Τις τελευταίες εβδομάδες στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης – και δη των φροντιστηρίων – έχει προκύψει (όχι που δε θα προέκυπτε, έτσι για να βρισκόμαστε σε φόρμα) ένα θέμα σχετικά με το αν πρέπει ή όχι να είμαστε ανοικτοί τις Κυριακές. Οι απόψεις πολλές και ποικίλες. Για κάποιους το θέμα είναι σοβαρό, για κάποιους άλλους αμελητέο.
Αρχικά, θα ήθελα να διευκρινίσω πως ό,τι πρόκειται να ειπωθεί εκ μέρους μου αποτελεί καθαρά προσωπική άποψη και τίποτα περισσότερο. Υπάρχει βέβαια λόγος που το αναφέρω, καθώς σε κάθε δημοκρατική κοινωνία, όπως… η δική μας, υπάρχει ποικιλία απόψεων και θέσεων. Προσωπικά, λοιπόν, το θέμα της λειτουργίας των φροντιστηρίων τις Κυριακές ερμηνεύεται με βάση δύο διαφορετικές οπτικές. Του καθηγητή και του πατέρα. Βέβαια, οι δύο αυτές ιδιότητες στο σεπτό λειτούργημά μας λαμβάνουν ενιαία και αδιαίρετη μορφή, καθώς κάθε μαθητής και μαθήτριά μας είναι και παιδί μας. Ας πάρουμε όμως τις λέξεις με βάση την κυριολεκτική τους διάσταση / λειτουργία κι ας αφήσουμε (προς στιγμήν τουλάχιστον) το παιχνίδι μαζί τους.
Ως καθηγητής, λοιπόν, έλαβα προ πολλού μια δύσκολη για τους περισσοτέρους από εμάς απόφαση. Να υπηρετήσω το χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Ίσως πολλοί από εμάς βρέθηκαν σε αυτό το χώρο οικειοθελώς, ίσως κάποιοι άλλοι καθώς δεν τους άφησαν περιθώρια επιλογής, εφόσον ο διορισμός αποτελεί ένα όνειρο απατηλό. Η ουσία είναι όμως ότι από τη στιγμή που βρεθήκαμε σ’ αυτό το χώρο αποφασίσαμε ταυτόχρονα να θυσιάσουμε πολλά πράγματα. Αυτά είναι οι αργίες, οι γιορτές, τα ρεπό, τα αδιάθετα, οι εκδρομές, τα Χριστούγεννα, το Πάσχα, το καλοκαίρι, την οικογένειά μας.
Σωστό; Δε γνωρίζω μάλλον να απαντήσω. Ως καθηγητής, όμως, θα ρισκάρω να πω ναι. Κι αυτό γιατί κάθε χρόνο δίνουμε κι εμείς εξετάσεις. Νιώθουμε καθημερινά ζωντανή την ανάγκη του παιδιού να είμαστε δίπλα του ακόμη και στις γιορτές, τις Κυριακές… Άλλωστε, τα ίδια τα παιδιά το επιζητούν. Βέβαια, θα υπάρξουν και οι φωνές διαμαρτυρίας και με το δίκιο τους: «Μα κύριε, μια Κυριακή έχουμε να κοιμηθούμε, γιατί δε μας αφήνετε;». Πόσο δίκαιο και σωστό το αίτημά τους… Αισθανόμαστε ώρες ώρες τόσο ανηλεείς κι άκαρδοι απέναντί τους.
Εδώ κι ένα μήνα, λοιπόν, όταν και ήρθε στην επιφάνεια το θέμα με τις Κυριακές, πίστεψα ότι με το που θα το πληροφορηθούν τα παιδιά στο φροντιστήριό μου κυριολεκτικά θα πετάξουν από τη χαρά τους. Γελάστηκα. Στο άκουσμα της είδησης, ότι δηλαδή πλέον τα διαγωνίσματα στο φροντιστήριό μου θα διεξάγονται Σάββατο, βουβαμάρα. Είναι από τις στιγμές που λες, τώρα με δουλεύουν, δεν εξηγείται αλλιώς. Το επεξεργάζονται λίγο κι έρχεται η καταιγίδα. «Και πότε θα διαβάσουμε; Θα έχουμε αρκετό χρόνο για προετοιμασία; Μήπως είναι καλύτερα να γράφουμε τα διαγωνίσματα Κυριακή»; Λες και μιλώ με άλλους ανθρώπους. Οι ίδιοι και οι ίδιες που λίγες μέρες πριν διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους, απαιτώντας λίγη κραιπάλη την Κυριακή, τώρα; Μάλλον τα παιδιά απλώς έχουν μάθει – όπως κι εμείς άλλωστε – να γκρινιάζουν με το παραμικρό και ποτέ μα ποτέ να μην ικανοποιούνται. Η ουσία, όμως, είναι ότι με αυτή τους τη στάση δείχνουν ότι ξέρουν τι θέλουν κι ότι είναι διατεθειμένα να θυσιάσουν και κάποιες Κυριακές από τη ζωή τους για κάποιον ανώτερο σκοπό. Δε θα σταθώ άλλο στο θέμα αυτό με την ιδιότητα του καθηγητή κι ούτε βέβαια θα μπω στη διαδικασία να ερμηνεύσω τις σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω του, από την πλευρά όσων το επέβαλαν.
Για να δούμε όμως πώς αντιμετωπίζω εγώ προσωπικά το θέμα ως πατέρας – οικογενειάρχης. Θα τολμήσω να πω ότι με βόλεψε. Πραγματικά, είχα ξεχάσει πως είναι να ξυπνάς Κυριακή πρωί και να έρχονται τα παιδάκια σου στο κρεβάτι να παίξουν μαζί σου και να αισθανθείς πατέρας. Αυτό το ένιωσα. Να τα πάρεις από το χέρι και να τα πας σ’ ένα πάρκο Κυριακή πρωί. Ατελείωτη ευχαρίστηση που δεν πληρώνεται με τίποτα. Κι αυτό το ένιωσα. Πράγματα που για κάποιους είναι κάτι το συνηθισμένο κι αυτονόητο, για κάποιους άλλους αποτελεί λόγο πανηγυρισμού και ικανοποίησης.
Τελικά δεν ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον και τι στάση θα κρατήσει ο καθένας μας. Η ουσία όμως είναι ότι ζούμε σε εποχές αθέμιτου ανταγωνισμού κι όταν το κράτος αφαιρεί ένα όπλο από το νόμιμο φροντιστήριο, εξοπλίζει επικίνδυνα το παράνομο φροντιστήριο των μαύρων ιδιαιτέρων και όχι μόνο. Όσο για τους επιτηρητές που έβγαζαν κι αυτοί ένα μεροκάματο, έστω και κυριακάτικα, στον Καιάδα κι αυτοί…
Αυτά…
Άρης Ιωαννίδης*
Φιλόλογος
- Σχετικό περιεχόμενο: Αρθρογραφία, Εκπαίδευση
- Συνεχής ενημέρωση: Facebook, Twitter, Google+