Δωδεκαήμερο ονομάζεται η χρονική περίοδος των δώδεκα ημερών από την παραμονή των Χριστουγέννων ως τα Θεοφάνεια και είναι συνδεδεμένη με πολλά έθιμα και τοπικές παραδόσεις.

Η γιορτή των Θεοφανείων ή των Φώτων συνδέεται σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση με τη φανέρωση της τριαδικότητας του Θεού, της Αγίας Τριάδας. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, την παραμονή της εορτής βαφτίζονταν οι κατηχούμενοι. Ο εξαγνισμός των υδάτων και η αναζήτηση της κάθαρσης εδράζεται σ’ αυτή την ιεροτελεστία. Μέχρι τον 4ο αιώνα μ.Χ. τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν την ίδια μέρα με τα Φώτα. Έπειτα έγινε ο διαχωρισμός των δύο εορτών.

Το νερό θεωρούνταν ένα από τα βασικά στοιχεία κοσμογονίας σε όλους τους λαούς. Αποτελεί στοιχείο εξαγνισμού και κάθαρσης και η ζωοποιός του δύναμη συνδέθηκε με μαγικές και θεραπευτικές ιδιότητες. Το διαυγές νερό συμβολίζει την αγνότητα και γι’ αυτό τελετουργικές διαδικασίες όπως το καθαρτήριο νίψιμο, το ράντισμα ή η κατάδυση στο νερό συναντώνται σε πάρα πολλούς αρχαίους λαούς.

Οι χριστιανοί βαφτίζονται στο νερό για να εξαγνιστούν από το προπατορικό αμάρτημα και να λάβουν την ευλογία του Αγίου Πνεύματος. Ο παλαιός αμαρτωλός άνθρωπος ανακαινίζεται και με την τήρηση των θείων εντολών γίνεται κληρονόμος της βασιλείας των ουρανών. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια για να επιδρά η «χθόνια δύναμη» του νερού η βάφτιση έπρεπε να γίνεται σε πηγή ή ποταμό. Κατά τη λαϊκή αντίληψη το Δωδεκαήμερο, πριν από τα Θεοφάνεια όταν «τα νερά είναι αβάφτιστα», ανεβαίνουν στη γη οι Καλικάντζαροι, δαιμονικά όντα, που κατά τη λαϊκή αντίληψη, έρχονται στη γη και ενοχλούν κατά τις νύχτες τους ανθρώπους, από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα Θεοφάνεια.

Οι Καλικάντζαροι, έρχονται από κάτω από τη γη, όπου ολόκληρο το χρόνο, προσπαθούν με τσεκούρια και  πριόνια να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει μείνει πολύ λίγο ακόμα. Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο άκοπο. Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και ξανά απ’ την αρχή. Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους είναι οι μύλοι, τα γεφύρια, τα ποτάμια και τα τρίστρατα όπου παραμονεύουν μόνο κατά τη νύκτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού. Ο λαός τους φαντάζεται με διάφορες μορφές κατά περιοχή με κοινό γνώρισμα την ασχήμια τους. Είναι κακομούτσουνοι, κουτσοί, στραβοί, μονόφθαλμοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβόστομοι, στραβοχέρηδες.

Ο φόβος για τους Καλικάντζαρους έκανε τους ανθρώπους να μεταχειρίζονται διάφορα μέσα για να τους κρατήσουν μακριά από τις κατοικίες, με κυριότερο αυτό της φωτιάς. Γι’ αυτό η φωτιά στο τζάκι έκαιγε μέρα και νύχτα, όλο το Δωδεκαήμερο.

Την παραμονή των Χριστουγέννων κάθε νοικοκύρης έφερνε στο σπίτι του ένα χοντρό ξύλο, κομμένο από δέντρο αγκαθωτό, αχλαδιά, αγριοκερασιά κ.α.. Τα αγκαθωτά δένδρα, κατά τη λαϊκή αντίληψη, απομακρύνουν τα δαιμονικά όντα. Το κούτσουρο αυτό λέγεται Χριστόξυλο ή Δωδεκαμερίτης. Επίσης, έκαιγαν λιβάνι ή αλάτι στη φωτιά, ή κρεμούσαν ένα κατωσάγονο χοίρου στην καμινάδα.

Άλλοι θέλοντας να τους εξαπατήσουν, μια και οι Καλικάντζαροι θεωρούνταν κουτοί, έδεναν στην πόρτα λινάρι. Ώσπου να μετρήσει ο δαίμονας τις ίνες του λιναριού, θα λαλούσε ο πετεινός. Τέλος, από τα Χριστούγεννα ως τα Φώτα σε κάποια χωριά έβαζαν 12 αδράχτια στο τζάκι, για να τα βλέπουν οι καλικάντζαροι και να μην κατεβαίνουν από την καπνοδόχο.

Ο Ν. Πολίτης μεταφέρει την λαϊκή εκδοχή ότι οι Καλικάντζαροι είναι βρικόλακες τσιγγάνων: (κάλι + γάντζαρος=τσιγγάνος εξ Αιγύπτου) από τη λατινική λέξη caligatus > καλίγατος από το «καλός + κένταυρος», ενώ κατά τον Lawson η λέξη προέρχεται από το  «λύκος + κάνθαρος» ή από το «καλός + τσαγγίον» (υπόδημα) ή από το «καρκάντζι» (ο τσουρουφλισμένος). Ο Φαίδων Κουκουλές υποστηρίζει ότι προέρχεται από το «καλός + κάνθαρος» (: το σκαθάρι, scarabaeus pilularius) > καλικάνθαρος.

Για τον εξορκισμό των Καλικάντζαρων σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας ακόμη και σήμερα αναβιώνουν έθιμα όπως τα Ρουγκάτσια στη Θεσσαλία, τα Ραγκουτσάρια στην Καστοριά, τα Μπαμπούγερα στη Δράμα, οι Μπαμπουτσιαρέοι στον Έβρο, οι Μωμόγεροι στον Πόντο, οι Φωταράδες ή Φούταροι στη Χαλκιδική, οι Αράπηδες στην Καβάλα. Εκεί μεταμφιεσμένοι άνθρωποι με προβιές και κουδούνια, τριγυρνάνε κάνοντας εκκωφαντικούς θορύβους, διώχνοντας μακριά τα κακά πνεύματα.

Ο αγιασμός των νερών όμως εξοβελίζει κάθε δαιμονική δύναμη από τη φύση. Τα Θεοφάνεια είναι μεγάλη γιορτή γιατί γιορτάζεται η βάφτιση του Χριστού από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και την ημέρα εκείνη «των υδάτων αγιάζεται η φύσις». Την παραμονή των Φώτων, στις 5 Ιανουαρίου, του «Μικρού Αγιασμού» τελείται η ακολουθία των «Μεγάλων Ωρών» και οι άνθρωποι αδειάζουν τις κανάτες για να βάλουν την άλλη μέρα το  αγιασμένο νερό. Έπειτα ο ιερέας γυρίζει και ευλογεί τα σπίτια . Οι πιστοί μαζεύουν τη στάχτη από το Χριστόξυλο και τη σκορπίζουν γύρω από το σπίτι, στους στάβλους και στα χωράφια καθώς πίστευαν πως έδιωχνε το κακό.

Τα μικρά παιδιά λένε τα κάλαντα: «Σήμερα είναι τω Φωτώ, π’ αγιάζουν οι παπάδες, και μες στα σπίθια μπαίνουνε, και λεν τον Ιορδάνη. Κι ο Ιωάννης Βαφτιστής επέρασεν και είπε: Χαρίσετέ μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια, ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να πιω νερό δροσάτο, να θέσω ν’ αποκοιμηθώ, σε μια σπηλιά αποκάτω. Να πέφτουν μήλα πάνω μου και ρόδα στην ποδιά μου και τα χρυσά τριαντάφυλλα εις τα προσκέφαλά μου. Ανήφορος, κατήφορος, στα τρία πηγαδάκια, κάθουνται τρεις μελαχρινές με τα σγουρά μαλλάκια. Η μια κεντά τον Ουρανό,κι η γ’ άλλη το φεγγάρι, κι η τρίτη η καλύτερη κεντά τον αϊ Γιάννη!» (κρητική παραλλαγή).

Το πρωί του Μεγάλου Αγιασμού εκκλησιάζονται , ενώ ο παπάς ρίχνει το σταυρό στη θάλασσα, σε ποτάμι, σε λίμνη, σε δεξαμενή, ή σε κολυμβήθρα. Λευκά περιστέρια ελευθερώνονται και πετούν στον ουρανό, ενώ, όπου υπάρχει αυτή η δυνατότητα, πέφτουν στα νερά οι «βουτηχτάδες» για να πιάσουν τον σταυρό. Μετά τη ρίψη του σταυροί σε κάποιες περιοχές μεταφέρουν τις εικόνες τους και τις πλένουν στα ποτάμια, στις λίμνες ή τη θάλασσα. Το πλύσιμο των εικόνων θυμίζει το αρχαιοελληνικό έθιμο των «Πλυντηρίων». Στα σπίτια τρώνε τα ξεροτήγανα, που μοιάζουν με λουκουμάδες και ένα ψωμί που ζύμωναν οι γυναίκες , τη φωτίτσα.

Ο Αγιασμός έχει και την έννοια του καθαρμού, του εξαγνισμού των ανθρώπων, καθώς και της απαλλαγής του από την επήρεια των δαιμονίων. Η κατάδυση του Σταυρού δίνει στο νερό καθαρτικές και εξυγιαντικές ικανότητες. Ο άνθρωπος προσπαθεί να ξορκίσει τον απερχόμενο χειμώνα και τη φθορά της φύσης  και να καλωσορίσει την επερχόμενη άνοιξη με την αναγέννησή της.

*Πρώτη δημοσίευση στο schooltime.gr – Ιανουάριος 2016

Αντιγόνη Καρύτσα*
Φιλόλογος

© schooltime.gr