το τεχνητό φως και αναδεικνύεται σε όλο του το μεγαλείο. Ένα βασίλειο κάτω από τη γη, το βασίλειο του Άδη.

Αν δε γνωρίζουμε κατά πόσον ο Αχέροντας ποταμός οδηγούσε στις πύλες του Κάτω Κόσμου, σίγουρα η ιερή κρύπτη του Νεκρομαντείου προσφέρει άφθονο υλικό για κάθε είδους εκτίμηση και εξήγηση. Σε τι χρησίμευε η ισομεγέθης με το κυρίως ιερό αίθουσα που αποκαλύφθηκε ακριβώς κάτω από αυτό; Πρόκειται για έναν εντυπωσιακό χώρο, σαν τούνελ κάτω από τη γη που η οροφή του σχηματίζεται από δεκαπέντε τόξα από πωρόλιθο. Τι κρύβεται άραγε πίσω της; Χρησιμοποιούσαν οι ιερείς και το υπόγειο για να ανεβάζουν με τροχαλίες τα είδωλα των ψυχών ή μόνο το πατάρι; Υπήρχαν μυστικοί διάδρομοι για να μετακινούνται αθέατοι οι ιερείς ή μήπως στο τέλος της υπόγειας κρύπτης πίσω από τον αδιαπέραστο σήμερα βράχο βρισκόταν η είσοδος για τον Κάτω Κόσμο;

Ανεβαίνω ξανά στην επιφάνεια και εισπνέω τον αέρα φανερά ανακουφισμένη. Το βλέμμα μου περιπλανιέται στον χώρο ξανά. Φαντάζομαι εκείνους τους επισκέπτες της αρχαιότητας ήδη ταλαιπωρημένους από την ειδική διατροφή, τη νηστεία, τις ατελείωτες προσευχές, καθάρσεις και άλλες δοκιμασίες. Δε χρειαζόταν κάτι περισσότερο για να πειστούν σχετικά με το οτιδήποτε.

Βρίσκομαι όμως στο σήμερα. Κοιτάζω πέρα, στο σημείο που ο Αχέροντας χύνεται στη θάλασσα. Κάνω μια τελευταία στάση για να θαυμάσω το εσωτερικό του ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, τις τοιχογραφίες που στέκουν ακόμα πείσμονες, στο συνοδευτικό φως των καντηλιών. Τα βήματά μου διασχίζουν τον χώρο παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής. Κατεβαίνω τον λόφο με τη σκέψη ότι τα κομμάτια του παρελθόντος σωρεύονται το ένα πάνω στο άλλο, σαν στοργικό σκέπασμα μιας αιώρας που ταλαντώνεται μπρος πίσω στον χρόνο. Ξανά και ξανά.

 

Το άρθρο της κ. Ευρυδίκης Αμανατίδου διατίθεται με άδεια Creative Commons (Αναφορά δημιουργού-ιστοχώρου δημοσίευσης-άδειας διανομής, παροχή ενεργού συνδέσμου στο αρχικό άρθρο, μη εμπορική χρήση, όχι παράγωγα έργα). Δείτε περισσότερα: άρθρα.

 

Η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Ζει στην Αθήνα, ακόμη κι όταν βρίσκεται στον κόσμο της μαζί με τον άλλο της εαυτό, την Ερίλια. Παρά το ότι σπούδασε νομικά, της αρέσει να παίζει με τις λέξεις, τα χαρτιά και τα μολύβια. Για του λόγου το αληθές, μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί τέσσερα μυθιστορήματά της και το παιδικό θεατρικό έργο «ένα καπέλο για τον καθηγητή» που βραβεύτηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού.